«Ο Ingo Siegner στην Αθήνα: Συνέντευξη τύπου» της Μάριον Χωρεάνθη

2017-04-05 10:41
«Ο Ingo Siegner στην Αθήνα: Συνέντευξη τύπου» της Μάριον Χωρεάνθη


Από τα σημαντικότερα ονόματα στον χώρο της σύγχρονης λογοτεχνίας για παιδιά, ο βραβευμένος Γερμανός συγγραφέας και εικονογράφος Ίνγκο Ζίγκνερ, δημιουργός της πανευρωπαϊκά δημοφιλούς σειράς βιβλίων με ήρωα τον μικρό δράκο Καρύδα, βρέθηκε για λίγες μέρες στην Αθήνα στα τέλη Μαρτίου για σειρά εκδηλώσεων αφιερωμένων στον ίδιο και το έργο του, προσκεκλημένος των εκδόσεων Μεταίχμιο –από τις οποίες κυκλοφορούν τα βιβλία του στην Ελλάδα, σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου– και του Ινστιτούτου Γκαίτε. Με αφορμή την κυκλοφορία στη χώρα μας του πιο πρόσφατου βιβλίου της σειράς, με τίτλο Ο μικρός δράκος Καρύδας: Στην εποχή των δεινοσαύρων, ο Ίνγκο Ζίγκνερ έδωσε το απόγευμα της Πέμπτης, 30 Μαρτίου, συνέντευξη τύπου στο πατάρι του Πολυχώρου των εκδόσεων Μεταίχμιο, με διερμηνέα τη μεταφράστριά του Μαρία Αγγελίδου.

Ιδιαίτερα προσιτός και παραστατικός, κινούμενος με άνεση μεταξύ τριών γλωσσών (της μητρικής του γερμανικής, της γαλλικής –στην οποία εκφράζεται άπταιστα, τόσο προφορικά όσο και γραπτά– και της αγγλικής), ο συγγραφέας καλησπέρισε στα ελληνικά το ακροατήριο και προχώρησε σε μια αυτοπαρουσίαση από την οποία δεν έλειπε το χιούμορ. Μίλησε για τις δημιουργικές ώρες της ημέρας του –που ξεκινούν αρκετά αργότερα απ’ ό,τι τα σχολικά μαθήματα– και το ότι είναι αναγκασμένος να ξυπνά πολύ νωρίτερα όταν έχει παρουσιάσεις σε σχολεία, όπου ζωγραφίζει «ζωντανά» για τα παιδιά και τους αφηγείται ιστορίες με τον δράκο Καρύδα και την παρέα του. Καθώς το ίδιο πρωί είχε επισκεφθεί δυο σχολεία της Αθήνας, του έκανε ευχάριστη εντύπωση το γεγονός ότι τα παιδιά σε όλες τις χώρες έχουν παρόμοιες απορίες: τη στιγμή που ζωγραφίζει, παρατηρεί τα βλέμματα και τις εκφράσεις τους και ξέρει από πριν τι θα τον ρωτήσουν.

Αναφέρθηκε επίσης στις μεταφράσεις των βιβλίων του σε άλλες γλώσσες και ιδίως στις δυσχέρειες της απόδοσης των ονομάτων που έχει επιλέξει για τους ήρωές του. Στα κείμενά του υπάρχουν πολλά αστεία ονόματα, που δεν του είναι πάντα εύκολο να τα σκαρφίζεται – και στο σημείο αυτό, η Μαρία Αγγελίδου επεσήμανε ότι για τον μεταφραστή είναι ακόμα πιο δύσκολο να τα αποδώσει έτσι ώστε να μη χαθεί το χιούμορ, η σημασία αλλά ούτε και οι παρηχήσεις τους, να λειτουργούν δηλαδή στη γλώσσα προορισμού όπως ακριβώς και στο πρωτότυπο κείμενο.  

