Ντάριλ Κάνινγκχαμ: «Σούπερκραχ» κριτική του Θανάση Αντωνίου
Μπορεί ως Ελλάδα να μην καταφέραμε να μειώσουμε το υπέρογκο δημόσιο χρέος μας, μπορεί να μην ήρθε ούτε η ανάπτυξη αλλά ούτε η… ελπίδα, τουλάχιστον όμως ένα πτυχίο οικονομικών το πήραμε όλοι μας: επί έξι χρόνια τώρα, πολιτικοί εντός κι εκτός της επικράτειας, δημοσιογράφοι, οικονομολόγοι και επιχειρηματίες μάς βομβαρδίζουν καθημερινά με ατελείωτους δυσνόητους οικονομικούς όρους και εξειδικευμένες χρηματιστηριακές εκφράσεις, μια ακατάληπτη επαγγελματική αργκό που συμπληρώνεται με πίνακες, διαγράμματα και πίτες, σε μια προσπάθεια να μας εξηγήσουν τι συνέβη το 2008, τι συμβαίνει έκτοτε και τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον.
Όσοι δεν το πήραν με τη χρηματιστηριακή κρίση του 1999-2000, τότε που χάθηκαν περιουσίες μέσα σε λίγους μήνες, έχουν τώρα την ευκαιρία να λάβουν το πτυχίο τους…
Ο Ντάριλ Κάνινγκχαμ, από την πλευρά του, το έχει πάρει το πτυχίο του και μάλιστα από τη Σχολή Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο του Λιντς και, εδώ και μερικά χρόνια, ασχολείται με την «εικονογραφική δημοσιογραφία». Παρουσιάζει σημαντικές δημοσιογραφικές έρευνες χρησιμοποιώντας την τεχνική και την αισθητική των κόμικς – δεν «γράφει» βιβλία, αλλά εικονογραφεί graphic novels. Η δουλειά που κάνει είναι εντυπωσιακή και γι’ αυτήν έχει λάβει διάφορα βραβεία, στην πατρίδα του –την Αγγλία– κι αλλού. Το πιο πρόσφατο έργο του, το Σούπερκραχ, μπήκε στη λίστα των New York Times με τα ευπώλητα βιβλία του 2015· και το αξίζει, διότι είναι καταπληκτική δουλειά.
Το βιβλίο είναι μια χάρτινη γροθιά ή μια σκιαγραφημένη μούντζα, αν προτιμάτε, ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, τη λατρεία των ανοικτών, αρρύθμιστων αγορών· ένα σκληρό και τεκμηριωμένο «κατηγορώ» σε βάρος της καπιταλιστικής απληστίας, της χρηματιστηριακής βουλιμίας και των πειθήνιων κυβερνήσεων που παρακολουθούν από απόσταση εδώ και τρεις δεκαετίες.
ΧΑΡΤΙΝΗ ΓΡΟΘΙΑ ΣΤΗ ΓΟΥΟΛ ΣΤΡΙΤ
Το βιβλίο είναι μια χάρτινη γροθιά ή μια σκιαγραφημένη μούντζα, αν προτιμάτε, ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, τη λατρεία των ανοικτών, αρρύθμιστων αγορών· ένα σκληρό και τεκμηριωμένο «κατηγορώ» σε βάρος της καπιταλιστικής απληστίας, της χρηματιστηριακής βουλιμίας και των πειθήνιων κυβερνήσεων που παρακολουθούν από απόσταση εδώ και τρεις δεκαετίες. «Οι κυβερνήσεις έχουν υποδουλωθεί στα μεγάλα συμφέροντα, πράγμα καταστροφικό γιατί όποια κοινωνία επιτρέπει στην αρπακτική, ισοπεδωτική συμπεριφορά να γίνεται πιο επικερδής από την τίμια εργασία, ρισκάρει τα πάντα», υποστηρίζει ο Κάνινγκχαμ και εικονογραφεί ένα τείχος ουρανοξυστών –το αρχετυπικό σύμβολο των πολυεθνικών επιχειρήσεων και των επενδυτικών τραπεζών– να περικυκλώνουν και, τελικά, να πνίγουν τον Λευκό Οίκο.
