Νίκος Δαφνής: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ

2019-10-17 17:33

Νίκος Δαφνής: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ

Διανύοντας την έκτη δεκαετία της ζωής του, ο Νίκος Δαφνής αποτελεί έναν σημαντικό πυλώνα στη θεατρική ζωή της Αθήνας. Έχοντας μια μακρά θητεία τόσο στο τηλεοπτικό όσο και στο θεατρικό status, τα τελευταία 22 χρόνια έχει διαμορφώσει μέσα από το «Θέατρο κάτω απ’ τη Γέφυρα» μια νέα οπτική στα ελληνικά θεατρικά δρώμενα. Με αφορμή την παράσταση Ο χρόνος σταματά του Donald Margulies, που ανεβαίνει για δεύτερη συνεχή χρονιά, μας παραχώρησε μια ιδιαιτέρως αληθινή συνέντευξη.

Για 2η χρονιά συνεχίζεται στο «Θέατρο κάτω απ’ τη Γέφυρα» το έργο του βραβευμένου με Pulitzer συγγραφέα Donald Margulies Ο χρόνος σταματά. Σε ποια σημεία εντοπίζετε την επιτυχία της παράστασης;

Πράγματι, ήταν μια σπουδαία παράσταση και μια μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία. Αλλά με ένα τόσο σημαντικό έργο και με τέσσερις εξαιρετικούς ηθοποιούς να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους, δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά. Το κοινό που μας εμπιστεύεται αυτά τα εκτίμησε από τις πρώτες παραστάσεις. Τα sold out ήταν πολύ συχνά, αλλά (για να μην κοροϊδευόμαστε) στον λιλιπούτειο «Πίσω χώρο» με τις 42 θέσεις και με χαμηλό εισιτήριο, οικονομική επιτυχία δεν μπορεί να υπάρξει.

Τα δύο ζευγάρια είναι και μια προσωπογραφία της σημερινής παγκόσμιας κοινωνίας. Φεύγοντας ο θεατής ποιες πτυχές του εαυτού του, πιστεύετε, ότι θα έχει ανιχνεύσει;

Οι τέσσερις «ήρωες» του έργου ζουν στη διπλανή πόρτα. Ο συμφιλιωμένος (και καλά βολεμένος), ο κουρασμένος (και έτοιμος να «βολευτεί»), ο «χαρούμενος» (που νοιάζεται να «είναι καλά»), ο «ήρωας» (που θέλει να αλλάξει τον κόσμο με κάθε θυσία) δεν είναι άγνωστοι.Τους συναντάμε καθημερινά, τους συναναστρεφόμαστε, είναι οι φίλοι, οι συγγενείς μας. Κι αν δεν είμαστε εμείς οι ίδιοι, πολλά σημεία του χαρακτήρα ή της συμπεριφοράς μας θα τα αναγνωρίσουμε στη Σάρα, στον Τζέιμς, στον Ρίτσαρντ και στη Μάντυ. Και αυτή η «ενδοσκόπηση» (όπως κάθε αυτοκριτική ενδοσκόπηση) σπάνια είναι ανώδυνη.

Οι ενοχές κατά πόσο αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα στο όνειρο;

Θα απαντήσω «μαντεύοντας» το νόημα της ερώτησης. Εγώ δεν γουστάρω Μακιαβέλι, ούτε τον Ηγεμόνα του, ούτε πιστεύω ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα και ότι το να κρατάς το τιμόνι, κάποιες φορές, σε αναγκάζει να πετάξεις κάποιους στη θάλασσα και να συνεχίσεις το ταξίδι με άλλους ικανότερους. Όταν ξέρω ότι έκανα μια «στραβή», έχω ενοχές και ζω πολύ άσχημα μετά. Όταν δεν το ξέρω και το καταλάβω, ζω χειρότερα, γιατί αισθάνομαι και ηλίθιος. Μ’ αυτές τις αυτοκριτικές σκέψεις, ναι, το ομολογώ. Δεν έχω σωτηρία.

