Το δέντρο που πληγώναμε από το Cine-Δράση-Πέμπτη 30 Μαρτίου
Σε όλους αρέσει να βυθιζόμαστε που και που σε ένα ταξίδι στην απόλυτη καθαρότητα των αναμνήσεων της παιδικής μας ηλικίας, να επιστρέφουμε στις πρωτογενείς πηγές των συγκινήσεων και των εμπειριών μας. Οι πρώτες επαναστάσεις, οι πρώτες αμφισβητήσεις, τα πρώτα όνειρα, το πρώτο τσιγάρο, η ελαφρότητα της παιδικής ψυχής, η ανεμελιά του παιδικού λάθους, η αίσθηση του παιχνιδιού στον δρόμο με την πάντα έτοιμη για σκανταλιές παρέα, κάτω από το εκτυφλωτικό φως του μεσημεριού, όταν οι μεγάλοι ησυχάζουν, κάποιας αναμνήσεις από παιδικά καλοκαίρια στη θάλασσα, σε ελαιώνες, δάση, ποτάμια και χωράφια, κάποιες μακρινές αισθήσεις, κάποιες «περιπέτειες» ή καλύτερα η αμηχανία και η γοητεία που έχουν τα πρώτα σκιρτήματα για το άλλο φύλο, αναδύονται από τα βάθη του υποσυνειδήτου, προσφέρουν κάθαρση και μας απομακρύνουν από τα συσσωρευμένα προβλήματα και την συναισθηματική φόρτιση της καθημερινότητας.
Με αυτό το κοινότοπο και λιτό υλικό από τα βιώματα της παιδικής του ηλικίας στο γενέθλιο τόπο του, τη Χίο, ο Δήμος Αβδελιώδης φτιάχνει το θρυλικό φιλμ «Το δέντρο που πληγώναμε», την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, μία από τις πλέον σπουδαίες και ποιητικές του ελληνικού και παγκόσμιου κινηματογράφου όλων των εποχών. Ιδιαίτερη, ιδιόμορφη, αντισυμβατική και αυθεντική, αγαπημένη κοινού και κριτικών, γεμάτη λυρισμό, ευαισθησία, δροσιά, αισιοδοξία και ουμανισμό, αντέχει στο χρόνο χάρη στην ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό και την αθωότητά της.
Έχει τιμηθεί με πάρα πολλά βραβεία σε όλο τον κόσμο, ανάμεσά τους με Ειδική Μνεία της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (1986), Βραβείο Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ταινιών Νεότητας στο Φεστιβάλ Βερολίνου, Χρυσός Ελέφαντας Καλύτερης Ταινίας και Αργυρός Ελέφαντας Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Νέου Δελχί. Ήταν η Επίσημη ελληνική Συμμετοχή, στην Εβδομάδα Κριτικής του Φεστιβάλ Καννών (1987).
Η ταινία έχει τη δική της ιστορία να την ακολουθεί. Ήταν η μεγάλη έκπληξη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (1986), παρόλο που δεν είχε προκριθεί να προβληθεί στο διαγωνιστικό μέρος. Άλλωστε την εποχή αυτή κυριαρχούσαν ταινίες μεγαλόπνοων υπαρξιακών, ιστορικών και ιδεολογικών αναζητήσεων. Η απλότητα και η αμεσότητα του περιεχομένου και των ερμηνειών, η αναπόληση της μακάριας εποχής των παιδικών χρόνων κρίθηκε ταπεινή, αταίριαστη και κατώτερη να συγκριθεί με τις μεγάλες αφηγήσεις και τους μύθους της εποχής. Η οργή των θεατών για τον αποκλεισμό της την έφερε στο πληροφοριακό τμήμα, όπου αποθεώθηκε και αυτή και ο νεαρός, 34 χρόνων τότε, δημιουργός της.
Το 1960, σε ένα γραφικό χωριό της Χίου, τις τελευταίες μέρες της πριν κλείσουν τα σχολεία για τις καλοκαιρινές διακοπές η φιλία δυο αγοριών, της τετάρτης τάξης του Δημοτικού, κλονίζεται εξαιτίας μιας παρεξήγησης. Το σχολείο κλείνει και τα δυο παιδιά περνούν μεγάλο μέρος του καλοκαιριού χώρια. Ο ένας από αυτούς βοηθά τη μητέρα του στα μαστιχόδεντρα, ενώ ο άλλος προσπαθεί να ξεφύγει από μια αυταρχική μάνα, που πάντα βρίσκει αφορμές να τον κυνηγά με τον πλάστη στα σοκάκια του χωριού. Στη διάρκεια μιας τέτοιας καταδίωξης, τα δύο παιδιά θα συναντηθούν και πάλι, θα επανασυνδεθούν, η σχέση τους θα αποκατασταθεί και θα περάσουν μαζί το υπόλοιπο καλοκαίρι, ελεύθερα και μακριά από την αυταρχική παρουσία των γονιών και την τυραννία του δασκάλου τους. Στο διάστημα που θα είναι μαζί θα εξερευνήσουν τη φύση και θα ζήσουν μια πρωτόγνωρη για αυτά περιπέτεια επαφής με τον ήλιο, το νερό, το χρώμα, τα δέντρα, τα ζώα, τα πουλιά, τη θάλασσα, την Αγγελική.
