Θοδωρής Καλλιφατίδης: συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου
Μέσα από τις 365 σελίδες του τελευταίου βιβλίου του διάσημου σε Σουηδία και Ευρώπη Έλληνα εκ των Μολάων Λακωνίας, Θοδωρή Καλλιφατίδη, περνάνε Κατοχή, Εμφύλιος, ξεριζωμοί, μεταναστεύσεις σε Αυστραλία και Σουηδία, περνάει κινηματογραφικά όλη η τραγική ιστορία της πατρίδας μας. Κι όλα αυτά ιδωμένα με ένα τρόπο ουδόλως διδακτικό, ουδόλως αποστασιοποιημένο. Σαν να κρύβει ο γράφων –επιμελώς– πόνο πολύ για όσα συνέβησαν…
«Συναντηθήκαμε» με τον κύριο Καλλιφατίδη ηλεκτρονικά, καθώς εκείνος ζει μόνιμα στη Σουηδία. Η ανταπόκριση του για τη συνέντευξη ήταν άμεση, η ευγένεια και η προσήνεια του εντυπωσιακή και απρόσμενη.
Πάντα θα επιστρέφω, ο τίτλος του τελευταίου, ταξιδιάρικου, αισθαντικού, επίκαιρου όσο ποτέ μυθιστορήματος σας, με ένα βαπόρι στο ρετρό εξώφυλλο του. Πότε, αλήθεια, προέκυψε η ιδέα να γράψετε για την Έλενα Π. και τη σκληρή περιπετειώδη ζωή της;
Η ιδέα για το βιβλίο αυτό ξεκίνησε όταν έπεσε στα χέρια μου το ημερολόγιο ή μάλλον οι σημειώσεις μιας γυναίκας που είχε λίγο ως πολύ κάνει αυτό το ταξίδι. Φυσικά βοήθησε και μια παλιά φιλοδοξία να γράψω για την ελληνική μετανάστευση λίγο πιο γενικά από τις δικές μου εμπειρίες.
Η καρδιά μου χωράει και την Ελλάδα και την Σουηδία, το χωριό μου εκεί και το νησί μου εδώ. Δεν είναι περιορισμένης χωρητικότητας.
«Φυλάω τα δάκρυα για χειρότερες στιγμές», λέει η μάνα του ήρωά σας αποχαιρετώντας τον όταν αυτός φεύγει μετανάστης για τη Μελβούρνη. Από ατσάλι ήταν φτιαγμένες αυτές οι γυναίκες οι παλιές ή οι άγριες συνθήκες μας σκληραίνουν όλους;
Δεν νομίζω ότι ήταν διαφορετικές γυναίκες, αλλά είχαν δει πολλά τα μάτια τους και μεγάλωναν κάτω από πολύ σκληρές συνθήκες. Και θυμάμαι τη γιαγιά μου κι άλλες γυναίκες από το χωριό μου, πάντα ντυμένες στα μαύρα, να δίνουν κάθε μέρα μάχη για το σπίτι τους, για τα παιδιά τους και για τα εγγόνια τους.
Κάπου αλλού η ίδια γυναίκα λέει, «Φερόμαστε σαν κτήνη εμείς οι άνθρωποι γι’ αυτό δεν πρέπει να ξεχνάμε». Ίσως αυτό να φταίει, κύριε Καλλιφατίδη, για τα δεινά της Ελλάδας σήμερα; Ότι πολύ εύκολα ξεχνάμε;
Η λήθη βοηθάει, αλλά όχι όταν ξεχνάμε κι αυτά που έχουμε μάθει.
Με το προσφυγικό πρόβλημα στο φόρτε του παντού αλλά κυρίως στη χώρα μας, αισθάνεστε ότι γίνονται οι σωστές κινήσεις, ότι η άρχουσα τάξη θυμάται ότι η «Ελλάδα ανέκαθεν ετοίμαζε μετανάστες»;
Βασικά πιστεύω ότι στην Ελλάδα πάντα υπάρχει μια ανθρωπιά. Άλλοτε λιγότερο, άλλοτε περισσότερο. Και τώρα το ίδιο συμβαίνει. Πολλοί νοιάζονται, ορισμένοι αδιαφορούν κι άλλοι προσπαθούν να κλείσουν τις πόρτες. Πιστεύω ότι θα δικαιωθούν εκείνοι που βλέπουν τους πρόσφυγες σαν μια δυνατότητα για το μέλλον, όχι αύριο, αλλά μεθαύριο.
Έχετε πει –κάποτε– σε μια συνέντευξη σας ότι το μυαλό σας είναι ελληνικής κατασκευής. Και αναρωτιέμαι εάν η καρδιά σας είναι κι αυτή ατόφια ελληνική ή ένα κομμάτι της ανήκει λιγάκι και στη Σουηδία;
Η καρδιά μου χωράει και την Ελλάδα και την Σουηδία, το χωριό μου εκεί και το νησί μου εδώ. Δεν είναι περιορισμένης χωρητικότητας.
Γυρίζοντας πίσω πολλά χρόνια, αν με τη μηχανή του χρόνου είχατε δυνητικά την ευκαιρία να αλλάζατε ρότα θα κάνατε την ίδια διαδρομή; Το 1946 θα φεύγατε και πάλι για τη Σουηδία;
Αυτό δεν το ξέρω. Πιστεύω όμως ότι δεν θα έφευγα για να φύγω. Έφυγα γιατί ήταν η μόνη λύση που υπήρχε για χιλιάδες νέους εκείνα τα χρόνια.
Εάν ένας συγγραφέας αρχίζει να «προσπερνάει» πράγματα, τότε είναι ώρα να αλλάξει δουλειά. «Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου». Έτσι δεν έλεγε ο Σολωμός;
Είχατε την τιμή να λάβετε βραβεύσεις διεθνείς, να θεωρείστε ένας από του καλύτερους Σουηδούς συγγραφείς, να σας έχει βραβεύσει ο ίδιος ο βασιλιάς μιας «ξένης» χώρας. Πώς αισθάνεστε για όλα αυτά; Σας μιλούν στη ψυχή σας ή απλά προσπερνάτε;
Εάν ένας συγγραφέας αρχίζει να «προσπερνάει» πράγματα, τότε είναι ώρα να αλλάξει δουλειά. «Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου». Έτσι δεν έλεγε ο Σολωμός;
Aληθεύει ότι ήσασταν κολλητός φίλος στο 5ο Γυμνάσιο Αρρένων με τον Γιάννη Φέρτη και τον Διαγόρα Χρονόπουλο –που έχει περάσει πια στην αντίπερα όχθη; Την κρατούσατε αυτή την επαφή, έστω εκ του μακρόθεν;
Είμαστε συμμαθητές στο Γυμνάσιο και πολύ κοντά. Παραμείναμε κοντά έστω κι αν δεν βλεπόμαστε τόσο συχνά.
Όταν βάζετε άνω τελεία στα βιβλία σας τι αισθάνεστε πιο έντονα; Ανακούφιση, μια μικρή λύπη, αγωνία για την τύχη και την όποια αποδοχή;
Όλα αυτά που αναφέρετε τα αισθάνομαι κι επίσης ένα μεγάλο κενό. Και γι’ αυτό συνεχίζω να γράφω. Δεν μπορώ να ζήσω μ’ αυτό το κενό μέσα μου.
Πάντα θα επιστρέφω
Θοδωρής Καλλιφατίδης
Γαβριηλίδης
364 σελ
ISBN 978-960-576-362-6
Τιμή € 18,11
Πηγή : diastixo.gr