Παιδικά-Άλι Σμιθ: «Η “Αντιγόνη” του Σοφοκλή» κριτική της Ελένης Σαραντίτη
«Η κουρούνα διέσχισε τον ουρανό, χτυπώντας αργά τα φτερά της. Ταπ, ταπ, ταπ. Ήταν νύχτα, δεν είχε ακόμα ξημερώσει, και με τα κατάμαυρα φτερά μπορούσε να πετάει στον αέρα αόρατη, πάνω από τα τείχη της πόλης.
»Υπήρχαν εφτά πύλες συνολικά. Η συγκεκριμένη κουρούνα κούρνιασε πάνω στην έβδομη, ιδανικό μέρος για μια κουρούνα. Είχε την καλύτερη θέα του πεδίου της μάχης. Η μάχη που μόλις είχε λάβει τέλος ήταν με διαφορά η χειρότερη…
»Ο καπνός από τις χτεσινοβραδινές φωτιές σκόρπιζε εκεί κάτω, εκεί που οι ακόμα-ζωντανοί είχαν θάψει και κάψει τους νεκρούς τους. Οι γυναίκες ήταν εκείνες που είχαν αναλάβει το μετέπειτα ξεκαθάρισμα. Εκείνες ήταν που χώνονταν μέσα στα χαλάσματα και στα συντρίμμια. Σκυφτές, χωρίς φτερά, έσερναν τις διαλυμένες χειράμαξες… Η κουρούνα τα είχε ξαναδεί όλα αυτά και στο παρελθόν. Ήταν ένα γέρικο πουλί και τα χρόνια την είχαν κάνει ανοιχτομάτα και σοφή…»
Στην αρχαία Θήβα, μετά το τέλος της καταστροφικής επίθεσης του Πολυνείκη, νύχτα αξημέρωτη. Όμως τα μάτια της κουρούνας, από τα αγαπημένα πτηνά του θεού Απόλλωνα, σχίζουν το σκοτάδι ενώ η φυσική περιέργεια, η πασίγνωστη παρατηρητικότητά της και οι εμπειρίες της, έχουν να μας πουν πολλά. Εξάλλου, προκειμένου να χτίσει τη φωλιά της, διαλέγει τα ψηλότερα και δυνατότερα κλαδιά των δέντρων. Μια ακούραστη κουρούνα, εδώ εγκατεστημένη σε σημείο με θέα απεριόριστη, κουρούνα με μνήμη ισχυρότατη, όπως όλα δα τα κορακοειδή, παρακολουθεί και περιγράφει τον όλεθρο του πολέμου και τις φοβερές συνέπειές του. Μια σπουδαία συγγραφέας δε, από το Ίνβερνες της Σκοτίας, η Άλι Σμιθ (γενν. 1962), για την οποία η διάσημη ομότεχνή της Αμερικανίδα Τζόις Κάρολ Όουτς δεν παρέλειπε να υποστηρίζει ότι «είναι μια αληθινά αυθεντική συγγραφέας», σκύβει με σεβασμό και δέος στο έργο του Σοφοκλή Αντιγόνη, το αρχαιότερο από τα σωζόμενα έργα του. Το κορυφαίο, μάλλον. Και από τα πιο κοσμαγάπητα, ίσως.
Και αν ακόμη καταθέσω ότι η Αντιγόνη, στην αφήγηση της εξαίρετης Άλι Σμιθ, την οποία έχουν χαρακτηρίσει διάδοχο της Βιρτζίνια Γουλφ –πλην όμως διαφωνώ, διότι τα βιβλία της είναι πιο εύφλεκτα, περισσότερο δονούμενα–, τρύπησε την καρδιά μου, χαρίζοντάς της ταυτοχρόνως φτερά, και πάλι δεν θα είμαι υπερβολική.
Λέγεται ότι τόσο άρεσε στους Αθηναίους η τραγωδία αυτή, ώστε εκτός από το πρώτο βραβείο στον δραματικό αγώνα εκείνης της χρονιάς, ανέδειξαν τον Σοφοκλή στρατηγό στον Σαμιακό Πόλεμο (440 π.Χ.) μαζί με τον Περικλή.