Το βιβλίο αποτελείται από τρεις εικονογραφημένες ιστορίες οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους, όχι εμφανώς είναι η αλήθεια, αλλά μόνο εφόσον αποδεχτούμε, όπως άλλωστε πιστεύει ο συγγραφέας, ότι τα μεγάλα δεινά που προέκυψαν παγκοσμίως σε σχέση με την οικονομική κρίση του 2008 είναι αποτέλεσμα ενός άκρατου ατομικισμού και της αποθέωσης του εγωισμού.
Η πρώτη ιστορία είναι η βιογραφία της Ρωσοεβραίας στην καταγωγή, αλλά μεγαλωμένης στις ΗΠΑ, Άιν Ραντ (Αλίσια Ρόζενμπαουμ, 1905-1982): υπήρξε συγγραφέας μυθιστορημάτων, εργάστηκε ως σεναριογράφος στο Χόλιγουντ, δίδαξε σε πανεπιστήμια και συμμετείχε σε πολιτικές καμπάνιες Ρεπουμπλικάνων προέδρων. Υπήρξε μια από τις πλέον ακραίες ιέρειες του νεοφιλελευθερισμού, της ελεύθερης αγοράς και φανατική πολέμιος του κοινωνικού κράτους.
Η Ραντ υπήρξε μια εμβληματική προσωπικότητα του «αμερικανικού ονείρου», δημιούργησε μια μικρή «σχολή» αφοσιωμένων οπαδών που τη λάτρεψαν (και την υπερασπίστηκαν όταν κριτικοί και πανεπιστημιακοί, αλλά και η φιλελεύθερη Αριστερά των ΗΠΑ, της επιτέθηκαν για τις ακραίες, σχεδόν «ευγονικές» θέσεις της για τη φτώχεια, τον αλτρουισμό, τον εθελοντισμό, την ισότητα κ.ά.).
Η Ραντ υπήρξε, μεταξύ άλλων, μέντορας του πανίσχυρου τραπεζίτη Άλαν Γκρίσπαν, ο οποίος μετείχε στην ομάδα της επί δεκαετίες· ο Ρουμανοεβραίος οικονομολόγος Γκρίσπαν ήταν πρώην πρόεδρος της FED (Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ) και θεωρείται ένας από τους απολύτως υπεύθυνους για τη φούσκα των στεγαστικών δανείων και την κατάρρευση των ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών κολοσσών στις ΗΠΑ.
ΓΚΡΙΣΠΑΝ, GOLDMAN SACHS & ΕΛΛΑΔΑ
Ο Γκρίσπαν είναι ένας από τους «πρωταγωνιστές» στη δεύτερη ιστορία του βιβλίου, ένα ιστορικό της κρίσης που ξέσπασε στις ΗΠΑ το 2008 και αφορούσε τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια. Ο Κάνινγκχαμ διηγείται την ιστορία αυτή, την οποία ασφαλώς και έχουμε ακούσει/διαβάσει αρκετές φορές, με απλό και κατανοητό τρόπο: εξηγεί βήμα βήμα το πώς οργανώθηκε το μεγάλο κόλπο των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιρειών και των δημόσιων υπηρεσιών ελέγχου που (υποτίθεται πως) ρύθμιζαν την αγορά· το πώς εξαπατήθηκαν οι θεσμικοί κι άλλοι επενδυτές, το πώς εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους χιλιάδες δανειολήπτες, το πώς αφέθηκαν στην κατάρρευση οι Lehman Brothers, Fannie Mae και Freddie Mac, ενώ από μια τέτοια ανάλυση δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει η «βασίλισσα των τραπεζών», η διαβόητη Goldman Sachs, που συνέβαλε αποφασιστικά στην πλήρη απορρύθμιση του τραπεζικού κλάδου.
Εξηγεί, επίσης, το πώς λειτουργεί η «περιστρεφόμενη πόρτα»: το γεγονός δηλαδή ότι τραπεζίτες μπαίνουν στην πολιτική, εξυπηρετούν τους ιδιωτικούς κολοσσούς και επιστρέφουν πάλι πίσω στις… μπίζνες (θυμάστε τον Λουκά Παπαδήμο;).