Ο Ίνγκο Ζίγκνερ γεννήθηκε το 1965 και μεγάλωσε στην κωμόπολη Γκροσμπουργκβέντελ, κοντά στο Ανόβερο. Από μικρός εξασκήθηκε στο γράψιμο και τη ζωγραφική, επινοώντας ιστορίες και ζωγραφίζοντας για τα μικρότερα αδέλφια του από άλλη μητέρα (έχασε τη δική του στα εφτά του μόλις χρόνια). Αν τυχόν του ξέφευγε κανένα λάθος, εκείνα διαμαρτύρονταν και τον διόρθωναν. Αυτές ήταν οι απαρχές του ενδιαφέροντός του για το γράψιμο και την εικονογράφηση. Ωστόσο, δεν του είχε ακόμα μπει η ιδέα να γίνει συγγραφέας – ήταν ένας φυσιολογικός και μάλλον μέτριος μαθητής. «Φαίνομαι έξυπνος, αλλά δεν είμαι και τόσο έξυπνος» αστειεύεται. Τελειώνοντας το σχολείο, φιλοδοξούσε να γίνει ολυμπιονίκης μαραθωνοδρόμος, αλλά δεν τα κατάφερε. Σπούδασε γαλλική φιλολογία και ιστορία, δουλεύοντας παράλληλα σε τράπεζα και αργότερα σε γραφείο διοργάνωσης οικογενειακών ταξιδιών στο Ανόβερο. Ως ταξιδιωτικός συνοδός, γύρισε σχεδόν όλο τον κόσμο, ενώ αρκετά συχνά επισκεπτόταν την Ελλάδα (Χαλκιδική, Σιθωνία). Μέρος των καθηκόντων του ήταν να επιτηρεί ομάδες παιδιών από τριών έως δώδεκα ετών, για τα οποία σκάρωνε αυτοσχέδια παραμύθια που τα άκουγαν και οι γονείς. Από εκείνους παρακινήθηκε να γράψει τα παραμύθια αυτά στο περιθώριο της εργασίας του.

«Τότε ζούσα μόνος μου και χάρισα την τηλεόρασή μου ώστε να μου μένει χρόνος για να γράφω. Τα βράδια όμως που γύριζα σπίτι κουρασμένος και ήθελα να δω λίγη τηλεόραση, δεν υπήρχε πια η συσκευή! Σχεδίαζα να βγάλω χρήματα από τη συγγραφή παιδικών βιβλίων, να γίνω οικονομικά ανεξάρτητος και μετά να αρχίσω να γράφω για μεγάλους. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμα, αν και τολμώ να πω ότι είμαι σε καλό δρόμο. Στη διάρκεια των σπουδών μου είχα ασχοληθεί με τον υπαρξισμό και τον Σαρτρ και το όνειρό μου ήταν να γράψω κάποτε κι εγώ τέτοια κείμενα. Δεν έχω βέβαια παράπονο, γιατί το να γράφω για παιδιά είναι πολύ όμορφο. Εξάλλου, πάντα έγραφα και εικονογραφούσα ιστορίες που τις έκανα δώρο τα Χριστούγεννα ή σε γενέθλια».

Η επαγγελματική του ενασχόληση με τη συγγραφή ξεκίνησε χάρη σε έναν εξάδελφό του, ο οποίος ήταν φίλος ενός ατζέντη. «Είχα χαρίσει μερικές δικές μου ιστορίες στα παιδιά του εξαδέλφου μου, μία από τις οποίες είδε ο ατζέντης και μου τηλεφώνησε. Εξακολουθεί να είναι μία απ’ τις πιο αγαπημένες μου. Μιλάει για έναν αρκούδο που δεν θέλει να πέσει σε χειμερία νάρκη, γιατί είναι πολύ βαρετό. Προτείνει λοιπόν στον συγγραφέα να γράψει για έναν αρκούδο που δεν πέφτει σε χειμερία νάρκη, αλλά έχει για πρώτη φορά την ευκαιρία να γνωρίσει τον χειμώνα. Η ιστορία αυτή άρεσε πάρα πολύ στον ατζέντη, ο οποίος σύντομα βρήκε εκδότη – αλλά όχι για το συγκεκριμένο κείμενο. Κι έτσι άρχισαν οι περιπέτειες του Καρύδα».

