Παυλίνα Παμπούδη: «Παράξενες κι ακόμα πιο παράξενες ιστορίες»
Ο αναγνώστης που θα διαβάσει το οπισθόφυλλο του βιβλίου της Παυλίνας Παμπούδη με τον τίτλο Παράξενες κι ακόμα πιο παράξενες ιστορίες, για να δει τι είναι αυτές οι ιστορίες, που συνοδεύονται από δύο επίθετα, με το ένα να υπερτονίζει το άλλο, θα μείνει με την απορία σε εκκρεμότητα. Κανονικά πρόκειται για το αποκλίνον από το σύνηθες. Αυτό όμως για έναν κανονικό συγγραφέα, γιατί η Παμπούδη δεν αγαπά τα κανονικά και το καλούπι την αποφεύγει. Έτσι, αυτό που για τους κανονικούς είναι παράξενο, για την Παμπούδη είναι κανονικό. Πάμε λοιπόν σαν τον τυφλό Τειρεσία να δούμε –τρόπος του λέγειν– τα παράξενα του βιβλίου. Ειρήσθω εν παρόδω ότι η Παμπούδη σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία, Ζωγραφική, Μαθηματικά, είναι μέλος της Εταρείας Συγγραφέων και του Κύκλου Ποιητών, μεταφράστρια, συγγραφέας πάμπολλων βιβλίων, τηλεοπτικών σεναρίων, στιχουργός και αρχισυντάκτρια του ηλεκτρονικού περιοδικού Περί ου.
Παράξενο πρώτο: οι ιστορίες είναι φτιαγμένες από τα υλικά της πραγματικότητας, αλλά με όλες τις παραμέτρους –χρόνος, τόπος, πρόσωπα, γεγονότα, εφημερίδες– αληθοφανή παραμύθια. Και λέω παραμύθια,γιατί αρχίζουν, κατά κανόνα, σαν παραμύθια –«μια φορά κι έναν καιρό»– αλλά τεκμηριώνουν την ψεύτικη αλήθεια τους με επιστημονικούς και λογοτεχνικούς όρους. Συχνά, σαν τον αρχαίο Αίσωπο και σαν τον Γάλλο Λαφοντέν, δίνει ανθρώπινα χαρακτηριστικά στα ζώα ή στους ανθρώπους μορφή ζώων, στηλιτεύοντας τα ανθρώπινα ελαττώματα και καταλήγοντας σε ηθικό δίδαγμα. Όπως μαθαίναμε και στο σχολείο «ότε τα ζώα φωνήεντα ήν», όταν δηλαδή είχαν φωνή, μιλούσαν κι έλεγαν…
Κοιτάζοντας τους τίτλους των ιστοριών θα διαπιστώσουμε ότι όλα τα παράξενα είναι κανονικά, μέσα στην κειμενική τους συνθήκη, αλλά βάζουν τον αναγνώστη τους να γίνει κάτι λίγο από Ηρακλή Πουαρό και κάτι από Σέρλοκ Χολμς, για να βρει τι ανέσυρε από το υπόγειο ο δαιμόνιος ντετέκτιβ. Σσσς, ευφημείτε και μη βλασφημείτε, μιλώ με παραμύθια και με παραβολές και πάω παρακάτω.
Η πρώτη ιστορία, με τον τίτλο «Εξομολόγηση ενός επιτυχημένου συγγραφέα», φιλοξενεί, εγκιβωτίζει είναι το σωστότερο ρήμα, μια άλλη ιστορία, όπου ένας ευρηματικός δολοφόνος καταγράφει τα εγκλήματά του, διότι «δεν αξίζει να κάνεις κάτι το οποίο δεν θα μπορείς να διηγηθείς μετά», γραπτώς βεβαίως, όπως είπε ο Όσκαρ Ουάιλντ και μας το θυμίζει η Παμπούδη, εφόσον τα λόγια τα παίρνει ο αέρας, ενώ τα γραπτά παραμένουν και ισχύουν τα γνωστά και χιλιοειπωμένα. Μέσα, λοιπόν, από την εγκιβωτισμένη ιστορία αναπηδούν όλες οι πιθανές διαθέσεις του εκάστοτε γράφοντος. Έτσι, ο ποιητής διακατέχεται από διακαή κλεπτομανία και λεξιλαγνεία, ο βιογράφος από διάθεση κουτσομπολολογίας, ο φιλόσοφος, εμμανής με τις εμμονές του· «μια ατομική συνείδηση ζητάει να επιβάλει την κοσμοθεωρία της στον περίγυρό της», έλεγε ο Άγγελος Τερζάκης. Ο λαίμαργος, αφού καταβρόχθισε τον αγλέουρα, όπως λέει ο λαός, απολαμβάνει τώρα, με τη συγγραφή βιβλίων μαγειρικής, κάθε μικρή λεπτομέρεια γευστικής και οσφρητικής ηδονής, ανακαλώντας στη μνήμη ρωμαϊκά συμπόσια. Μα ποιος μη λαίμαργος θα γινόταν συγγραφέας τέτοιου βιβλίου; Και θυμηθείτε την επιτυχία που έκανε η περίφημη Λωξάνδρα της Μαρίας Ιορδανίδου… Από την κοιλιά αρχίζουν όλα και ο έρωτας από εκεί, λέει μια παροιμία και δείχνει εκείνο το «να βγούμε να φάμε» που σημαίνει κάτι άλλο από το να φάμε, διότι ένας τίτλος έρχεται να καταδηλώσει, determinare, λέει και ο Ουμπέρτο Έκο, όλες τις πιθανές ερμηνείες του τίτλου. Και τι ντετερμινάρησε η Παμπούδη με τον determinativum τίτλο της; Καταδήλωσε όλα τα πιθανά significativa της λέξης ή της φράσης. «Τρως καλά…» ήταν μια φράση με συνυποδηλούμενο που έλεγαν οι συμφοιτητές μου, όταν έτρωγαν εκτός φοιτητικής λέσχης.
