Παιδικά βιβλία-«Δύο παιδικά βιβλία για την προσφυγιά και τη διαφορετικότητα» της Μάριον Χωρεάνθη
Άννα Κοντολέων: «Πρίγκιπας σημαίνει Αμίρ»
Ένα συγκινητικό παραμύθι που δεν είναι ακριβώς παραμύθι μάς διηγείται η Άννα Κοντολέων στο καινούργιο της βιβλίο για παιδιά: την ιστορία του Αμίρ, ενός μικρού πρόσφυγα απ’ την Ανατολή, ο οποίος ναυαγεί στην Ελλάδα (ή σε μια ακτή που πιθανώς είναι ελληνική) και πασχίζει να επιβιώσει όπως μπορεί, με μοναδικό στήριγμα την παρέα ενός αδέσποτου σκύλου. Αν και το όνομά του, Αμίρ, σημαίνει όντως «πρίγκιπας» στα αραβικά, μόνο σαν πρίγκιπα δεν τον υποδέχεται η χώρα όπου τον ξέβρασαν τα κύματα, πνιγμένη και η ίδια στα δικά της προβλήματα και βάσανα. Ξεκομμένος απ’ τα συγγενικά και φιλικά του πρόσωπα και κυνηγημένος από τη μια κακοτυχία μετά την άλλη, ο υπερήφανος Αμίρ αρνείται πεισματικά να καταφύγει στον εξευτελισμό της ζητιανιάς ή να δεχτεί «ελεημοσύνη» και προσπαθεί όσο γίνεται ευπρεπώς να βρει κατάλυμα και τροφή για τον εαυτό του και τον Μαλίκ, το πιστό σκυλί που δεν πτοείται απ’ τη σκληρότητα και την αδιαφορία των ανθρώπων.
Ουσιαστική η γραφή της Άννας Κοντολέων και δυνατή, στέρεα αρχιτεκτονημένη και απέριττα περιγραφική, κατορθώνει να φορτίσει συναισθηματικά χωρίς ποτέ να ξεπέφτει στην ωμότητα ή στο «εκβιαστικό» μελό, με τα ωραία ασπρόμαυρα σχέδια της Αλεξίας Λουγιάκη να ζωντανεύουν τρυφερά τις εικόνες της και να αναδεικνύουν τα νοήματά της.
Ευτυχώς, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι σκληροί και αδιάφοροι. Υπάρχουν βέβαια εκείνοι που, ενώ συμπονούν, διστάζουν να βοηθήσουν για θεμιτούς και μη λόγους, καθώς και όσοι φανερά δεν ανέχονται να «μολυνθεί» η επίφαση της ευζωίας τους από το... αντιαισθητικό θέαμα της δυστυχίας (ή παρακινούνται από καθαρή μοχθηρία και διαστροφή, όπως ο γέρος που δηλητηριάζει τα αδέσποτα). Υπάρχουν επίσης αυτοί που προστρέχουν μεμονωμένα και διακριτικά, από προσωπική τους ευαισθησία, αλλά και εκείνοι που ασχολούνται σε ευρύτερη κλίμακα, έμπρακτα και οργανωμένα, με τα ακανθώδη κοινωνικά ζητήματα. Ωστόσο, σαν τον Μικρό Πρίγκιπα του βιβλίου που του είχε χαρίσει ο πατέρας του, λίγο πριν πέσει θύμα του πολέμου στον μακρινό τους τόπο, ο Αμίρ έχει την ατυχία να γνωρίσει κυρίως την ανθρώπινη ασπλαχνιά, στον «άλλο πλανήτη» μιας ξένης γι’ αυτόν γης και σε καιρούς δύσκολους (και όχι μόνο για πρίγκιπες). Τα απανωτά πλήγματα της εχθρικής πραγματικότητας τον οδηγούν στο να αποβάλει πρόωρα την παιδικότητά του και μαζί της, να χάσει κάθε εμπιστοσύνη στις προθέσεις των γύρω του – ακόμα και τις ακριβοθώρητες φορές που αποδεικνύονται αγαθές.
Αντίβαρο στο καθημερινό αυτό μαρτύριο είναι η αθωότητα και η αφοσίωση του Μαλίκ, ο οποίος πήρε το όνομά του προς τιμήν του μικρότερου αδελφού τού Αμίρ (στα αραβικά, Μαλίκ σημαίνει «βασιλιάς»). Το παιδί και το σκυλί, εξάλλου, είναι πλάσματα με πολλά κοινά στοιχεία: και τα δυο αποσπάστηκαν βίαια από μια άνετη και ευτυχισμένη ζωή και βρέθηκαν να παραδέρνουν ολομόναχα σ’ έναν κόσμο αγριεμένο και αφιλόξενο, με μόνη παρηγοριά τις αναμνήσεις τους και τη μεταξύ τους φιλία. Στο μεγαλύτερο μέρος της, η τριτοπρόσωπη αφήγηση γίνεται από τη σκοπιά του Αμίρ, με περιστασιακές «εκτροπές» στην πλευρά του σκυλιού, κάνοντας εξίσου ευπρόσιτους και συμπαθείς στον αναγνώστη τους δυο πρωταγωνιστές της ιστορίας. Άλλωστε, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να κατανοήσουμε τον «απέναντί μας» είναι να μπούμε έστω και νοερά στη θέση του, να βιώσουμε τα δικά του συναισθήματα, να αντιληφθούμε τα πράγματα από την οπτική του γωνία, με τη δική του εκ των έσω ματιά. Έτσι, η παρουσία του αίφνης απάτριδος «ξένου» εξ Ανατολών θα πάψει ίσως κάποτε να φαντάζει σαν μια οχληρή για τον δυτικό κόσμο παρενέργεια του διεθνούς κοινωνικοπολιτικού αναβρασμού (που εξακολουθούμε να προσποιούμαστε ότι δεν μας αφορά άμεσα) και θα ενταχθεί στο ανθρώπινο πλαίσιο που δικαιούται και της αρμόζει.
