Ποίηση-Ζήσης Α. Βαπορίδης: «Λυκούργος, ο βασιλιάς του Παγγαίου» κριτική του Χρ. Δ. Αντωνίου
Η «ύβρις» ήταν βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των αρχαίων Ελλήνων. Όταν κάποιος, υπερεκτιμώντας τις ικανότητες και τη δύναμή του (σωματική, αλλά κυρίως πολιτική, στρατιωτική και οικονομική), συμπεριφερόταν με βίαιο, αλαζονικό και προσβλητικό τρόπο απέναντι στους άλλους, στους νόμους της πολιτείας και κυρίως απέναντι στον άγραφο θεϊκό νόμο –νόμοι που επέβαλλαν όρια στην ανθρώπινη δράση– θεωρούνταν ότι διέπραττε «ύβριν», δηλαδή παρουσίαζε συμπεριφορά με την οποία επιχειρούσε να υπερβεί τη θνητή φύση του και να εξομοιωθεί με τους θεούς, με συνέπεια την προσβολή και τον εξοργισμό τους.
Η βίαιη, αυθάδης και αλαζονική αυτή συμπεριφορά, που αποτελούσε για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο παραβίαση της ηθικής τάξης και απόπειρα ανατροπής της κοινωνικής ισορροπίας και γενικότερα της τάξης του κόσμου, πιστευόταν ότι οδηγούσε τελικά στην πτώση και καταστροφή του «υβριστή». Αποδίδοντας την αντίληψη σχετικά με την ύβρη και τις συνέπειές της, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην αρχαιότερή της μορφή, με το σχήμα: ύβρις-άτη-νέμεσις-τίσις, μπορούμε να πούμε ότι οι αρχαίοι πίστευαν πως μια «ύβρις» συνήθως προκαλούσε την επέμβαση των θεών, και κυρίως του Δία, που έστελνε στον υβριστή την «άτη», δηλαδή το θόλωμα, την τύφλωση του νου. Αυτή με τη σειρά της οδηγούσε τον υβριστή σε νέες ύβρεις, ώσπου να διαπράξει μια πολύ μεγάλη α-νοησία, να υποπέσει σε ένα πολύ σοβαρό σφάλμα, το οποίο προκαλούσε τη «νέμεση», την οργή και εκδίκηση δηλαδή των θεών, που επέφερε την «τίση», δηλαδή την τιμωρία και την καταστροφή του.
Η ποιότητα των στίχων και η πλούσια αναφορικότητά τους στα πρόσωπα και τα γεγονότα του μύθου, αλλά και σε ποικίλα θέματα, αντιλήψεις, έθιμα, παραμύθια, τόπους της αρχαίας Θράκης είναι αυτά που συνιστούν το κατόρθωμα του πρώτου μέρους του βιβλίου.
Το βιβλίο του Ζήση Βαπορίδη, Λυκούργος, ο βασιλιάς του Παγγαίου και άλλοι μύθοι της περιοχής, πάνω ακριβώς σ’ αυτή την αρχαιοελληνική αντίληψη στηρίζεται για να μας παρουσιάσει τον μύθο σχετικά με τον «υβριστή» Λυκούργο, τον βασιλιά του Παγγαίου της Θράκης. Και ποια είναι η ύβρις του;
Σύμφωνα με την πλέον διαδεδομένη εκδοχή του μύθου, ο Λυκούργος, γεμάτος έπαρση που του έδινε η σωματική του ρώμη αλλά και ο πλούτος του, πίστευε πως ήταν ανώτερος όλων και, αγνοώντας τους κανόνες της ηθικής, παρεμποδίζει την εξάπλωση της λατρείας του θεού Διόνυσου στη Θράκη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά τρομοκρατεί και καταδιώκει τον νέο θεό που έντρομος καταφεύγει στα βάθη της θάλασσας του Αιγαίου, όπου βρίσκει φιλοξενία από τη Θέτιδα και την Ωκεανίδα Ευρυνόμη. Έτσι ο «Κρατερός», όπως θεωρούσε τον εαυτό του, Λυκούργος παρουσιάζεται εντελώς ασυνείδητος, αφού μη σεβόμενος τα ιερά και τα όσια προσβάλλει τους θεούς και δηλώνει αμετανόητος. Αυτό εξοργίζει τους θεούς που τιμωρούν όχι μόνο τον Λυκούργο, αφού του θολώνουν το μυαλό και σε μια κρίση παραφροσύνης σκοτώνει το ίδιο του το παιδί, τον Δρύα, αλλά και όλη του τη χώρα, που υποφέρει από πρωτοφανή ξηρασία και λιμό. Η Βασίλισσα σύζυγός του, οι άρχοντες και ο λαός, καθοδηγούμενοι από το ιερατείο, συλλαμβάνουν τον Βασιλιά, τον τυφλώνουν και τον φυλακίζουν σε μια σπηλιά του Παγγαίου.
