Roderick Beaton: «Η ιδέα του έθνους στην ελληνική λογοτεχνία» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ
Ο γνωστός Άγγλος καθηγητής Νεοελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο King’s College London, στην έδρα Κοραή, αναλαμβάνει να πραγματευτεί στο βιβλίο του Η ιδέα του έθνους στην ελληνική λογοτεχνία ένα φλέγον θέμα. Τα ερωτήματα στα οποία θα απαντήσει είναι: ποια είναι η θέση της λογοτεχνίας στη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας, ποιος ο ρόλος της στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης, σε ποιο βαθμό η σημερινή νεοελληνική συνείδηση βασίζεται σε παλαιότερες εξελίξεις που ανάγονται στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, πώς αντιμετώπιζαν τα θέματα αυτά οι λογοτέχνες μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους κατά τον 19ο και 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας θα διατρέξει όλο το χρονικό διάστημα από τη μάχη του Ματζικέρτ, το 1071, έως σήμερα.
Το βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο αφορά τον ελληνικό μεσαίωνα, από τη μάχη του Ματζικέρτ και έπειτα, το δεύτερο ερευνά τον 19ο αιώνα και το τρίτο τον 20ό. Εκκινεί από το Ματζικέρτ επειδή η εξέλιξη εκεί σηματοδοτεί τη μετάβαση του Βυζαντίου από αυτοκρατορία σε μεσαιωνική πόλη-κράτος και είναι τότε που παίρνει σάρκα και οστά η εθνική συνείδηση ανάμεσα στους διανοούμενους, διαδικασία που κορυφώνεται με την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς μετά τη δημιουργία της Ελλάδας ως κυρίαρχου κράτους το 1830.
Κάθε ενότητα συνιστά ένα ξεχωριστό, πλούσιο σε αναφορές βιβλίο,μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα, απολαυστική,
γοητευτική περιήγηση σε κείμενα με όλες τις θέσεις και αντιθέσεις των απόψεων υπέρ και κατά.
Η αναδυόμενη κατά τον 12ο αιώνα εθνική συνείδηση του νεότερου Έλληνα και η υιοθέτηση του όρου «Έλλην», παράδειγμα συνέχειας και συνειδητής αναβίωσης, οφείλεται κατ’ άλλους στη γλώσσα, κατ’ άλλους στην κληρονομικότητα. Από την πλευρά της λογοτεχνίας, η περιήγηση του Beaton περνά από τα Πτωχοπροδρομικά και τον Διγενή Ακρίτη, μελετά τη γλώσσα, την υπεραττικίζουσα (Άννα Κομνηνή, Αλεξιάδα), αλλά και τη δημώδη γλώσσα του Πτωχοπρόδρομου ή του Γλυκά, καθώς και την Κοινή των Ευαγγελίων, των Πατέρων της Εκκλησίας και των Βίων Αγίων. Η επαιτική λογοτεχνία και σάτιρα, διαδεδομένη και στο Βυζάντιο και στη Δύση, έχει αρχαία καταγωγή, καθώς και οι μυθιστορίες, όπως φαίνεται από τις συχνές παραπομπές και αναφορές σε παλαιότερα έργα του είδους, αλλά και στο «έπος» του Διγενή Ακρίτη, το οποίο θεωρείται το «εθνικό έπος των νεωτέρων Ελλήνων». Ο Beaton το θεωρεί «μυθιστορία», «προανάκρουσμα της μυθιστορίας» και «συλλογή δημοτικών τραγουδιών», «μακροσκελή έμμετρη αφήγηση σε γραπτή δημώδη γλώσσα», σε δεκαπεντασύλλαβο «πολιτικό» στίχο, ο οποίος καθιερώθηκε ως «εθνικός».
Επισημαίνει τη σχέση της ελληνικής μυθιστορίας με αυτήν της Δυτικής Ευρώπης και τη σχέση αυτή θα αποδείξει, μελετώντας τη γλώσσα (δημώδης), την επιλογή του θέματος (στοιχεία παραμυθιού και μαγεία), τη δομή (ταξίδι, περιπέτεια, έρωτας, χωρισμός, ευτυχές τέλος) και τα ονόματα των ηρώων (τα οποία υπονοούν σημασιολογικά τα προσόντα και τα ιδανικά των κατόχων τους) στα έργα Καλλίμαχος και Χρυσορρόη, Βέλθανδρος και Χρυσάντζα, Λίβιστρος και Ροδάμνη. Στη συνόψισή του θα αποφανθεί ότι οι μυθιστορίες αντλούν από το παρελθόν, ανοίγουν νέους ορίζοντες στη γλώσσα, τη θεματολογία, την εισαγωγή λυρικών στοιχείων και την αφηγηματική δομή. Τέλος, η πρώτη φάση της μελέτης κλείνει με τον Ερωτόκριτο, έργο που ισορροπεί με θαυμαστό τρόπο τον έρωτα και τον πόλεμο, δουλεμένο σε ένα άλλο επίπεδο, χάρη στη ρητορική και την ουμανιστική ψυχολογία της Αναγέννησης.