Δεν λείπει ούτε η Ελλάδα από το βιβλίο, καθώς το πενάκι του Κάνινγκχαμ αναφέρεται και στη δική μας περιπέτεια, την οποία, όπως οι περισσότεροι προοδευτικοί Δυτικοί αναλυτές, τη χρεώνει στις στημένες εκθέσεις της Goldman Sachs για λογαριασμό των διεφθαρμένων ελληνικών κυβερνήσεων, που υπήρξαν καλοί πελάτες της.
Με ένα απλό στη σύλληψη και τον σχεδιασμό του σκίτσο και με ένα «συννεφάκι» μερικών μόλις λέξεων σε κάθε καρεδάκι, ο ταλαντούχος Βρετανός δημοσιογράφος/εικονογράφος καταφέρνει να μας βάλει στον εφιαλτικό κόσμο του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, των τοξικών ομολόγων, των ενυπόθηκων δανείων και των αμπαλαρισμένων –σε δήθεν επενδυτικές ευκαιρίες– οικονομικών βομβών. Δύσκολες έννοιες που έγιναν της μόδας τελευταία, αλλά και σύνθετες τραπεζικές τεχνικές εξαπάτησης αναλύονται με σαφήνεια και χιούμορ.
Η τρίτη ιστορία που εικονογραφεί ο Κάνινγκχαμ, με τίτλο «Η εποχή του εγωισμού», είναι ένα πολιτικό δοκίμιο πάνω στον ιστορικό διαχωρισμό και τη φιλοσοφική αντιπαράθεση των εννοιών πολιτική δεξιά και φιλελεύθερη Αριστερά. Ο Κάνινγκχαμ στηρίζεται σε μια σειρά έρευνες που διαπιστώνουν ότι, πέρα από τις ιδεολογικοπολιτικές διαφορές, τους οπαδούς των δύο αυτών ρευμάτων διακρίνουν και πολλά άλλα: η στάση τους απέναντι στις τέχνες και τον πολιτισμό, η άποψή τους για την εκπαίδευση και την εργασία, οι αξίες που επιλέγουν για να δώσουν «χρώμα» στη ζωή τους.
Ο εγωισμός, ίδιον του σύγχρονου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αποτελεί κατά τον Κάνινγκχαμ τη μήτρα που γεννάει τον ανταγωνισμό και την ανηθικότητα, τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την απέχθεια του κόσμου για την πολιτική και την απάθεια απέναντι στην κοινωνική ανισότητα. Σε μια εποχή που γεννοβολάει συνεχώς ατομικιστές σαν την Άιν Ράντ, τον Άλαν Γκρίσπαν, τον Χανκ Πόλσον (πρώην υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ και, φυσικά, πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs) κ.ά., το όνειρο για έναν κόσμο αλληλεγγύης και ισότητας, έναν κόσμο δημοκρατίας και προκοπής, είναι για τον Κάνινγκχαμ το μεγάλο στοίχημα.
ΥΓ. Στο Σούπερκραχ αναφέρεται εκτενώς η ιστορία του Γκρεγκ Σμιθ, πρώην υπαλλήλου της Goldman Sachs, την οποία αποτύπωσε στο βιβλίο του Γιατί έφυγα από την Goldman Sachs (μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής, Ψυχογιός 2013). Δείτε την παρουσίασή του εδώ. Στο Σούπερκραχ, το ζήτημα των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων δεσπόζει. Για το ίδιο θέμα διαβάστε το βιβλίο του Μάικλ Τζ. Κέισι Η καταστροφή της μεσαίας τάξης (μτφρ. Βιλελμίνη Σωσώνη, Ψυχογιός 2013), το οποίο παρουσιάσαμε εδώ.
Σούπερκραχ
Το μεγάλο κόλπο με τη διεθνή οικονομία
Darryl Cunningham
μετάφραση: Αβραάμ Κάουα
εικονογράφηση: Darryl Cunningham
Κριτική
240 σελ.
ISBN 978-960-586-071-4
Τιμή € 18,00
Πηγή : diastixo.gr