Όσκαρ Ουάιλντ: «Σαλώμη» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ
Συμβουλεύω τον αναγνώστη που θα πάρει στα χέρια του τη Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ να ξεκινήσει από το «Επίμετρο», αν και δεν ξέρω τι μετράει σ’ αυτό το βιβλίο πρώτο, τι δεύτερο, τι τρίτο· το κείμενο αυτό κάθε αυτό; Σε τρεις γλώσσες, γαλλικά, αγγλικά, ελληνικά; Το «Μεταφραστικό Σημείωμα για τη Σαλώμη» ή το ποιητικό «Επίμετρο»; Προέταξα, όμως, το «Επίμετρο» γιατί εκεί ο Θανάσης Τριαρίδης, ελεύθερος από τις συμβατικές υποχρεώσεις του είδους, έκανε ό,τι ήθελε. Μετατράπηκε ο ίδιος σε ένα είδος Όσκαρ Ουάιλντ που δεν δίστασε να μεταβάλει ένα ορθολογιστικό, κατά κανόνα, κείμενο σε «ποίημα» – έργο δικό του, φτιαγμένο, συνθεμένο με υλικά της ουαϊλδικής τέχνης αλλά και της ελληνικής. Γιατί το «Επίμετρο» αναπτύσσεται σε στροφικά σύνολα, γραμμένα με ποιητική αφαίρεση, με θαυμασμό για τον άνθρωπο Όσκαρ Ουάιλντ.
Η επιλογή της «δημιουργικής μεταγραφής» επιλέχτηκε γιατί η «κυριολεκτική/ πιστή απόδοση» έχει ήδη υπερκαλυφθεί και επειδή το έργο είναι κλασικό και επομένως ανοιχτό σε αναδημιουργία.
Μετρώτας τα βήματά του και παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, θα αποβιβαστεί από το μετρό στο Κοιμητήριο του Περ Λασέζ, στο «Λούβρο του θανάτου», θα σταματήσει στον τάφο του Προυστ με τα ραβασάκια που του αφήνουν θαυμαστές και θαυμάστριες. Ένα κορίτσι ιδρωμένο, με μίτο τον ιδρώτα, θα τον οδηγήσει στη μεγάλη Σφίγγα, γεμάτη κοκκινάδια από τα φιλιά που καταθέτουν εκεί θαυμαστές και θαυμάστριες (πρόσφατα τοποθετήθηκε μια γυάλινη επιφάνεια για να εμποδίζει την επαφή με το μάρμαρο και να αφήνει τα φιλιά πάνω στο τζάμι στη διάθεση του καιρού). Είναι ο τάφος του Όσκαρ, αυτού που ήταν «ο πρώτος πετεινός στον Άδη». Στα ενδιάμεσα των στροφικών τμημάτων υπάρχουν αποσπάσματα. Στίχοι:
Κάρφωσε πιο βαθιά, αηδονάκι, το αγκάθι μέσα σου
Ειδάλλως θα ξημερώσει πριν κοκκινίσει το τριαντάφυλλο.
Πιο κάτω η ποιητική πραγματικότητα: «Να μου πεις πώς είναι στα αγγλικά αυτός που αιμορραγεί... bleeding... που αιμορραγεί συνεχώς» (Συνεχώς: Από την αρχή μέχρι το τέλος. Από την αρχή του μέχρι πάντοτε – λέξεις σαν τα σπαθιά που καταπίνει ο φακίρης με τον μακρύ λαιμό)». Και η λέξη βρίσκεται: «haemorrhagic», και το βιογραφικό του τιμώμενου ρέει σαν χείμαρρος, όπως η ζωή εκείνου που ήταν «έτοιμος να αναποδογυρίσει τον κόσμο των υποκριτών, να καεί στη γαλάζια φλόγα... Εκείνος κάτω από τις γούνες του και τα βελουδένια σακάκια του, τα καμιλό παλτά του, τα μεταξένια του πουκάμισα, τις καρφίτσες, τα μπαστούνια και τα δαχτυλίδια με τις κόκκινες πέτρες, να αιμορραγεί μέχρι το».