Ο Ίνγκο Ζίγκνερ είχε ήδη έτοιμη μια ιστορία με ήρωα τον Καρύδα. Ο εκδότης τού ζήτησε να γράψει και άλλες, προτείνοντάς του μια μηνιαία αμοιβή. Οι πρώτες ιστορίες με τον Καρύδα πραγματοποίησαν αρκετά υψηλές πωλήσεις για τα γερμανικά δεδομένα και για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα. Το 2004 ο Ζίγκνερ αφοσιώθηκε αποκλειστικά στη συγγραφή και σήμερα ζει από τα βιβλία του. Θα προτιμούσε να έχει μόνο τον ρόλο του συγγραφέα, αλλά ο εκδότης τον παρότρυνε να εικονογραφεί ο ίδιος τις ιστορίες του. «Ακόμα εξασκούμαι στην εικονογράφηση. Είναι μια διαδικασία που εξελίσσεται διαρκώς και έχω κάμποσο δρόμο μπροστά μου».

Ο μικρός δράκος Καρύδας είναι εξαιρετικά αγαπητός στη Γερμανία. Σημειώνει σταθερή εμπορική επιτυχία, έχει διασκευαστεί για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση και ο δημιουργός του κάνει κάθε χρόνο γύρω στις 130 παρουσιάσεις και αναγνώσεις των βιβλίων του σε σχολεία, βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία. Ο Ζίγκνερ πιστεύει –και ο ατζέντης του συμφωνεί– πως ο βασικός λόγος της επιτυχίας του είναι οι ίδιες οι ιστορίες πρώτα απ’ όλα, η προετοιμασία για το γράψιμό τους και, φυσικά, η γλώσσα που χρησιμοποιείται. «Συχνά με ρωτούν αν τα βιβλία μου περιέχουν μηνύματα για τα παιδιά. Όχι, δεν περιέχουν μηνύματα. Αυτό που κυρίως με ενδιαφέρει είναι να γράψω τις περιπέτειες των ηρώων. Από την άλλη, όταν μια ιστορία είναι καλή, είναι λογικό μέσα της να κρύβεται ένα μήνυμα – ή και περισσότερα. Κάποτε μια φίλη που δεν είχε διαβάσει δικά μου βιβλία μού είπε να γράψω κάτι για τους ξένους. Μα όταν τα διάβασε, άλλαξε γνώμη. Διότι έχω ήδη καταπιαστεί με το θέμα! Σε όλες σχεδόν τις περιπέτειες του Καρύδα, αυτός και οι φίλοι του συναντούν κάποιο άγνωστο πλάσμα που, τις περισσότερες φορές, είναι ή φαίνεται επικίνδυνο. Όσο όμως συναναστρέφονται τον πιθανό εχθρό και κουβεντιάζουν μαζί του, εκείνος αρχίζει να τους συμπαθεί και στο τέλος δεν θέλει πια να τους φάει. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το μήνυμα που περνάω είναι πως με τη φιλική συζήτηση και την αλληλοκατανόηση, νικιέται και από τις δυο πλευρές ο φόβος, η καχυποψία και η εχθρότητα για τον ξένο. Δεν προσπαθώ όμως εσκεμμένα να το δείξω αυτό – ο πρωταρχικός μου στόχος είναι να γράψω μια ωραία περιπέτεια με συναρπαστική πλοκή, που θα την ευχαριστηθώ και εγώ που τη γράφω και τα παιδιά που τη διαβάζουν ή την ακούνε. Γιατί δεν γράφω μόνο για τα παιδιά, αλλά και για τον εαυτό μου».