Ουσιαστική η γραφή της Άννας Κοντολέων και δυνατή, στέρεα αρχιτεκτονημένη και απέριττα περιγραφική, κατορθώνει να φορτίσει συναισθηματικά χωρίς ποτέ να ξεπέφτει στην ωμότητα ή στο «εκβιαστικό» μελό, με τα ωραία ασπρόμαυρα σχέδια της Αλεξίας Λουγιάκη να ζωντανεύουν τρυφερά τις εικόνες της και να αναδεικνύουν τα νοήματά της. Σε έναν σύντομο όσο και κατατοπιστικό επίλογο, η συγγραφέας εκθέτει τα αληθινά, θλιβερά έως τραγικά γεγονότα που υπήρξαν η αφορμή για το συγκεκριμένο βιβλίο, παραθέτοντας στη συνέχεια πολύτιμες πληροφορίες για τα «ασυνόδευτα παιδιά» σαν τον Αμίρ και για την οργάνωση «ΜΕΤΑδραση», η οποία φροντίζει για την ασφαλή, αξιοπρεπή τους διαβίωση και την επανασύνδεση με τις οικογένειές τους, όπου και αν βρίσκονται. Οι ζωγραφιές των υποστηριζόμενων από τη «ΜΕΤΑδραση» παιδιών που συνοδεύουν το σχετικό κείμενο είναι το λιγότερο συγκλονιστικές.
Πρίγκιπας σημαίνει Αμίρ
Άννα Κοντολέων
Εικονογράφηση: Αλεξία Λουγιάκη
Πατάκης
88 σελ.
ISBN 978-960-16-6571-9
Τιμή: €6,50
Χρήστος Δασκαλάκης: «Ο Νικολύκος στη μακρινή Ντουλαποχώρα»
Η μακρινή Ντουλαποχώρα είναι ένας τόπος παραμυθένιος, που οι φιλήσυχοι κάτοικοί του ζουν αρμονικά και αγαπημένα. Προσφιλής τους δραστηριότητα είναι η εβδομαδιαία επίσκεψη στον ζωολογικό κήπο, όπου τα ζώα συμβιώνουν εξίσου μονιασμένα, δίχως οι άνθρωποι να νιώθουν πως κινδυνεύουν από αυτά. Ώσπου μια χειμωνιάτικη νύχτα, ένας μικρός λύκος το σκάει απ’ το κλουβί του – και η ως τότε ήρεμη και χαρούμενη Ντουλαποχώρα βυθίζεται στον τρόμο...
Ή, αλλιώς, τι γίνεται όταν τα περιγεγραμμένα με καθησυχαστική σαφήνεια όρια μεταξύ δυο κόσμων καταργούνται απροσδόκητα και ολοκληρωτικά, φέρνοντάς τους σε αντιπαράθεση χωρίς κανέναν προστατευτικό φραγμό ανάμεσά τους; Πίσω απ’ τα κάγκελα του ζωολογικού κήπου, ο μικρός λύκος δεν ήταν παρά ένα συμπαθητικό αξιοθέατο: απ’ την έξω μεριά του κλουβιού του, τα παιδιά που τον χάζευαν τον αντιμετώπιζαν καλοπροαίρετα ως άκακο ζωντανό έκθεμα. Μόλις όμως ο λύκος παραβιάζει το καθιερωμένο, ελεγχόμενο σύστημα ασφαλούς και ανώδυνης συνύπαρξης, αυτόματα αποβάλλει τα ίσαμε τότε αρεστά στους ανθρώπους προσδιοριστικά του συμφραζόμενα και μετατρέπεται σε άμορφη απειλή, σ’ ένα άγριο θηρίο που εξαιτίας του μια ολόκληρη πολιτεία κηρύσσεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Ο Νικολύκος στη μακρινή Ντουλαποχώρα καθρεφτίζει παραβολικά τους καιρούς μας, περνώντας τα μηνύματά του δίχως να κάνει κήρυγμα και αντιπροτείνοντας στις κάθε τύπου, μορφής, προέλευσης και περίστασης ακρότητες τη σύνεση, την ανοχή και την αποδοχή του «ξένου» (ή με οποιονδήποτε τρόπο διαφορετικού), την αλληλοκατανόηση και την αλληλεγγύη.
