Ρέα Γαλανάκη: «Δυο γυναίκες, δυο θεές»
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίο η εξαίρετη συγγραφέας –σύγχρονή μας– Ρέα Γαλανάκη χειρίζεται τη μυθιστορηματική βιογραφία, πώς δηλαδή περνάει από το μάτι της βελόνας τη ζωή σημαντικών ιστορικών προσώπων – της μυθολογίας μη εξαιρουμένης. Σε αυτό το βιβλίο ασχολείται με τον βίο και τα έργα του ξακουστού γλύπτη, γνωστού σε όλους, Γιαννούλη Χαλεπά, τον εκ της Τήνου ορμώμενο, και στη συνέχεια με τον μύθο του Θησέα και της Αριάδνης, στον οποίο παρεισφρέουν ο Μινώταυρος, ο Μίνωας, η Πασιφάη, η Ευρώπη, η Φαίδρα, ο Δαίδαλος, ο Αιγαίας κλπ. Στην πρώτη νουβέλα η Γαλανάκη, απευθυνόμενη όχι στον αναγνώστη περιγράφοντας ή αφηγούμενη, αλλά στον ίδιο τον καλλιτέχνη, σε δεύτερο πληθυντικό, σε πληθυντικό ευγένειας, μας κάνει γνωστά πράγματα που αφορούν και την προσωπικότητά του αλλά και το έργο του, όπως: ο χαμένος του έρωτας, ο εγκλεισμός του στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας λόγω ακριβώς αυτής της αιτίας, η επιστροφή του στο νησί, η ιδιοτροπία της μητέρας του η οποία νομίζει πως την ευθύνη για την ψυχική ασθένεια του γιου της φέρουν ό,τι ο ίδιος φτιάχνει με τα χέρια του, καταστρέφοντάς τα, ο θάνατός της και παράλληλα η πλήρης απελευθέρωσή του στη δημιουργία περνώντας σε μια δεύτερη φάση, σε ένα άλλο επίπεδο, και τέλος η άφιξή του στην Αθήνα, γλιτώνοντας από τη βοσκή προβάτων και θελημάτων που κάνει προκειμένου να εξασφαλίζει τα προς το ζην∙ εδώ κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι τον είχαν επισκεφτεί και στο νησί και είχαν εκφράσει τον θαυμασμό τους γράφοντας για το έργο του, τον επισκέπτονται κάνοντας μαζί του ατέλειωτες συζητήσεις για την τέχνη, μέχρι τον ήσυχο και σε γεράματα ευρισκόμενος θάνατό του.
Η Γαλανάκη χωρίς υπερβολή έχει την ικανότητα, σε μεγάλο βαθμό, εμάς τους αναγνώστες να μας κάνει συμμέτοχους των υποθέσεων που χειρίζεται, γιατί επιτυγχάνει αυτή την ψευδαίσθηση να τη μετουσιώσει σε μια αλήθεια, σχεδόν δραματική, απ’ την οποία και δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, αφήνοντας τις αντιδράσεις μας σχεδόν αδρανείς.
Στη δεύτερη νουβέλα η Γαλανάκη, εξετάζοντας απ' την πλευρά της Αριάδνης τον ομότιτλο μύθο, μας μιλά για τον έρωτά της προς τον Θησέα, ο οποίος με τον μίτο του νήματος σκοτώνει τον Μινώταυρο απελευθερώνοντας τους εφήβους και τις κόρες, για το πώς στη συνέχεια γίνεται δικιά του όχι με τον τρόπο ίσως που εκείνη θα περίμενε και πώς τελικά την αφήνει στην επιστροφή τους προς την Αθήνα –χωρίς να αλλάξει τα μαύρα πανιά προσδοκώντας τον θάνατο του πατέρα του και την επικράτησή του στον θρόνο– στη Νάξο, όπου μέσα στην τεράστια λύπη της για το συμβάν την πλησιάζει ο θεός Διόνυσος, ο οποίος θα συνευρεθεί ερωτικά μαζί της και θα την κάνει αθάνατη, δηλαδή θεά, παρά την απαγκίστρωσή του απ' την ισχύ των βασικών θεών, οι οποίοι τώρα πλέον συγκλίνουν περισσότερο σε νεόκοπους αλλά πλήρως αποδεκτούς.