Στο τελευταίο ως τώρα βιβλίο της σειράς, το κεντρικό θέμα είναι η προϊστορία και οι δεινόσαυροι. «Χωρίς καμιά πρόθεση να κακολογήσω τους εκδότες, είναι αλήθεια ότι αγαπούν τα κλισέ» παρατηρεί ο Ζίγκνερ. «Όλα τα παιδιά γνωρίζουν τι είναι ο βασιλικός τυραννόσαυρος, άρα ο εκδότης θα απαιτούσε να τον βάλουμε στο εξώφυλλο. Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση: παίρνω λοιπόν τα κλισέ και παίζω μ’ αυτά. Ο δικός μου τυραννόσαυρος είναι χορτοφάγος, πράγμα για το οποίο ντρέπεται και πασχίζει με κάθε θυσία να το κρύψει. Έχει μάθει να φτιάχνει νοστιμότατους κεφτέδες με χορταρικά, που αρέσουν πολύ στους φίλους του – οι οποίοι, ωστόσο, τους περνούν για κανονικούς κεφτέδες!»

Για να εδραιώσει μάλιστα την εικόνα του «σκληρού» στα μάτια των ομοίων του, ο τυραννόσαυρος έχει συνεννοηθεί με τον εξίσου «απαγορευμένο» κολλητό του, έναν τρικεράτωπα (οι τυραννόσαυροι δεν κάνουν παρέα με τρικεράτωπες), να προσποιούνται ότι δέρνονται όταν είναι και άλλοι μπροστά και ο τρικεράτωψ να παριστάνει κάθε φορά τον ηττημένο. Για ανταμοιβή, ο τυραννόσαυρος του φτιάχνει τους περίφημους κεφτέδες, των οποίων τη μυστική συνταγή δεν γνωρίζει ούτε ο συγγραφέας! Ώσπου ο φίλος του Καρύδα, ο φαγανόδρακος Όσκαρ, που επίσης είναι χορτοφάγος –όχι εκ πεποιθήσεως, αλλά επειδή είναι αλλεργικός– βοηθάει τον τυραννόσαυρο να πει την αλήθεια για τον εαυτό του. Αντί να κάνει κήρυγμα σχετικά με τη σημασία της ειλικρίνειας απέναντι στον εαυτό μας και τους άλλους, ο Ζίγκνερ (ο οποίος δηλώνει ευθαρσώς ότι δεν είναι χορτοφάγος, παρ’ όλο που αντιτίθεται στη μαζική βιομηχανοποίηση του κρέατος) αφήνει τα γεγονότα της ιστορίας να μιλήσουν μόνα τους στα παιδιά.

Αν και χαίρεται την επιτυχία του, τον ενθουσιασμό των μικρών αναγνωστών, τα ταξίδια και τα βιβλία του, το πιο ωραίο κομμάτι της ζωής του είναι οι φίλοι του, η γυναίκα του και μια καλή ιστορία – η συγγραφή της οποίας αποτελεί πάντα πρόκληση. Είτε πρόκειται για άλλη μια περιπέτεια του Καρύδα είτε για βιβλίο μιας από τις δυο άλλες σειρές που έχει αναλάβει, βάζει τα δυνατά του ώστε να δώσει τον καλύτερό του εαυτό. Κάθε παρουσίαση βιβλίου του είναι μοναδική και ενδιαφέρουσα για τα παιδιά, ενώ για τον ίδιο υπάρχει ο κίνδυνος να κουραστεί και να βαρεθεί την επανάληψη. Όποτε του τυχαίνει κάτι παρόμοιο, το ξεπερνά με αυθόρμητες δραστηριότητες όπου δεν φοβάται να δείξει την καθαρά ανθρώπινη πλευρά του, βάζοντας ταυτόχρονα τα παιδιά στο νόημα και την τεχνική πτυχή της συγγραφής.

Ο Ίνγκο Ζίγκνερ έκλεισε την παρουσίαση με την αναγγελία της επόμενης περιπέτειας του Καρύδα, η οποία θα εκτυλίσσεται στην Αφρική. Το κείμενο περιέχει αναφορές στο Όνειρο καλοκαιριάτικης νύχτας του Σαίξπηρ και διακριτικές πολιτικές νύξεις που, ενώ θα περάσουν απαρατήρητες από τα παιδιά, οι μεγάλοι σίγουρα θα τις αντιληφθούν.