«Άργος άειδε, θεά, πολιδίψιον ένθεν άνακτες…» ξεκινά το έπος Θηβαΐς ο Όμηρος, από το οποίο, δυστυχώς, σώζονται ελάχιστοι μόνον στίχοι, και το οποίο ο Παυσανίας, από την άποψη της αξίας, τοποθετεί αμέσως μετά την Ιλιάδα και την Οδύσσεια· πραγματεύεται την εκστρατεία του Πολυνείκη, του ενός από τους δίδυμους γιους του Οιδίποδα. Ο στρατός του είχε καταφύγει στο Άργος, όπου είχε παντρευτεί την κόρη του βασιλιά Άδραστου. Ξεκίνησε, με τη βοήθεια επτά συμμάχων πόλεων, για το βασίλειο της Θήβας, τα χώματα που τον γέννησαν, γεμάτος προσδοκίες αλλά και αισθήματα βαριά και πικρά για τον αδελφό του, πλην όμως η εκστρατεία του απέτυχε: ο Πολυνείκης, πολεμώντας την πατρίδα του και τον αδελφό του, Ετεοκλή, σκοτώνεται σε μονομαχία από αυτόν, αλλά το ίδιο παθαίνει και ο Ετεοκλής από τον Πολυνείκη. Μάχη φριχτή και ανίερη, όπως όλες οι αδελφοκτόνες αναμετρήσεις…
Τώρα ο θείος τους Κρέοντας, που μετά τον θάνατο των δυο αδελφών κληρονομεί το βασίλειο, προστάζει να ταφεί με τις αρμόζουσες τιμές ο Ετεοκλής, ως ήρωας που έπεσε υπερασπιζόμενος την πατρίδα του (και τον θρόνο του…) και να αφεθεί άταφος, άκλαυτος, βορά στα δαιμόνια πτωματοφάγα όρνεα και τα πεινασμένα αγρίμια ο Πολυνείκης. Απειλεί δε με θάνατο τον παραβάτη της εντολής του!
Ξέρουμε ότι όταν η Αντιγόνη προσπάθησε –εις μάτην– να εμποδίσει την εκστρατεία του Πολυνείκη, του έδωσε την υπόσχεση πως δεν θα τον αφήσει άταφο αν σκοτωθεί στη μάχη. Έτσι, πιστή στην υπόσχεσή της, και προπαντός, πιστή στην αδελφική αγάπη, αψηφά το κράτος, τον Κρέοντα, και κάθε είδους εξουσία, και γλιστρώντας αχάραγα από την πορτίτσα της μεγάλης πύλης κατευθύνεται προς το πεδίο της μάχης, που ακόμη έχει την οσμή του αίματος και της κάπνας. Η σχεδόν έφηβη πριγκίπισσα δεν είναι μόνη· τη συνοδεύει η λίγο μεγαλύτερη αδελφή της, Ισμήνη, όχι για να συμπαρασταθεί, αλλά για να την εμποδίσει να τελέσει το ιερό καθήκον της.
Όλα τα παρακολουθούσε η κουρούνα, η οποία τις είχε ευθύς αναγνωρίσει: τους φόβους και τους δισταγμούς της Ισμήνης, την αποφασιστικότητα της Αντιγόνης, την τρέμουσα φωνή της καθώς τόνιζε στην αδελφή της: «Επειδή είμαστε οι αδερφές. Επειδή έχουμε το ίδιο αίμα…» έλεγε ενόσω η μεγαλύτερη οπισθοχωρούσε έμφοβη. «Και τώρα», συνέχιζε η κοπέλα του χρέους, «Τροφή για τις κουρούνες». Τροφή; Για τις κουρούνες ειδικά; απόρησε το μεγαλόσωμο πουλί.
