Παναγιώτης Βλάχος: «Το blues της ανεργίας»

2017-06-28 11:17

Παναγιώτης Βλάχος: «Το blues της ανεργίας»

Την πορεία της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, μέσα από την ιστορία ενός ζευγαριού, από το «έτος μηδέν» ή αλλιώς το 2010, έτος έναρξης της κρίσης, μέχρι λίγο μετά που ένα «όχι» γίνεται «ναι» καταγράφει το βιβλίο του Παναγιώτη Βλάχου Το blues της ανεργίας, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέδρος. Ένα βιβλίο που θα μπορούσε μελλοντικά να διαβαστεί για να μας θυμίσει πώς έγιναν όλα και βρέθηκε η μισή Ελλάδα χωρίς δουλειά και σχεδόν όλη η Ελλάδα χρεωμένη. Ένα βιβλίο που μπορεί σήμερα να μας υπενθυμίσει πώς κατρακυλήσαμε από το 2010, που μπορούσαμε ακόμα να ελπίζουμε ότι δουλειές υπάρχουν, στο σήμερα, που υπάρχουν μόνο κακοπληρωμένες ή και καθόλου πληρωμένες δουλειές.

Στην αρχή του βιβλίου βρίσκουμε την Αλεξάνδρα μόλις να έχει παραιτηθεί από τη δουλειά της. Μια δουλειά σε εκδοτικό οίκο που είχε αποτελέσει το όνειρό της, πριν καταλήξει να είναι μια δουλειά όπου υποχρεωνόταν να υπηρετεί ατάλαντους στον βωμό του συμφέροντος.

Ένα βιβλίο που μπορεί σήμερα να μας υπενθυμίσει πώς κατρακυλήσαμε από το 2010, που μπορούσαμε ακόμα να ελπίζουμε ότι δουλειές υπάρχουν, στο σήμερα, που υπάρχουν μόνο κακοπληρωμένες ή και καθόλου πληρωμένες δουλειές.

Σε πρώτο πρόσωπο η αφήγηση. Κυρίως είναι ο Πέτρος, ο σύντροφος της Αλεξάνδρας, που μιλάει στον αναγνώστη, και λιγότερο η Αλεξάνδρα – όταν πρέπει να αποσαφηνιστούν τα δικά της κίνητρα και συναισθήματα, όταν ο Πέτρος δεν μπορεί να γνωρίζει σκέψεις και πράξεις της, όταν πρέπει να μας πει τη δική της άποψη για τον κάθε καβγά τους. Είναι όμως ο Πέτρος που αντιλαμβάνεται ότι η Αλεξάνδρα βουλιάζει στην κατάθλιψη, όσο ψάχνει για δουλειά και διαπιστώνει ότι δουλειές δεν υπάρχουν.

Ένα βιβλίο γραμμένο με κοφτές φράσεις, μικρές κυρίως προτάσεις και διαλόγους που συχνά θυμίζουν μονολόγους με τον εαυτό μας. Ένα βιβλίο που δανείζεται ακόμα και στοιχεία της θεατρικής γραφής για να περιγράψει την εναλλαγή σκηνών. «Σκηνή πρώτη: Εσωτερικό. Η Αλεξάνδρα ξαπλωμένη στον καναπέ... Σκηνή δεύτερη: Εξωτερικό. Παιχνίδι. Πετάω μακριά ένα αμύγδαλο...».

