"Ο Βασιλιάς" από το Cine-Δράση Πέμπτη 28 Μαρτίου 2018, 8:15΄μμ, στο ΤΥΠΕΤ
To 1996 η ταινία του Νίκου Γραμματικού «Απόντες» απέσπασε τα σημαντικότερα βραβεία στο 37ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Α’ Ανδρικού ρόλου). Έξι χρόνια μετά ο Γραμματικός επέστρεψε στο 43ο Φεστιβάλ με το φιλμ «Ο Βασιλιάς», μια από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες των τελευταίων χρόνων, σε σενάριο του Νίκου Παναγιωτόπουλου βασισμένο σε μια δική του ιδέα.
«Ο Βασιλιάς» αφορά τη συγκινητική και γοητευτική ιστορία ενός ανθρώπου που στην ελληνική επαρχία της δεκαετίας του ΄90 προσπαθεί να σταθεί όρθιος και να αλλάξει τη ζωή του προς το καλύτερο. Ο σκηνοθέτης με αφορμή πραγματικά γεγονότα σχολιάζει την ισοπέδωση των συναισθημάτων και την σύγκρουση ανάμεσα στο καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, την αλήθεια και το ψέμα, το ηθικό και το ανήθικο, την αλληλεγγύη και το ρατσισμό στην δύσκολη εποχή μας.
Ο Βαγγέλης ένας 35χρονος άντρας που αποφυλακίζεται έχοντας εκτίσει την ποινή του για κατοχή και χρήση ναρκωτικών, παίρνει την απόφαση να ξεκόψει από τις παρέες του παρελθόντος. Από την επιφυλακτική έως ψυχρή υποδοχή των δικών του ανθρώπων, από τυχαίες συναντήσεις με παλιούς γνωστούς και τα άδεια βλέμματα των ναρκομανών που βολοδέρνουν στους δρόμους της πόλης, συνειδητοποιεί ότι η επάνοδος δεν θα είναι εύκολη. Έτσι, παίρνει την απόφαση να αναζητήσει την καινούρια αρχή για τη ζωή του στο εγκαταλελειμμένο πατρικό του, στο χωριό του πατέρα του στην Πελοπόννησο. Από την πρώτη στιγμή οι κάτοικοι του χωριού τον υποδέχονται με καχυποψία. Στο συλλογικό υποσυνείδητο καταγράφεται ως «ξένος» και ως «ξένος» θεωρείται ότι συνιστά απειλή υπονόμευσης του κοινωνικού ιστού. Και μολονότι δεν είναι πιο "ξένος" από τους Αλβανούς που δουλεύουν στα χωράφια για ένα κομμάτι ψωμί και τις Βουλγάρες που πλημμυρίζουν τα μπαρ και τα σκυλάδικα ενισχύοντας την ανθούσα παραοικονομία της περιοχής, εκλαμβάνεται από όλους όσους θεωρούν τον εαυτό τους ως κανονικό και οικείο ως μεγαλύτερη απειλή λόγω της διαφορετικότητας του. Ειρωνικά και αναπάντεχα ο μόνος που δείχνει να τον συμπαθεί είναι ο Πέτρος, ο Αστυνόμος της γειτονικής κωμόπολης.
Σταδιακά ο Βαγγέλης δείχνει να εντάσσεται στην τοπική κοινωνία, έως τη στιγμή που φτάνει η Μαρία η γυναίκα της ζωής του. Έκτοτε τα πράγματα θα ξεφύγουν από κάθε έλεγχο. Η αρχική καχυποψία των συγχωριανών του γρήγορα μετατρέπεται σε απροκάλυπτη εχθρότητα. Με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, απαιτούν την εκδίωξή του. Συγκεντρώνουν υπογραφές, επιστρατεύουν πολιτικές γνωριμίες. Και όταν όλα αυτά δεν έχουν αποτέλεσμα, καταφεύγουν στη βία. Ο ήρωας μας συνειδητοποιώντας ότι ο κλοιός στενεύει γύρω του, αντιδρά σπασμωδικά. Και θα βρεθεί σύντομα εκεί από όπου ξεκίνησε: στη φυλακή.