Έτσι τελειώνουν οι παράγραφοι-στροφές του «Επίμετρου», με μια λέξη, μια αντωνυμία, ένα άρθρο στο κενό. Και τα λόγια γεμάτα από έργα, δικά του, άλλων Ελλήνων και ξένων. Εκεί και ο Όμηρος και ήρωές του, εκεί και ο Ελύτης και ο Έλιοτ, ο Μαβίλης, ο Καβάφης, και ο Καρυωτάκης και...
Η Σαλώμη είμαι εγώ, θα μπορούσε να έχει πει. Και η Σαλώμη έκανε την κίνηση που οι αιώνες δεν τόλμησαν: «Ω! Πήρα το στόμα σου Ιωάννη. Μέχρι την άκρη της κόλασης... Για να ανταμωθώ με μιαν άγνωστη κοπέλα. Για να ανταμωθώ με μια πέτρα. Γιαναφιληθώδιάολε». Τέσσερις λέξεις σε μια. «Μένα φιλί πεθαίνω». «Πήρα το στόμα σου, Ιωάννη. Το πήρα».
Το «Επίμετρο» είναι μεγάλο ποιητικό αφήγημα. Είναι γεμάτο τίτλους και ονόματα και ήρωες έργων και αποφθέγματα ιδιότυπα και γνώμες και απόψεις με επικάλυψη Ουάιλντ και στο βάθος Ουάιλντ και πάντα αιμορραγία. Κανένα άγγιγμα δεν είναι αληθινό χωρίς αιμορραγία: «στους στίχους το αίμα θα βάλω» (ας μου επιτραπεί να θεωρήσω αιμορραγικό και τον Καρυωτάκη).
Επιστρέφουμε στην αρχή του βιβλίου και διαβάζουμε στο «Μεταφραστικό Σημείωμα για τη Σαλώμη» το ιστορικό της γέννησης του έργου. Τη συνάντησή του με άλλα έργα, κείμενα και ζωγραφικούς πίνακες. Το έργο γράφτηκε στα γαλλικά το 1891 και μεταφράστηκε στα αγγλικά το 1894, τη μετάφραση έκανε ο Άλφρεντ Ντάγκλας ή «Μπόζι» (εκείνος ο παραλήπτης του De profundis), στον οποίο την είχε αφιερώσει ο Ουάιλντ. Τελικά την επεξεργάστηκε εξαρχής. Στην έκδοση του 1904 αφαιρέθηκε η αφιέρωση. Το έργο θα παιζόταν με πρωταγωνίστρια τη Σάρα Μπερνάρ το 1892, στο Λονδίνο, αλλά ματαιώθηκε λόγω της παρέμβασης της λογοκρισίας. Τελικά παίχτηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Παρίσι και έκτοτε παίζεται διαρκώς.
«Η Σαλώμη είναι το αιμορραγικό διαμάντι του Ρομαντισμού». Τα χαρακτικά που έγιναν για το έργο από τον Μπίρντσλεϊ χαρακτηρίζονται «έργα τέχνης». Το έργο έγινε όπερα από τον Ρίχαρντ Στράους.
Ως προς τη μετάφραση καθ’ εαυτήν. Είναι προς τιμήν των δύο μεταφραστών η αναφορά σε προϋπάρχουσες μεταφράσεις της Σαλώμης και σε ποιες στηρίχτηκαν. Κυρίως στηρίχτηκαν στη μετάφραση του Δ. Μαυρίκιου. Επίσης εξηγούν τι είναι η «δημιουργική μεταγραφή», την οποία επέλεξαν. Διευκρινίζουν τι είναι η «κυριολεκτική/ πιστή απόδοση» και τι η «αναδημιουργία». Η επιλογή της «δημιουργικής μεταγραφής» επιλέχτηκε γιατί η «κυριολεκτική/ πιστή απόδοση» έχει ήδη υπερκαλυφθεί και επειδή το έργο είναι κλασικό και επομένως ανοιχτό σε αναδημιουργία. Άλλωστε, το ίδιο το έργο είναι «πειραγμένη» μεταγραφή βιβλικής ιστορίας και παραθέτουν δείγμα του τι πετυχαίνουν με την προτιμώμενη «μεταγραφή».