Ένα στιλ που σε παραπέμπει στην μπιτ αμερικανική λογοτεχνία του ’50, από τον τίτλο ακόμα, Το blues της ανεργίας, για να ενσωματώσει σε κάθε σημαντική στιγμή ένα τραγούδι, έναν δίσκο, ένα βιβλίο, έναν αγαπημένο συγγραφέα. Ο Κέρουακ περιγράφει γι’ αυτόν και τους φίλους του ότι είναι οι «ηττημένοι που δεν μπορούν να χωρέσουν στο κουστούμι του νέου πολλά υποσχόμενου επιχειρηματία, που ως όπλο στο χρόνο έχουν την τέχνη και την πνευματικότητα και κρύβουν τη μυστική αγιότητα των κατατρεγμένων». Αυτοί είναι και οι ήρωες του Παναγιώτη Βλάχου. Κατατρεγμένοι μέσα στο σπίτι τους από διαρρήκτες, κατατρεγμένοι στους δρόμους από την άγρια αστυνομική βία, κατατρεγμένοι από λογαριασμούς και τράπεζες. Άνθρωποι που δεν επιδιώκουν το χρήμα και τους αρκεί για να νιώσουν ευτυχία ένα καλό βιβλίο, μουσική, ένα ποτήρι κρασί, συζήτηση με φίλους.

Κατατρεγμένοι μέσα στο σπίτι τους από διαρρήκτες, κατατρεγμένοι στους δρόμους από την άγρια αστυνομική βία, κατατρεγμένοι από λογαριασμούς και τράπεζες. Άνθρωποι που δεν επιδιώκουν το χρήμα και τους αρκεί για να νιώσουν ευτυχία ένα καλό βιβλίο, μουσική, ένα ποτήρι κρασί, συζήτηση με φίλους.

Διαβάζοντας το βιβλίο, μυρίζεις σχεδόν τα χημικά σε μια Αθήνα που τα έχει πια συνηθίσει, ακολουθείς μαζί με τους ήρωες κάποια από τις πορείες διαμαρτυρίας, έστω κι αν ποτέ δεν το έκανες τα χρόνια που πέρασαν. Σε κατακλύζουν οι σκέψεις που είχες όταν κάποτε συναπαντήθηκες με κάποια πορεία, όταν σκέφτηκες αν θα έπρεπε να την ακολουθήσεις.

Διαβάζοντας τις συζητήσεις της παρέας νιώθεις την ανάγκη να συμμετάσχεις. Να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις, διότι μιλάνε για πράγματα που γνωρίζεις, για πράγματα που είδες, που σε επηρέασαν και σε επηρεάζουν, για πολιτικούς που μπαίνουν κάθε μέρα στο σπίτι σου από την τηλεόραση, για καταστάσεις που ζεις καθημερινά.

Περιστατικά που ο καθένας έζησε ο ίδιος ή κάποιος δικός του τα χρόνια της κρίσης, τα οποία όμως καταγεγραμμένα, το ένα πίσω από το άλλο, δείχνουν ακόμα πιο ζοφερά, περιγράφοντας ένα κράτος που σιωπά στις ανάγκες των πολιτών του. «Μια γυναίκα μιλούσε στο κινητό σε έξαλλη κατάσταση. Αν κατάλαβα καλά, πριν μια εβδομάδα είχε αποβάλει. Το πεθαμένο έμβρυο υπήρχε ακόμα μέσα της. Την έδιωξαν και της ζητούσαν να κάνει μια εξέταση διακοσίων ευρώ σε ιδιωτικό κέντρο, γιατί δεν τη δικαιολογούσε πλέον το Δημόσιο. Μόνο με αυτή την εξέταση θα μπορούσαν να την ξαναδεχτούν, αλλιώς να πήγαινε πάλι μόνο αν είχε πυρετό».

Καλοκαίρια και πρωτοχρονιές περνάνε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, χωρίς εξωτικούς προορισμούς, χωρίς αστραφτερά πάρτι. Διασκέδαση και διακοπές με δυνατότητες που δίνουν οι φίλοι. «Στην κρίση χάνεις φίλους, κερδίζεις κάποιους νέους, κάποιες άλλες σχέσεις, ομολογουμένως λίγες, γίνονται πιο δυνατές. Το ζήτημα είναι να μη χάσεις το μυαλό σου».