Η Γαλανάκη πριν παρουσιάσει το οτιδήποτε εργάζεται πυρετωδώς, ανατρέχει σε πηγές, ψάχνει με όλους τους δυνατούς τρόπους να βρει στοιχεία που αφορούν τις ιστορίες που θα διηγηθεί, γενικά κατασκευάζει μια ατμόσφαιρα η οποία μας τοποθετεί σε εκείνη του κεντρικού ήρωα –όπως, για παράδειγμα, την περίοδο που ο Γιαννούλης Χαλεπάς έζησε και δημιούργησε. Η φεμινιστική της δε διάθεση, η οποία και εξυφαίνεται στον μύθο της Αριάδνης, είναι τόσο εμφανής που δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης, καθώς βρίσκεται με το μέρος της, καθώς έχει ερωτευτεί βαθιά και δεν βρίσκει την ανάλογη ανταπόκριση, καθώς λυπάται με την ενέργεια του ερωτικού της πάθους, ουσιαστικά πιστοποιώντας την εικόνα όλων των ανδρών, που συνήθως κάνουν το ίδιο με αυτό που έκανε ο Θησέας. Η Γαλανάκη χωρίς υπερβολή έχει την ικανότητα, σε μεγάλο βαθμό, εμάς τους αναγνώστες να μας κάνει συμμέτοχους των υποθέσεων που χειρίζεται, γιατί επιτυγχάνει αυτή την ψευδαίσθηση να τη μετουσιώσει σε μια αλήθεια, σχεδόν δραματική, απ’ την οποία και δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, αφήνοντας τις αντιδράσεις μας σχεδόν αδρανείς. Η Γαλανάκη είναι σαφέστατα τεράστια πεζογράφος, γιατί επιπλέον ό,τι αφηγείται κρίνεται πρωτοποριακό και μοναδικό έως του σημείου της πλήρους απογύμνωσης και λεπτομερειακής παράθεσης, της αναλυτικής εκζήτησης παρά τον περιορισμένο στόχο που η νουβέλα κατέχει, όντως ευρισκόμενη στο μέσον διηγήματος και μυθιστορήματος. Κάτι για το οποίο η ίδια στον επίλογο μας διαφωτίζει, μιλώντας για προσωπική απόφαση.
Θα ήθελα όμως να πω κάτι για τον τίτλο του βιβλίου Δυο γυναίκες, δυο θεές. Η μία γυναίκα είναι σίγουρα η Αριάδνη, η άλλη, όμως, στο κομμάτι για τον Χαλεπά, πρέπει να αναζητηθεί ανάμεσα στην αγαπημένη του –που λόγω της απώλειάς της βρέθηκε στο ψυχιατρείο– και στη μητέρα του, η οποία είχε τη φαεινή ιδέα να καταστρέφει τα γλυπτά του νομίζοντας πως τον σώζει απ’ την επίδρασή τους. Όπως και να ’χει, και δυο και τρεις γυναίκες μπορούν να θεωρηθούν θεές, αφού έτσι το θέλει ο άνθρωπος που κινεί τα νήματα, η γυναίκα που αναστατώνεται από τις πράξεις τους, η πεζογράφος που στέκεται κοντά τους για λόγους που, πάνω απ’ όλα, έχουν να κάνουν με την προσωπική της οπτική και στην ιστορία και στη μυθολογία.
Για μια ακόμη φορά η πεζογράφος Ρέα Γαλανάκη επιτυγχάνει να μας ευαισθητοποιήσει γράφοντας για δύο εντελώς άσχετα μεταξύ τους θέματα, με τη μέθοδο όμως της ατμοσφαιρικής έλευσης στα γραπτά της, της δραματικής εξέλιξής τους και τέλος, της γλωσσικής και υφολογικής προσαρμογής, έτσι ώστε τίποτα να μη μένει αδιευκρίνιστο. Για μια ακόμη φορά η ποιήτρια Ρέα Γαλανάκη, ίσως και χωρίς να το συνειδητοποιεί –αφού η συνείδηση καταστρέφει την ποιητική έμπνευση– κυριολεκτικώς κεντά δύο ιστορίες με απύθμενη σοβαρότητα, με αβίαστη συστολή, με ακριβοδίκαιη διάθεση, τέλος με σπασμωδική, πλην απόλυτα ψυχολογική, είσοδο στην εσωτερική πλευρά των ηρώων που διαλέγει να μας αφηγηθεί.
Δυο γυναίκες, δυο θεές
Ρέα Γαλανάκη
Καστανιώτης
224 σελ.
ISBN 978-960-03-6273-2
Τιμή: €14,84
πηγή : diastixo.gr