Με άλλα λόγια, η συγγραφέας στόχευσε στις πολλές αθέατες παραμέτρους του εμφανούς. Και μάλλον είχε υπ’ όψιν της το υπερρεαλιστικό δόγμα περί ονείρου και πραγματικότητας, επειδή ο ελληνικός λαός, αν και αγνοούσε τον υπερρεαλισμό, εκκινούσε την ερμηνεία ενός ονείρου από το φαγητό κατά το «ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται» ή όπως ο Τιμοκρέων ο Ρόδιος, «πολλά φαγών και πολλά πιών», έχει εφιάλτες.
Ο ερωτόληπτος κατασκευάζει έναν διάκοσμο των θηλυκών πραγμάτων, π.χ. γοργόνες, Γοργώ οι αρχαίοι. Ο Καραγάτσης παρεμβαίνει στην αφήγηση ως ειδήμων στο είδος αυτών των «ψαρογυναικών» που συμπεριφέρονται ως Κίρκες και βγάζουν στην επιφάνεια το γουρούνι που κρύβει ο καθένας μέσα του.
Με άλλα λόγια, η συγγραφέας στόχευσε στις πολλές αθέατες παραμέτρους του εμφανούς.
Στο κείμενο με τον τίτλο «Ερωτικά γράμματα» έχουμε άλλα ενδιαφέροντα, όπου η αναφορά στον «Ιωάννη Ζεμενό, τον σπουδαίο αλλά άγνωστο ποιητή…» αγαπητικό της… ας πούμε (για να συνεννοηθούμε) γιαγιάς της συγγραφέως, η οποία επί δεκαοχτώ μήνες τής μιλούσε γι’ αυτόν, αλλάζοντας την ιστορία κάθε μέρα, επειδή η μνήμη της ήταν οπαδός του Ηράκλειτου και της φυσικής αλλαγής. Εν τω μεταξύ, παρεμβάλλονται αληθοφανείς πληροφορίες για τον Ζεμενό, τόσο καλά τεκμηριωμένες, σαν να είναι αληθινές, όπως «Το ψέμα μου είναι τόσο αληθινό/ που ακόμη καίν’ τα χείλη μου» και το ψέμα από μικρές αλήθειες γίνεται. Ακόμα, παρεμβάλλονται λαϊκά τραγούδια ερωτικού καημού, ένα πλοίο πάει κι έρχεται, που μάλλον δεν υπήρξε ποτέ, και τα έγραψε μια εφημερίδα που κι εκείνη δεν υπήρξε… Υπήρξε όμως ο Σκοπελίτης ρασοφόρος λόγιος. Ενδιαφέρον έχει το ηθικό δίδαγμα που συνοδεύει το κείμενο: «Προσοχή: η Ιστορία βρίθει αγνώστων και απροσδοκήτων πηγών, που δεν ξέρεις πότε και από ποιον θα ανακαλυφθούν». Εδώ ο πονηρός αναγνώστης μπορεί να πει πως όλη η ιστορία είναι σαν τον λευκό καμβά που τον γεμίζει με σχήματα και χρώματα ο ζωγράφος, γιατί κάπου αποσκοπεί.
Όπως είπε και ο Πάμπλο Πικάσο, η τέχνη είναι ένα ψέμα που μας βοηθάει να ανακαλύψουμε την αλήθεια. Και ο Πικάσο ανακαλύπτει τη δική του με ψεύτικα σχήματα και χρώματα. Ο λογοτέχνης με λέξεις… ή με τα λόγια της Παμπούδη: «Όλοι είμαστε Επινοήσεις. Σκοτεινές Επινοήσεις. Άδεια σχήματα λόγου» και νομίζω πως εδώ κρυφογελάει ο Πολ Βαλερί –είμαστε στη φαντασία ενός γραφιά– και ο Ουμπέρτο Έκο πάλι: nomina nuda tenemus…
Η Παμπούδη, πίσω από τα παιχνίδια της με τα πρόσωπα και τα ζώα, κρύβει μια ευαισθησία για τους ηλικιωμένους που ζουν μόνο με μισοξεχασμένες αναμνήσεις, εκείνους που τους έχει αδικήσει η κοινωνία ή η φύση, κατανοεί τους φιλόδοξους, τους άλλους που φιλοσοφούν και όλους εκείνους που αποτελούν το ποικιλόχρωμο κοινωνικό και πνευματικό ψηφιδωτό. Μέσα βαθιά στο σκοτεινό υπόγειο της ψυχής ρίχνει αγκίστρι και πιάνει ψαράκια καλά. Έχει μάθει όλων τη φωνή και τη λαλιά. Αυτή τη λαλιά μεθερμηνεύει παίζοντας επιφανειακά και φιλοσοφώντας σοβαρά. Η φύση είναι ένα αξεπέραστο μυστήριο.
Παράξενες κι ακόμα πιο παράξενες ιστορίες
Παυλίνα Παμπούδη
Εικόνα εξωφύλλου: Σοφία Χουλιαρά
Καλειδοσκόπιο
144 σελ.
ISBN 978-960-471-203-8
Τιμή €13,90
πηγή : diastixo.gr