Στη δεύτερη ενότητα του «Σημειώματος» κάνουν λόγο για την ανάγκη της διακειμενικής πολυαναφορικότητας της μεταγραφής, όπου θα δούμε μακρύ κατάλογο δημιουργών επιφανών, παλαιότερων και νεότερων, ξένων και Ελλήνων, μεταξύ των οποίων αναφέρονται ο Χειμωνάς, ο Γκάτσος, ο Χατζιδάκις με την «Περιμπανού», ο Ελύτης με τη Μαρία Νεφέλη.
Στην τρίτη ενότητα «η επιλογή της παράφρασης ή και της μικρής έκτασης προσθήκη» εξηγείται ως ανάγκη να υπηρετηθεί η «στρατηγική ένταση των αντιφάσεων που γεννιούνται ταυτόχρονα στο νου και στην ψυχή καθενός ήρωα». Οι μεταγράφοντες εργάστηκαν διαισθητικά όσο θεωρούσαν ότι απαιτούσε η προθετικότητα του κειμένου και κυρίως πήραν μεγάλες ελευθερίες «στα λόγια του Ιωάννη».
Ο Ερχόμενος από τη Βοσόρρα και το Εδώμ. Αυ-
τός που έχει ντυθεί το αίμα των αθώων. Λα-
μπροφορεμένος που βαδίζει δίχως ήσκιο. Με αίμα
φαντασμάτων ανταλλάζουμε τον εαυτό μας.
Το έργο θα παιζόταν με πρωταγωνίστρια τη Σάρα Μπερνάρ το 1892, στο Λονδίνο, αλλά ματαιώθηκε λόγω της παρέμβασης της λογοκρισίας. Τελικά παίχτηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Παρίσι και έκτοτε παίζεται διαρκώς.
Και εξηγούν: «Ο “λαμπροφορεμένος” έρχεται από τον “ξυπόλυτο και λαμπροφορεμένο” της “Παραλογής του Διγενή Ακρίτα”. Η μεταγραφή του αποσπάσματος απηχεί τον “Λάμπρο” του Σολωμού ενώ η τελευταία φράση... απηχεί τον Μαλαρμέ». Τέλος, «η Σαλώμη είναι ένα έργο θαυμάσιο – είναι δηλαδή ένα έργο που το θαύμα αποκαλύπτεται στις αισθήσεις μέσω των λέξεων».
Μερικά από τα τελευταία λόγια της Σαλώμης συγκλονίζουν με την ωμότητα και τη βιαιότητα του πάθους τους:
«Δεν ήθελες να μου δώσεις τα χείλη σου, Ιωάννη. Ε λοιπόν, θα τα πάρω τώρα. Θα τα δαγκώσω, θα βυθίσω τα δόντια μου στη σάρκα σου σα να ’ταν κόκκινο μήλο. Ναι, θα πάρω το στόμα σου, Ιωάννη». Το πήρε παίρνοντάς του το κεφάλι.
Σαλώμη
Μονόπρακτη τραγωδία
Τρίγλωσση έκδοση με δεκαέξι σχέδια του Όμπρεϊ Μπίτντσλεϊ
Όσκαρ Ουάιλντ
Εισαγωγή-Μεταγραφή: Θανάσης Τριαρίδης, Χαρά Σύρου
Gutenberg
228 σελ.
ISBN 978-960-01-1777-6
Τιμή: €14,00
Πηγή : diastixo.gr