Σχετικά με τον όρο «Έλληνες» στη νεότερη Ελλάδα, ο Beaton κάνει την αναφορά του στον Ρήγα, ο οποίος πίστευε ότι το να είσαι «Έλληνας» είναι θέμα επιλογής και πεποίθησης και όχι καταγωγής. Όταν ο Σολωμός μιλά για Έλληνες, «απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά», εννοεί τους αρχαίους, ενώ οι σύγχρονοί του είναι «τέκνα» των Ελλήνων, που χάρη στον αγώνα τους υπέρ της ελευθερίας θα καταστούν απόγονοι. Αντίθετα, στον Κάλβο («Ο Φιλόπατρις») οι χώρες ονοματίζονται με τα κλασικά ονόματά τους, οπότε και οι κάτοικοι της σύγχρονής του Ελλάδας είναι «Έλληνες». Τον 19ο αιώνα, με το σύνταγμα της Επιδαύρου το 1822, αφετηρία της «νεότερης ελληνικής συνείδησης», οι πολίτες του κράτους ονομάζονται πλέον «Έλληνες».
Τον όρο «μυθιστορία» επαναφέρει ο Κοραής τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης, όταν γράφει τον πρόλογο στα Αιθιοπικά του Ηλιοδώρου. Πρόκειται για «πλαστή αλλά πιθανή ιστορία ερωτικών παθημάτων, γραμμένη εντέχνως και δραματικώς, ως επί το πλείστον σε πεζό λόγο». Ισχυρίζεται, επίσης, ότι το σύγχρονο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα είναι ελληνική επινόηση, με τον Παπατρέχα του πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα. Με το όνομα του Κοραή συνδέεται και ο Άγγλος ιστορικός Arnold Τoynbee, ο οποίος το 1919 κατέλαβε την έδρα Κοραή στο King’s College του Λονδίνου. Φιλέλληνας αρχικά και ανθέλληνας μετά, πάνω στα όσα είδε και βίωσε στη Μικρά Ασία στήριξε τα θεμέλια της θεωρίας του για την άνοδο και την παρακμή των πολιτισμών. Οι αδελφοί Σούτσοι, 1833, υποστηρίζουν την ιδέα του έθνους, με τον Λέανδρο ο Παναγιώτης και με τον Εξόριστο ο Αλέξανδρος, θέτοντας στο κέντρο της αφήγησής τους τα δικά τους πολιτικά φρονήματα. Όσον αφορά τον «ρομαντισμό», αυτός περιλαμβάνει μόνο τους εκπροσώπους της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής και περιέργως όχι τον Σολωμό, τον Κάλβο και τον Παλαμά. Στην περίπτωση του Σολωμού, εξετάζεται η σχέση του με τον ιταλικό και γερμανικό ρομαντισμό και το πώς αναπαρήγαγε στο έργο του τα ποιητικά ιδεολογικά του σχήματα.
Ο Βικέλας, ο Βιζυηνός, ο Παπαδιαμάντης, ο Παπαρρηγόπουλος, ο Νικόλαος Πολίτης, με το έργο τους υποστηρίζουν το θέμα της συνέχειας του ελληνικού έθνους, αντιμέτωποι στην άποψη του Φαλμεράγερ, ο Ψυχάρης διδάσκει πως «ένα έθνος για να γίνει Έθνος, θέλει δύο πράγματα∙ να μεγαλώσουν τα σύνορά του και να κάμη φιλολογία δική του». Και αφού ο Φαλμεράγερ αμφισβητεί την αρχαία καταγωγή των Ελλήνων, τότε, «σαν ουρανοκατέβατος», εμφανίζεται ο Διγενής Ακρίτης, με επικά στοιχεία από την παράδοση του δημοτικού τραγουδιού. Το 1907 ο Νικόλαος Πολίτης κάνει λόγο για το «Έπος των νεωτέρων Ελλήνων» στην πρυτανική του ομιλία και ο Παλαμάς γράφει το Δωδεκάλογο του Γύφτου και τη Φλογέρα του βασιλιά.
Στο τρίτο μέρος, στον «αιώνα των λαβυρίνθων», ο λόγος θα περάσει από τον Καβάφη και τον Καζαντζάκη στους λογοτέχνες της γενιάς του ‘30, Παπατσώνη, Ρίτσο, Ελύτη, Εγγονόπουλο, Εμπειρίκο, Θεοτοκά, οι οποίοι, με προεξάρχοντα τον Σεφέρη, θα προσπαθήσουν να αποδείξουν «το αδιάσπαστο και το άρρηκτο του δεσμού της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού με την αρχαιότητα». Στην ίδια γραμμή κινείται και η μεταμοντέρνα Ρέα Γαλανάκη.
Κάθε ενότητα συνιστά ένα ξεχωριστό, πλούσιο σε αναφορές βιβλίο, μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα, απολαυστική, γοητευτική περιήγηση σε κείμενα με όλες τις θέσεις και αντιθέσεις των απόψεων υπέρ και κατά.
Η ιδέα του έθνους στην ελληνική λογοτεχνία
Από το βυζάντιο στη σύγχρονη Ελλάδα
Roderick Beaton
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
540 σελ.
ISBN 978-960-524-347-0
Τιμή: €22,50
Πηγή : diastixo.gr