Σε ερώτηση για το αν και πότε θα τελειώσει η σειρά βιβλίων με τον Καρύδα, αφού ο ήρωας κάποτε θα μεγαλώσει, ο συγγραφέας απάντησε ότι δεν υπάρχει όριο – οι δράκοι μεγαλώνουν, αλλά πολύ αργά. Πόσον καιρό του παίρνει να τελειώσει μια ιστορία; «Γύρω στις έξι εβδομάδες για το γράψιμο και άλλες τόσες για την εικονογράφηση» εξηγεί. Όσο για το εάν ο Καρύδας αντιπροσωπεύει την παιδική ηλικία που ο ίδιος δεν βίωσε όπως θα ήθελε, ο Ζίγκνερ εύσχημα το παρέκαμψε, προτιμώντας να τονίσει την ευχέρεια που είχε από νωρίς να επικοινωνεί με τα παιδιά: να τους απευθύνεται σαν σε ενήλικες και να κρατά τις αρμόζουσες αποστάσεις δίχως να τα αποδιώχνει, αφήνοντας σ’ εκείνα την πρωτοβουλία να τον πλησιάσουν. Αν έγραφε βιβλίο για μεγάλους, το θέμα του θα περιείχε οπωσδήποτε αυτοβιογραφικά στοιχεία, συνδεδεμένα με τις εμπειρίες που έχει συγκεντρώσει από τα ταξίδια του και τις αναγνώσεις σε βιβλιοπωλεία και σχολεία.

Σχετικά με τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις που περιλαμβάνονται στις ιστορίες του, ο Ζίγκνερ υπογράμμισε τη σημασία της αποφυγής πραγματολογικών λαθών –ιδιαίτερα εφόσον τα βιβλία προορίζονται για παιδιά– και έφερε ως παράδειγμα την περιπέτεια του Καρύδα με τον τίτλο Αποστολή στο Νείλο, όπου η συνδρομή ενός αιγυπτιολόγου υπήρξε πολύτιμη. Θα αποφάσιζε ποτέ να στείλει τον Καρύδα και την παρέα του στην αρχαία Ελλάδα; Δίχως να το αποκλείσει, διευκρίνισε ότι εκείνο που τον ενδιαφέρει πρωτίστως είναι η ιστορία και η περιπέτεια, ενώ ο τόπος στον οποίο θα διαδραματίζεται είναι απλώς το σκηνικό – πέρα απ’ το ότι θα ήταν υποχρεωμένος να μελετήσει εξονυχιστικά την αρχαιοελληνική κοινωνία προκειμένου να αποκτήσει σαφή εικόνα της (μια εναλλακτική εκδοχή θα ήταν η χιουμοριστική χρήση ορισμένων στερεοτυπικών ιδιοτήτων της σύγχρονης Ελλάδας, όπως έχει γίνει στον Αστερίξ). Δεν προσχεδιάζει την έκβαση κάθε ιστορίας, αλλά συζητά την αρχική ιδέα του με τον επιμελητή της έκδοσης και δεν διστάζει να την αλλάξει εάν στην πορεία διαπιστώσει ότι δεν είναι πρόσφορη.

Στη δική μου ερώτηση για το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να σκεφτεί ένας συγγραφέας κάτι πραγματικά πρωτότυπο μέσα στο πλήθος των βιβλίων για παιδιά που γράφονται και κυκλοφορούν, απάντησε ότι προτιμά να εστιάζει την προσοχή του στο θέμα του αυτό καθαυτό – δεν του μένει χρόνος για να αναπτύσσει όλες τις ιδέες που μπορεί να του έρθουν, οπότε συγκεντρώνεται σε όσες ήδη έχει. Κοιτάζει τους ανθρώπους στον δρόμο και θα ήθελε να γράψει τις ιστορίες τους, αλλά δεν προλαβαίνει. Ύστερα από καμιά δεκαετία, ίσως διαθέτει τον ανάλογο χρόνο.

Στο τέλος της συζήτησης ο Ίνγκο Ζίγκνερ υπέγραψε με μοναδικό τρόπο τα αντίτυπα του τελευταίου βιβλίου του και μοίρασε κάρτες με τη φωτογραφία και το αυτόγραφό του, ενώ ακολούθησε μικρή δεξίωση.

 

 

πηγή : diastixo.gr