Το φιλμ καταγράφει την επαρχιακή Ελλάδα, μακριά από στερεότυπα και φολκλόρ αναπαραστάσεις. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη μεγαλούπολη και το χωριό έχει πάψει να υφίσταται, η επαρχία είναι πλέον ένα συνονθύλευμα άκρατου καταναλωτισμού, παραδοσιακού συντηρητισμού και γκροτέσκας αρχιτεκτονικής. Οι κάτοικοι της είναι πλούσιοι (έχουν συμβάλει σε αυτό και τα ευρωπαϊκά «πακέτα»), απόλυτα ενημερωμένοι, έχουν εντάξει την τεχνολογία στη ζωή τους και η πολυτέλεια δεν τους είναι καθόλου άγνωστη. Πολυτελή αυτοκίνητα, δορυφορικές κεραίες, περιοδικά lifestyle, επώνυμα ρούχα, ταχυεστιατόρια, computer, κινητή τηλεφωνία είναι μερικά από τα απαραίτητα συστατικά της καθημερινότητας τους.
Σε αυτή την επαρχία τίποτα δεν είναι τόσο αθώο όσο φαίνεται: Εκεί δεν μπορείς να είσαι αυτός που θες, αυτόνομος, ανεξάρτητος. Πρέπει να ακολουθείς το ρεύμα, να δίνεις λογαριασμό. Ο Βαγγέλης που προσπαθεί με το δικό του τρόπο να ενταχθεί στο σύνολο και ταυτόχρονα να είναι ο εαυτός του, χωρίς να δίνει δικαιώματα ή να επιτρέπει να εισβάλλουν στη ζωή του, αντί για σεβασμό, συγκεντρώνει το μίσος και το φθόνο ιδιαίτερα των «επιφανών» συγχωριανών του. Στην μικρή κοινωνία όπου όλοι νιώθουν υποταγμένοι και δίνουν λογαριασμό για τη ζωή τους η στάση του θεωρείται ύψιστη ύβρη. Ακόμα ο φίλος του ο αστυνομικός, είναι σύμβολο μιας εξουσίας που ακόμα και όταν θέλει να εφαρμόσει το δίκιο, είναι εξαρτημένη και υποταγμένη στα οικονομικά συμφέροντα.
Η ξενοφοβία του φιλμ ταινία είναι κάτι διαφορετικό από τον ρατσισμό. Πρόκειται για τη συλλογική ανασφάλεια απέναντι σε οτιδήποτε αποκλίνει από τα καθιερωμένα πρότυπα και μπορεί να αφορά το χρώμα του δέρματος, μια μη αποδεκτή θρησκεία, ιδεολογία ή συμπεριφορά, ή μια κοινωνική κατάσταση. Συνδέεται με τον κοινωνικό συντηρητισμό, τον τοπικισμό, τον εθνικισμό. Οι ρίζες της δεν είναι οπωσδήποτε ή μόνον η αμάθεια η έλλειψη εκπαίδευσης, η άγνοια της ιστορίας. Είναι κυρίως ο φόβος της αλλαγής, της διατάραξης της νόρμας, της καθεστηκυίας τάξης πράγματων και η προκατάληψη απέναντι σε οτιδήποτε δεν συμβαδίζει με τους γραπτούς ή άγραφους κοινωνικούς κανόνες.
Τον Βαγγέλη υποδύεται απολαυστικά ο Βαγγέλης Μουρίκης που απέσπασε στο 43ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το Βραβείο Α΄ Αντρικού Ρόλου. Στο ίδιο Φεστιβάλ η ταινία απέσπασε το Γ΄ Βραβείο Καλύτερης Ταινίας και τα Βραβεία Σκηνογραφίας και Ήχου. Ο Μηνάς Χατζησάββας στο ρόλο του αστυνόμου, κερδίζει τις εντυπώσεις, κάνοντας μία από τις καλύτερες εμφανίσεις της καριέρας του στον κινηματογράφο. Το εξαιρετικό σύνολο ενισχύει η υπέροχη μουσική του Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Ελλάδα, 2002. Διάρκεια 130'. Σκηνοθεσία: Νίκος Γραμματικός. Σενάριο: Νίκος Παναγιωτόπουλος. Πρωταγωνιστούν: Βαγγέλης Μουρίκης, Μαριλίτα Λαμπροπούλου, Μηνάς Χατζησάββας, Γιάννης Ζουγανέλης. Μουσική: Θανάσης Παπακωνσταντίνου.
*Οι χειμερινές κινηματογραφικές προβολές του Cine-Δράση πραγματοποιούνται κάθε Πέμπτη, 8.15 το βράδυ στην αίθουσα "Ν. Εγγονόπουλος" του πάρκου "Μ. Θεοδωράκης" (ΤΥΠΕΤ), Π. Μπακογιάννη 38-42, Βριλήσσια.