Ο Βασίλης Τσαλής σε α΄ πρόσωπο
«Τα Περιστέρια στη χλόη ήταν το πρώτο μου βιβλίο μετά τον πόλεμο και ύστερα από μακροχρόνια σιωπή. Υπάρχει συσσωρευμένη πικρία στο έργο, ακατέργαστη απογοήτευση και σκοπούμενος πειραματισμός με τη φόρμα του εσωτερικού μονολόγου. Το όλο εγχείρημα αποτέλεσε μια προσπάθεια να ξαναπιάσω το νήμα της εξέλιξης, της οποίας ο φυσικός χρόνος τοποθετείται ανάμεσα στο 1933 και το 1936 και η οποία είχε διακοπεί από τη ναζιστική λαίλαπα. Είχα τρομοκρατηθεί και ήμουν σαν παράλυτος», γράφει ο Βόλφγκανγκ Κέπεν σε μια επιστολή προς τον Στέφαν Χέρμλιν (1), στις είκοσι Ιανουαρίου του 1957.
Το πρώτο αυτό μεταπολεμικό μυθιστόρημα του Κέπεν, το οποίο διαδραματίζεται σε μία και μοναδική μέρα του έτους 1951 σε μια γερμανική μεγαλούπολη, είναι ένα έργο γλωσσικά δύστροπο, ενίοτε, και γι’ αυτόν τον λόγο δύσκολα μεταφράσιμο, αλλά ρυθμικά απολύτως ισορροπημένο. Στις περισσότερες ενότητες απαιτείται η διαρκής προσήλωση και η συνεχής εγρήγορση του αναγνώστη, ο οποίος όμως ανταμείβεται για τον κόπο του με αστραπές υψηλής λογοτεχνικής ευκρίνειας και ομορφιάς.
«...βρισκόμασταν στο κέντρο του πεδίου αντιπαράθεσης, ανατολικός κόσμος, δυτικός κόσμος, ζούσαμε στο σημείο συναρμογής, ίσως στο σημείο ρήξης, ο χρόνος ήταν πολύτιμος...» (σ. 12). Σ’ αυτό το ασταθές πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, τα μυθιστορηματικά πρόσωπα, Γερμανοί και Αμερικάνοι, κινούνται αμήχανα, δίχως σκοπό και κατεύθυνση, όπως τα περιστέρια στη χλόη. Ο Φίλιππος, ο συγγραφέας, και η νεαρή σύζυγός του, η Εμίλια, ο μεσόκοπος και διαλυμένος από τις καταχρήσεις ήρωας της μεγάλης οθόνης Αλέξανδρος και η Μεσαλίνα, ο ψυχίατρος Μπεχούντε, ο εξαρτημένος από τα διεγερτικά χάπια, ιδιοφυής και περιθωριακός καθηγητής Σνάκενμπακ, ο Γιόζεφ ο αχθοφόρος, η αμετανόητη οπαδός του ναζιστικού παρελθόντος κυρία Μπέρεντ, ο αμερικάνικης καταγωγής ουμανιστής ποιητής Έντουιν, οι Αμερικάνοι στρατιώτες Ουάσιγκτον Πράις και Οδυσσέας Κότον, είναι μερικοί μόνο από τους πολυάριθμους χαρακτήρες του μυθιστορήματος.
Το μυθιστόρημα γράφτηκε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, τους πρώτους μήνες του 1951, και προβλήθηκε από τον εκδοτικό οίκο Goverts ως έργο επίκαιρο, με τον χαρακτηρισμό Zeitroman. Ένας όρος προσδιοριστικός των μυθιστορημάτων τα οποία επιχειρούν να αναλύσουν τις υφιστάμενες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες και να διερευνήσουν τις επιπτώσεις τους στο άτομο. Με αυτήν την ετικέτα, ο εκδότης επηρέασε την κριτική υποδοχή του έργου για ένα πολύ μεγάλο διάστημα, τόσο ώστε κάποιοι κάτοικοι του Μονάχου να δυσανασχετήσουν και να διαμαρτυρηθούν, καθώς αισθάνθηκαν ότι αναγνώρισαν τον εαυτό τους σε κάποιο από τα πρόσωπα του έργου. Η δημιουργία αυτού του κλίματος ανάγκασε τον Κέπεν να πάρει δημόσια θέση στο ζήτημα που είχε ανακύψει: «Δεν είχα κατά νου συγκεκριμένα πρόσωπα και καταστάσεις, προσπάθησα να σκιαγραφήσω τις γενικές, τις ισχύουσες συνθήκες, την ουσία της ενθαδικής ύπαρξης (Dasein), το κλίμα της εποχής. Και αυτό φαίνεται ότι το κατάφερα πέρα από κάθε προσδοκία, αλλιώς πώς θα ήταν δυνατό, σε κάποιους από τους χαρακτήρες του έργου, να διακρίνουν πολλοί διαφορετικοί υποψήφιοι στοιχεία του εαυτού τους;». Αυτό που θέλει, προφανώς, να πει ο Κέπεν είναι ότι το δικό του εγχείρημα είναι η σκιαγράφηση της ανθρώπινης συνθήκης, της ζωής όπως τη βιώνει το υποκείμενο-συγγραφέας φιλτραρισμένη «μέσα στην καρδιά μου, έτσι ώστε να αντλήσω την, εμβαπτισμένη στο βάλσαμο και το δηλητήριο, κρυμμένη ουσία της», για να χρησιμοποιήσουμε τα ίδια τα λόγια του συγγραφέα από τον πρόλογο της πρώτης έκδοσης του έργου. Ο Κέπεν ήταν πεπεισμένος ότι «μόνο πνεύματα δεύτερης σειράς θα αποπειρώντο μια σκιαγράφηση του κόσμου ως φωτογραφική αναπαραγωγή». Στη βάση του μυθιστορήματος υπάρχει ένα αισθητικό αξίωμα, το οποίο μεταγράφεται στις κοφτές, σύντομες φράσεις από τα πρωτοσέλιδα των πρωινών εφημερίδων και στις μυθολογικές αναφορές του προλόγου, για να καταλήξει, μέσω της ανάπτυξης και των μεταβολών, στα πεπρωμένα των χαρακτήρων στο κυρίως μέρος, και πάλι, αργά το βράδυ, στο ίδιο ζοφερό μοτίβο της «ΕΝΤΑΣΗΣ, ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ, ΟΞΥΝΣΗΣ, ΑΠΕΙΛΗΣ», κατασκευάζοντας ένα εκτεταμένο πεζογραφικό ροντώ.