Δυστυχώς, το είδος μας –οξύμωρα δέσμιο αταβιστικών έξεων και έρμαιο της στερεοτυπίας και της μίμησης, παρά τη νόηση και την εν δυνάμει κριτική του ικανότητα– έχει την τάση να προκαταλαμβάνεται αρνητικά απέναντι σε ό,τι δεν του είναι οικείο και εύκολα πέφτει στην παγίδα της δεισιδαιμονίας και της συλλογικής φοβίας. Δεν δέχεται πάντα με ευχαρίστηση το ασυνήθιστο και το αντιμετωπίζει με επιφύλαξη και καχυποψία, αν όχι εχθρότητα – κι ας πρόκειται, ενίοτε, για κάτι (είτε έμψυχο είτε άψυχο) εμφανώς αβλαβές, ευχάριστο ή και χρήσιμο ακόμα. Μονάχα όταν εξοικειωθεί –ή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, «ξαναγνωριστεί»– με το αντικείμενο της ανησυχίας του, αν του δώσει όνομα και υποστασιακό υπόβαθρο, θα καταφέρει να το πλησιάσει, παραμερίζοντας και εντέλει αποβάλλοντας τους έκδηλους ή ενδόμυχους, ενστικτώδεις ή κληροδοτημένους δισταγμούς του απέναντι σ’ αυτό.
Πράγματι, ο μικρός δραπέτης λύκος έχει όνομα –τον λένε «Νικολύκο» (ευφυές λογοπαίγνιο, που παραπέμπει επίσης στον αποκαλούμενο «κυρ-Νικόλα» λύκο των λαϊκών μας παραμυθιών, όπως ευφυής είναι και η επιλογή του ζωολογικού κήπου ως «αντίπαλου δέους» της κοινωνίας των ανθρώπων)– αλλά και μια γιαγιά που αγωνιά γι’ αυτόν, σε βαθμό μάλιστα ώστε να προχωρήσει και η ίδια σε μια υπέρβαση των ορίων: προκειμένου να αναζητήσει τον εγγονό της, αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τα ανθρώπινα μέσα (να βγει στην τηλεόραση) και να απευθυνθεί στη συμπόνια των ανθρώπων, δίνοντάς τους να καταλάβουν ότι οι δυο ψυχραμένες λόγω του ατυχούς συμβάντος πλευρές, λύκος και άνθρωπος, δεν διαφέρουν και τόσο τελικά. Η απομυθοποίηση του «τέρατος» οδηγεί εδώ στην έγκαιρη, ευτυχώς, συνειδητοποίηση ότι δεν είναι στ’ αλήθεια τέρας, αλλά θύμα τραγικής άγνοιας και παρεξήγησης.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα απομυθοποίηση στο ανεπιτήδευτα πολυδιάστατο και πολυεπίπεδο αυτό βιβλίο του Χρήστου Δασκαλάκη είναι (μέσα απ’ την –ας την πούμε– «παραμυθοποίησή» της) εκείνη της ντουλάπας, ενός από τους χώρους του υπνοδωματίου που κρύβουν μυστήρια για τα μικρά παιδιά και τους προξενεί ίσως άγχος και ανασφάλεια – ιδίως τις νυχτερινές ώρες, που τα έπιπλα και τα αντικείμενα του σπιτιού χάνουν το γνώριμο σχήμα τους στο σκοτάδι (αν και ποτέ δεν είχα τέτοιους φόβους σαν παιδί, δεν μπόρεσε να μη μου έρθει στο νου συνειρμικά η εφιαλτική όσο και εξορκιστική φαντασμαγορία του χώρου κάτω απ’ το παιδικό κρεβάτι στο σινεμά του Βόιτσεκ Χας).
Η εικονογράφηση του Γιάννη Ζαμπέλη πλαισιώνει με τα γλυκά χρώματα και τον χαριτωμένο σουρεαλισμό των σκίτσων της μια αφήγηση προσιτή στα παιδιά, ισορροπημένη και στρωτή, που κωδικοποιεί τις αλληγορίες της με συνέπεια και καθαρότητα, αποφεύγοντας ωστόσο να περιοριστεί σε στοχευμένες επισημάνσεις ή να καθηλωθεί στην απροκάλυπτη καταγγελία. Ο Νικολύκος στη μακρινή Ντουλαποχώρα εσκεμμένα, πιστεύω, καθρεφτίζει παραβολικά τους καιρούς μας, περνώντας τα μηνύματά του δίχως να κάνει κήρυγμα και αντιπροτείνοντας στις κάθε τύπου, μορφής, προέλευσης και περίστασης ακρότητες τη σύνεση, την ανοχή και την αποδοχή του «ξένου» (ή με οποιονδήποτε τρόπο διαφορετικού), την αλληλοκατανόηση και την αλληλεγγύη.
Ο Νικολύκος στη μακρινή Ντουλαποχώρα
Χρήστος Δασκαλάκης
Εικονογράφηση: Γιάννης Ζαμπέλης
Γρηγόρη
59 σελ.
ISBN 978-960-333-932-8
Τιμή: €12,50
πηγή : diastixo.gr