Είναι δύσκολο να διαγνώσει κανείς πότε γίνεται πραγματικά φτωχός, όταν έχει συνηθίσει να μην είναι. Το ζευγάρι που ξεκινάει στο βιβλίο το 2010 δεν είναι το ίδιο με αυτό που θα καταλήξει το 2015, χρονιά που ολοκληρώνεται η ιστορία του βιβλίου.



Πόσοι δεν έχασαν φίλους και ίσως και το μυαλό τους σε αναμετρήσεις στην κάλπη, όταν νόμιζαν ότι το αποτέλεσμά της θα μπορούσε να οδηγήσει στη διαφορά; Πόσες συζητήσεις για αριστερούς, δεξιούς, σωστούς και λάθος;

Και μέσα σε όλους τους φίλους, ένας φίλος διαφορετικός. Ένας φίλος πάμπλουτος, με δουλειά από αυτές που οδηγούν τους άλλους στη φτώχεια. Μέσω αυτού ο αναγνώστης μπορεί να δει και την άλλη όψη της κρίσης. Να γνωρίσει την ψυχολογία αυτών που παίζουν για να κερδίσουν. Που πιστεύουν ότι «η υπεροχή του καπιταλισμού οφείλεται στη δημιουργική καταστροφή». Παιδικός φίλος του Πέτρου, άνθρωπος που αντιπαθεί, μισεί ή ίσως να μην έχει ξεκαθαρίσει και τόσο τα συναισθήματά της γι’ αυτόν η Αλεξάνδρα. Η Αλεξάνδρα που έχει πάρει το όνομά της από τον θείο της που βασανίστηκε για τα αριστερά πιστεύω του. Που εξαιτίας τους έχασε τη γυναίκα της ζωής του και την ευκαιρία να κάνει οικογένεια.

Η έλλειψη χρημάτων φέρνει πάντα γκρίνια, και στα πιο αγαπημένα ζευγάρια. Ακόμα και ο καιρός λες και το βάζει πείσμα να μην αφήσει να ευχαριστηθούν τις διακοπές, που λόγω έλλειψης χρημάτων γίνονται όπου έχουν εξοχικό σπίτι οι γνωστοί. «Οι ριπές του αέρα τα μεσημέρια ξεπερνούν τα δέκα μποφόρ σε όλη την ακτογραμμή. Το μπάνιο δε φαντάζει και τόσο δελεαστικό, καθώς τα κύματα σκάνε στα βράχια και ο βυθός αναδεύεται». Υπάρχουν όμως πάντα λόγοι να γελάσεις. Υπάρχει πάντα τρόπος να περάσεις όμορφα. Υπάρχουν πάντα κάποιοι που έχουν λιγότερα».

«Δεν υπάρχουν πιο φτωχοί από εμάς» θα πει κάποια στιγμή εκνευρισμένος ο Πέτρος, καθώς η Αλεξάνδρα εξακολουθεί να ψωνίζει τρόφιμα για τους φτωχούς. Είναι δύσκολο να διαγνώσει κανείς πότε γίνεται πραγματικά φτωχός, όταν έχει συνηθίσει να μην είναι. Το ζευγάρι που ξεκινάει στο βιβλίο το 2010 δεν είναι το ίδιο με αυτό που θα καταλήξει το 2015, χρονιά που ολοκληρώνεται η ιστορία του βιβλίου.

Το τέλος χάνεται κάπου σε ένα ταξίδι στη θάλασσα. Δύο επίλογοι για το τέλος, ένας γραμμένος από την Αλεξάνδρα, ένας από τον Πέτρο. Με ύφος πεζής ποίησης. Ένας επίλογος που μας επαναφέρει στην αρχή. Που επανέρχεται στην αρχή. Στην πρώτη φράση του βιβλίου. Διότι το παιχνίδι της ύπαρξης πρέπει να παίζεται μέχρι τέλους από την αρχή.

 

Το blues της ανεργίας
Παναγιώτης Βλάχος
Κέδρος
584 σελ.
ISBN 978-960-04-4762-0
Τιμή: €17,50
001 patakis eshop

 

 

 

πηγή : diastixo.gr