Αυτός είναι ο μύθος τον οποίο ο Βαπορίδης πραγματεύεται στο βιβλίο του με πρωτότυπο και επιστημονικό τρόπο. Πρόκειται για ένα έργο ζωής, αφού ο συγγραφέας, όπως γράφει στον πρόλογο, άρχισε τη σύνθεσή του, βοηθούμενος και από τον γιο του, το 1990. Έκτοτε επεξεργαζόταν το υλικό του γι’ αυτόν τον βασικό μύθο προσθέτοντας ονόματα, θεσμούς, παμπάλαια έθιμα και παραμύθια, που αναφέρονται στην Ελληνική Γραμματεία, αφαιρώντας, διορθώνοντας και βελτιώνοντας στοιχεία. Το βιβλίο διαιρείται σε δύο μέρη, που και τα δύο αποτελούν το καθένα ξεχωριστά κι ένα πνευματικό κατόρθωμα. Στο πρώτο μέρος (σ. 12-72), που είναι και το κύριο, ο Βαπορίδης σε 37 ποιήματά του εκθέτει τον δραματικό μύθο για τον Λυκούργο σε παραπάνω από χίλιους δεκαπεντασύλλαβους στίχους με σταυρωτή ομοιοκαταληξία (1ος-3ος και 2ος-4ος). Τα ποιήματα αυτά δεν συνθέτουν βέβαια γραμμικά ένα «δράμα» έτοιμο για παράσταση, αλλά διεκτραγουδούν επιλεκτικά τις κορυφώσεις του. Τα κύρια πρόσωπα του δράματος είναι ο Λυκούργος Δρυαντίδης, η Βασίλισσα σύζυγός του, οι Γέροντες και ο Έξαρχος του χορού. Η ποιότητα των στίχων και η πλούσια αναφορικότητά τους στα πρόσωπα και τα γεγονότα του μύθου, αλλά και σε ποικίλα θέματα, αντιλήψεις, έθιμα, παραμύθια, τόπους της αρχαίας Θράκης είναι αυτά που συνιστούν το κατόρθωμα του πρώτου μέρους του βιβλίου. Και να ένα δείγμα της ποιότητας αυτών των στίχων:
Απ’ το Παγγαίο θώραγε, καμάρωνε το βιος του
των Ηδωνών ο Βασιλιάς, του Δρύαντα το αίμα.
Μοιράζονταν με το βουνό τον ήλιο-και στο φως του
αγνάντευε βουνοκορφές σαν κρυσταλλένιο στέμμα.
Ποτάμι καλλιγέφυρο, ζωής πηγή κι ασπίδα,
με τον Αγγίτη έσμιγε στη δύση ο Στρυμόνας.
Ολάνθιστες αμυγδαλιές-νυφούλες στη Φυλλίδα-
σκορπούσαν τις νιφάδες τους πριν φύγει ο χειμώνας.
(Δάτο, σ. 14)
Ο συγγραφέας λοιπόν με τη βοήθεια των επιστημονικών σχολίων που αφορούν τον μύθο αφήνει να εννοηθεί ότι στην ουσία η ιστορική αιτία της παρεμπόδισης της λατρείας του Διονύσου στη Θράκη σχετίζεται με την υπεράσπιση εκ μέρους του Λυκούργου (που ήταν γιος του Δρύαντα, λάτρη του θεού Άρη, δηλαδή του πολέμου) του κατεστημένου του καιρού του.