Σαν λεπίδα και σαν φλόγα στεκόταν όρθια η Αντιγόνη. «Η ευκαιρία σου να δείξεις το πόσο ευγενής είσαι», μίλησε στην αδερφή της. «Πόσο άξια, πόσο επιφανής, πόσο πραγματική βασίλισσα είσαι. Να μου δείξεις την καταγωγή σου». «Εγώ;» ρώτησε η Ισμήνη. «Την καταγωγή μας», απάντησε η Αντιγόνη. Να κι ένα κορίτσι που καταλαβαίνει, σκέφτηκε μια στιγμή η κουρούνα, ενώ η μικρή συνέχιζε παρακαλώντας: «Έλα. Εσύ κι εγώ. Μαζί θα τον σηκώσουμε. Μαζί θα θάψουμε τον νεκρό μας, τον άτυχο Πολυνείκη». «Εννοείς να παραβιάσουμε τον νόμο;» η απάντηση της τρομαγμένης Ισμήνης.
Θα τις λιθοβολήσουν, αν το κάνουν, μονολόγησε το μεγαλόσωμο πουλί. Πλην η Αντιγόνη ήταν αποφασισμένη. Και άφοβη. Κοριτσάκι σχεδόν, μα ήταν δοκιμασμένο στις δυσκολίες και είχε αποκτήσει φρόνημα υψηλό και γενναίο. «Θα το κάνω μόνη μου», είπε στην αδερφή της κι εκείνη, οπισθοχωρώντας: «Είσαι τρελή. Και με τρομάζεις. Αλλά σου δίνω τον λόγο μου. Δεν θα πω σε κανέναν το τι πρόκειται να κάνεις». Για να ακουστεί συγκλονισμένη η γενναιόψυχη μικρή: «ΦΩΝΑΞΕ ΤΟ ΟΣΟ ΔΥΝΑΤΟΤΕΡΑ ΜΠΟΡΕΙΣ. ΔΕ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ ΤΙ ΛΕΣ. ΔΕ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΚΡΕΟΝΤΑΣ. ΔΕ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ», είπε και έφυγε. Χάθηκε μέσα στα ερείπια και τα φριχτά απομεινάρια της μάχης.
«Είναι τρελή», μίλησε σε έναν σκύλο που δεν ξεκολλούσε από την πύλη, περιμένοντας τον –προφανώς– νεκρό κύριό του. Και πρόσθεσε: «Είναι η καλύτερη. Είναι η καλύτερη αδερφή του κόσμου». Φίλεψε τον σκύλο ένα χάδι στο κεφάλι και πήρε τον δρόμο για την πόλη. Προηγουμένως, το πουλί είχε κράξει από ψηλά: «Γύρνα σπίτι. Ο αφέντης σου πέθανε», μα το πιστό ζώο δεν μετακινήθηκε.
Έπειτα, το πολύπειρο πουλί θεώρησε καθήκον του να ενημερώσει τον σκύλο διότι, αχ, τούτος εδώ δεν ήταν παρά ένα κουταβάκι. Αγνοούσε την ιστορία. Έτσι, ο μεγαλύτερος αναγνώστης που θα επιθυμήσει να θυμηθεί στιγμές γεμάτες ρίγος αθανασίας, και ξανά να συγκινηθεί από πράξεις τραγικές και πανανθρώπινες, παρακολουθεί τον διάλογο, άνισο βέβαια, ανάμεσα στην κουρούνα, που όλα τα είδαν τα μάτια της, και τον εμφανώς λυπημένο σκύλο. Ο νεότερος αναγνώστης θα πληροφορηθεί εν συντομία, μα με τρόπο απλό όσο και γοητευτικό, την υπόθεση της τραγωδίας, η οποία είναι παρμένη από τους μύθους του Θηβαϊκού κύκλου και πήρε τον τίτλο της από το όνομα της υπέροχης, της σεβαστής και ασύγκριτης ηρωίδας του έργου, της Αντιγόνης, που στάθηκε πρότυπο φιλόστοργης αδερφής και υπερασπίστηκε τους άγραφους ιερούς νόμους του οικογενειακού, θρησκευτικού και ηθικού καθήκοντος, απέναντι στη «λογική» ενός άτεγκτου κράτους.