Αλλά όπως όλα τα όμορφα πράγματα, έτσι και η ελευθερία τους τελειώνει και όχι με τον καλύτερο τρόπο. Τα λυτρωτικό κλάμα τους συμπίπτει χρονικά με τα εύγεστα δάκρυα των μαστιχόδεντρων που οι άνθρωποι «πληγώνουν» ή «κεντούν» για να πάρουν το πολύτιμο προϊόν τους, την μαστίχα. Το καλοκαίρι τελειώνει βιαστικά και η ενηλικίωση έρχεται νωρίτερα από όσο περίμεναν. Αν και πιέζονται να προσαρμοστούν σε μια πεζή, προσγειωμένη πραγματικότητα, αντίθετη με όσα πίστευαν έως τώρα, δεν θα σταματήσουν να κάνουν όνειρα και να προγραμματίζουν το μέλλον.
Ο Δήμος Αβδελιώδης κινηματογραφεί σαν σε ντοκιμαντέρ με τα δικά του εντελώς προσωπικά εκφραστικά μέσα, που δεν παραπέμπουν σε κανέναν άλλον Έλληνα ή ξένο σκηνοθέτη και φτιάχνει ένα φιλμ με παιδιά που δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά. Με λιτότητα και οικονομία, εικόνες αλήθειας και γνησιότητας, ερασιτέχνες ηθοποιούς που υπογραμμίζουν την αυθεντικότητα των καταστάσεων και πλάνα που μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής ισορροπεί με ζηλευτό τρόπο ανάμεσα στην ευαισθησία και τη σκληρότητα, τη δροσιά και το χιούμορ, στο γνωστό και άγνωστο, το οικείο και το μυστηριώδες, την τρυφερότητα και την ένταση και αποδίδει θαυμάσια το πέρασμα από την παιδική στην εφηβική ηλικία.
Ο διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης Φίλιππος Κουτσαφτής φωτογραφίζει ποιητικά, όπως μόνον αυτός μπορεί, το ελληνικό επαρχιακό τοπίο και τη ζωή σε ένα απομακρυσμένο νησί του Αιγαίου, που απέχει ελάχιστα από την Τουρκία. Στο νοσταλγικό κλίμα της συμβάλει η μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου.
Ο κόσμος που περιγράφει η ταινία δεν υπάρχει πια. Τα μαστιχόδεντρα, οι ήμεροι σκίνοι, που παράγουν τη «Χία ρητίνη» σε μια περιοχή της νότιας Χίου που λέγεται «άσπρα και κόκκινα χώματα», αυτό το υπέροχο δώρο της φύσης που βοήθησε να επιβιώσουν οι κάτοικοι του νησιού για αιώνες, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2012 και του 2016 καταστράφηκαν, σε κάποιες μάλιστα περιοχές κατά 90%. Όσο η φύση να κάνει τη δουλειά της και τα δέντρα να αναγεννηθούν εκ του μηδενός, φιλμ όπως «Το δέντρο που πληγώναμε» και «Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων» (Δήμος Αβδελιώδης, 1999) θα είναι εδώ να μας θυμίζουν πως ήταν κάποτε η ελληνική ύπαιθρος και να υπογραμμίζουν την ανάγκη να προστατεύουμε τη γη, πηγή πλούτου, έμπνευσης και πολιτισμού που μας έκανε όλους αυτό που είμαστε.
λλάδα 1986. Διάρκεια: 75’. Σκηνοθέτης: Δήμος Αβδελιώδης. Σενάριο: Δήμος Αβδελιώδης. Φωτογραφία: Φίλλιπος Κουτσαφτής. Μουσική: Δημήτρης Παπαδημητρίου. Ηθοποιοί: Γιάννης Αβδελιώδης, Νίκος Μειοτέρης, Μαρίνα Δεληβοριά, Τάκης Αγορής, Δήμος Αβδελιώδης, Κατερίνα Γεωργακώδη.