Οι λογοτεχνικοί πρόδρομοι και οι επιδράσεις που δέχτηκε ο Κέπεν έχουν ανιχνευτεί επαρκώς από τη θεωρία της λογοτεχνίας και τους κριτικούς, αλλά και με βάση σκόρπιες αναφορές του ίδιου του Κέπεν, παρ’ όλο που ορισμένες βεβαιότητες έχουν ήδη αναθεωρηθεί ύστερα από την ανακάλυψη εκατοντάδων ανέκδοτων σελίδων στα κατάλοιπα του συγγραφέα, οι οποίες διαφωτίζουν το έργο του, αλλά και καταρρίπτουν τον μύθο του «τεμπέλη» συγγραφέα, τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει για να τον χαρακτηρίσει ακόμη και ο ίδιος ο Ρανίτσκι (2), που τον γνώριζε πολύ καλά και τον είχε στηρίξει σε δύσκολες στιγμές. Για τον Κέπεν, σε αντίθεση με τον Άλφρεντ Ντέμπλιν (3) του Μπερλίν Αλεξάντερπλατς, ο οποίος κυριολεκτεί, μεταξύ άλλων, η πόλη έχει κυρίως μια συμβολική και αλληγορική σημασία. Δεν αμφισβητούνται όμως οι επιρροές που έχει δεχτεί ο συγγραφέας, από τον Φώκνερ τού Καθώς ψυχορραγώ, από τον Οδυσσέα του Τζόις και από το Μανχάταν Τράνσφερ του Τζον Ντος Πάσος.
Στο έργο υπάρχουν στιγμές εκπληκτικής διαύγειας, διαγνωστικής ακρίβειας, αλλά και ανελέητης ψυχολογικής εμβρίθειας, δίχως όμως ποτέ να εκπίπτει στην ευκολία μιας ενοχλητικής ηθικολογίας ή ενός στείρου ψυχολογισμού. Ο λόγος που το μυθιστόρημα δεν έχει χάσει τίποτε από τη φρεσκάδα και τη γοητεία της πρώτης του νιότης, συγκρινόμενο με άλλα έργα αντίστοιχης θεματικής, της λεγόμενης «λογοτεχνίας των ερειπίων», τα οποία έχουν ήδη περιπέσει στη λήθη, είναι αυτή ακριβώς η αποπροσωποποίηση και μια ατμόσφαιρα χαλαρού, καρναβαλικού κεφιού, θα λέγαμε, η οποία αναδύεται ακόμη και μέσα από το ζόφο και ζωογονείται από τον ίδιο αυτόν τρόμο, ο οποίος στιγμές στιγμές λειτουργεί παραλυτικά, αλλά κυρίως, στους πλέον ακμαίους χαρακτήρες, απελευθερωτικά, ακόμη κι αν χρειαστεί να πληρώσουν τις αποκοτιές τους με την ίδια τους τη ζωή.
Σημειώσεις
1. Stephan Hermlin: Ψευδώνυμο του Γερμανού συγγραφέα και μεταφραστή (από τα γαλλικά) Rudolf Leder (1915-1997).
2. Ranicki M. R.: Πολωνικής καταγωγής κριτικός της λογοτεχνίας, ισχυρή μορφή στο χώρο των γερμανικών γραμμάτων κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα και των αρχών του 21ου. Πέθανε το 2013 σε ηλικία 93 ετών.
3. Döblin Alfred (1878-1957): Γερμανός συγγραφέας, δοκιμιογράφος και γιατρός. Το μυθιστόρημά του Berlin Alexanderplatz (1929) είναι ένα από τα πιο σημαντικά έργα του γερμανικού μοντερνισμού.
Περιστέρια στη χλόη
Wolfgang Koeppen
Μετάφραση: Βασίλης Τσαλής
Κριτική
320 σελ.
ISBN 978-960-586-158-2
Τιμή: €18,00
πηγή : diastixo.gr