Αν το πρώτο μέρος αποτελεί ένα ποιητικό κατόρθωμα, το δεύτερο μέρος είναι φιλολογικό. Ο Βαπορίδης βέβαια δεν είναι φιλόλογος, αλλά φαρμακοποιός στην Καβάλα, ένας ευαίσθητος φαρμακοποιός, που μου θυμίζει τον στίχο του Σεφέρη: «Συλλογίστηκε κανένας τι υποφέρει ένας ευαίσθητος φαρμακοποιός που διανυκτερεύει;» και που τρέφει μεγάλη αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα του. Το λέω αυτό, γιατί μόνο η «γερή αρματωσιά μιας αγάπης» θα μπορούσε να του δώσει τόση δύναμη όχι μόνο να περισυλλέξει τόσα στοιχεία για τον μύθο και τον τόπο του, αλλά και να τα εκθέσει ποιητικά και να τα σχολιάσει με φιλολογική επιστημονική σχολαστικότητα. Ναι, το δεύτερο μέρος του βιβλίου αποτελεί έναν πολύ πλούσιο σχολιασμό του πρώτου μέρους με βιβλιοπαραπομπές και διευκρινιστικά αποσπάσματα που ξεκινούν από τον Όμηρο και τον Ηρόδοτο και φτάνουν μέχρι τους σύγχρονους μελετητές του θέματος. Σε πάρα πολλές μάλιστα περιπτώσεις σχολιάζει, λιγότερο ή περισσότερο έμμεσα όσα διαμείβονται, με εικόνες από αρχαία αγγεία, με ανάγλυφα, με αγάλματα, με νομίσματα κ.ά. που προσφέρουν πληροφορίες ή απεικονίσεις σχετικές με τον μύθο.
Ο συγγραφέας λοιπόν με τη βοήθεια των επιστημονικών σχολίων που αφορούν τον μύθο αφήνει να εννοηθεί ότι στην ουσία η ιστορική αιτία της παρεμπόδισης της λατρείας του Διονύσου στη Θράκη σχετίζεται με την υπεράσπιση εκ μέρους του Λυκούργου (που ήταν γιος του Δρύαντα, λάτρη του θεού Άρη, δηλαδή του πολέμου) του κατεστημένου του καιρού του. Ο Διόνυσος ως θεότητα της αμπέλου και του οίνου, ο οποίος εξίσωνε κατά κάποιο τρόπο τις λαϊκές μάζες με τους αριστοκράτες, αφού ο οίνος είχε ως επακόλουθο να μην αισθάνονται οι άνθρωποι καταπιεσμένοι, αλλά χαλαροί κι ελεύθεροι, δεν ήταν αγαπητός στην άρχουσα τάξη του καιρού. Ο μύθος δηλαδή του Λυκούργου που καταδιώκει τον Διόνυσο έχει βαθιές πολιτικές ρίζες και μάλλον υπαινίσσεται τους λαϊκούς αγώνες εκείνης της εποχής για δικαιότερη κοινωνία. (Η συντριβή του Λυκούργου από τους θεούς μάς επιτρέπει να κατανοήσουμε την εξάπλωση της αμπελουργίας στη Θράκη). Γι’ αυτό κι ο μύθος του Λυκούργου είναι στην αρχαία εποχή πολύ γνωστός και πολύ αγαπητός. Σ’ ένα σχόλιο του δεύτερου μέρους διαβάζουμε: «Σαράντα και πλέον παραλλαγές του μύθου έχουν διασωθεί και δεκάδες σύγχρονοι όπως και παλιοί μελετητές έχουν ασχοληθεί μ’ αυτούς, ενώ σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, ο μύθος ενέπνευσε, εκτός από τους ποιητές, και καλλιτέχνες της ζωγραφικής, της γλυπτικής, της αγγειογραφίας, της χαρακτικής, της μικρογλυπτικής κ.ά.», από τους οποίους ο συγγραφέας δανείζεται τα εικαστικά του τεκμήρια.
Θα τελειώσω με μια φράση του Ζήση Βαπορίδη: «Στον σύγχρονο σκεπτικισμό πιστεύω πως οι μεταμορφωτικές δυνάμεις των παραμυθιών είναι το μόνο μέσον που συνεπικουρεί στη μάχη των ρομαντικών ενάντια στις σκοτεινές δυνάμεις της καθημερινότητας».
Λυκούργος, ο βασιλιάς του Παγγαίου
Και άλλοι μύθοι της περιοχής
Ζήσης Α. Βαπορίδης
Κάπα Εκδοτική
224 σελ.
ISBN 978-618-5191-12-2
Τιμή € 15,90
Πηγή : diastixo.gr