Γενικώς η Αντιγόνη του Σοφοκλή, από την εποχή του Αριστοτέλη μέχρι σήμερα, θεωρείται ένα από τα πλέον αριστουργηματικά δράματα της αρχαίας ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας Γραμματείας.
Η Αντιγόνη, στην αφήγηση της Άλι Σμιθ, με την αισθαντική μα συνάμα και υποβλητική, και τόσο μες στην ατμόσφαιρα του έργου εικονογράφηση της νεαρής Λάουρας Παολέτι (Μακεράτα, Β.Ιταλία), και την άρτια μετάφραση της Αργυρώς Μαντόγλου, εντάσσεται στη νέα σειρά βιβλίων των Εκδόσεων Πατάκη «Save the story». Η σειρά χαρακτηρίστηκε κιβωτός, διότι περισώζει στις μέρες μας όποιο πολύτιμο ανάγνωσμα του παρελθόντος κινδυνεύει να λησμονηθεί ενώ αξίζει να παραμείνει· οι μεταφραστές επιλέχτηκαν αναλόγως των γνώσεών τους και της σχέσης τους με το έργο του υπό μετάφραση συγγραφέα. Τη διασκευή των κλασικών αυτών έργων έχουν κάνει ορισμένοι από τους καταξιωμένους, παγκοσμίως, συγγραφείς.
Έχουν ήδη κυκλοφορήσει τα έργα, των οποίων πρέπει να εξάρουμε την εξαίρετη τυπογραφική επιμέλεια:
- Συρανό ντε Μπερζεράκ, του Εντμόν Ροστάν, με αφηγητή του Στέφανο Μπέννι
- Οι λογοδοσμένοι, του Αλεσσάντρο Μαντσόνι, με αφηγητή τον Ουμπέρτο Έκο
- Δον Ζουάν των Τίρσο δε Μολίνα, Μολιέρου, Λορέντσο ντα Πόντε και Βόλφανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, με αφηγητή τον Αλεσσάντρο Μπαρίκκο
- Η μύτη του Νικολάι Γκόγκολ, με αφηγητή τον Αντρέα Καμιλλέρι
- Έγκλημα και τιμωρία του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, στην αφήγηση του Αβραάμ Β. Γεοσούα
- Γκιούλλιβερ του Τζόναθαν Σουίφτ, στην αφήγηση του Τζόναθαν Κόου
- Βασιλιάς Ληρ του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, με αφηγήτρια την Μελάνια Ματζούκκο
- Πλοίαρχος Νέμο, του Ιουλίου Βερν, με αφηγητή τον Ντέιβ Έγκερς
- Γκιλγκαμές, σουμεριακό παραμύθι· αφηγήτρια η Γιγέν Λι.
Εάν περαίνοντας πρόσθετα ότι ολόκληρη η σειρά, ή καθένα βιβλίο ξεχωριστά, είναι ένα απόκτημα για οποιαδήποτε βιβλιοθήκη, δεν θα υπερέβαλλα. Η χαρά μου, αλλά και η συγκίνησή μου, ήταν όλως ιδιαίτερες με τη γνωριμία μαζί τους. Και αν ακόμη καταθέσω ότι η Αντιγόνη, στην αφήγηση της εξαίρετης Άλι Σμιθ, την οποία έχουν χαρακτηρίσει διάδοχο της Βιρτζίνια Γουλφ –πλην όμως διαφωνώ, διότι τα βιβλία της είναι πιο εύφλεκτα, περισσότερο δονούμενα–, τρύπησε την καρδιά μου, χαρίζοντάς της ταυτοχρόνως φτερά, και πάλι δεν θα είμαι υπερβολική.
Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή
διασκευή: Άλι Σμιθ
μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου
εικονογράφηση: Λάουρα Παολέτι
Πατάκης
107 σελ.
ISBN 978-960-16-5085-2
Τιμή € 11,90
Πηγή : diastixo.gr