«Ο χρόνος σταματά»… όταν;

Όταν πεθαίνεις. Αν και αυτό δεν είναι σίγουρο, αφού κανείς δεν το διέψευσε ακόμη. Αστειεύομαι. Γιατί ο χρόνος δεν σταματά. Συνεχίζεται αμείλικτα και θα συνεχίζεται εσαεί. Εμείς αμήχανοι παρακολουθούμε την (όποια) εξέλιξη και όταν θέλουμε (ή νομίζουμε ότι θέλουμε) επεμβαίνουμε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο για να αλλάξουμε αυτή τη νομοτέλεια. Στο έργο μας, κάθε κλικ της φωτογραφικής μηχανής, κάθε πλάνο της κάμερας παγιδεύει μια ή περισσότερες στιγμές. Δεν τις αλλάζει, ούτε τις εξωραΐζει. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε. Μια φωτογραφία –λένε– αξίζει χίλιες λέξεις. Και λοιπόν; Κι αν άξιζε ένα εκατομμύριο, τι θα άλλαζε; Στην εποχή της κοινωνικής αποκτήνωσης που βιώνουμε, τέτοια αισιοδοξία δεν έχω.

Ποια ήταν η αφορμή για την ίδρυση του «Θεάτρου κάτω από τη Γέφυρα»;

Είναι απλή η ερώτησή σας, αλλά η απάντηση αρκετά σύνθετη. Η «Γέφυρα» είναι κατάλοιπο μιας ασθένειας, που κόλλησα στο μαιευτήριο. Λέγεται «κάνω του κεφαλιού μου» και βασικό της σύμπτωμα είναι να μην σε ενδιαφέρει να ακούς «μπράβο» από αυτούς που αντιπαθείς και αποφεύγεις. Στο θέατρο όμως αυτό είναι… «κατάρα» και η κολακεία επιβάλλεται απ’ τις συνθήκες. Πολλές φορές είναι ανάγκη να κερδίζεις την αποδοχή ατόμων που σιχαίνεσαι, αφού το ψωμί σου κρέμεται απ’ αυτούς. Αν διαφωνείς (αισθητικά, πολιτικά, σεξουαλικά), αν δεν είσαι το «καλό παιδί», είσαι ατάλαντος και προβληματικός. Αν είσαι και συνδικαλιστής, τότε την έβαψες. Αυτός ο «εφιάλτης» για μένα ήταν αβάσταχτος. Έτσι, το 1981 με τέσσερις άξιους συνάδελφους ιδρύσαμε τον «Θίασο ’81» και ίσως θα ήμαστε μαζί ακόμα, αν με ακολουθούσαν στην ίδρυση του «Θεάτρου κάτω απ’ τη Γέφυρα». Αυτό έγινε το 1996. Τότε άρχισε η περιπέτεια. Η ιδέα να φτιάξω ένα θέατρο στον Πειραιά ήρθε μια βροχερή μέρα του 1990. Περνούσα από την οδό Αλκιβιάδου και είδα το νεοκλασικό όπου ο Βουτέρης και άλλα άξια παιδιά (Διαλεγμένος, Καραγιάννη, Δεκαβάλα κ.ά.) είχαν στεγάσει το «Θέατρο του Πειραιά». Ήταν ερειπωμένο. Η στέγη είχε πέσει και στη θέση της σκηνής (όπου είχαμε δει σπουδαίες παραστάσεις) μισοθαμμένο στη λάσπη ήταν ένα θεατρικό κείμενο κάποιου Γαβριήλ Γαβρίλογλου. Το θυμάμαι σαν τώρα. Χωρίς (;) λόγο έβαλα τα κλάματα. Λίγα χρόνια πριν, είχε κλείσει ο «Κύβος» (ένα μικρό πειραματικό θέατρο κάποιου Γεωργιάδη). Έτσι, ο Πειραιάς είχε μείνει με το σεισμόπληκτο Δημοτικό (που έκλεισε λίγο αργότερα για δεκατρία χρόνια) και το «Αυλαία», που παρουσίαζε έργα του στιλ… «Χάιδεψέ μου το γουνάκι μου»(!). Ένα πρωί, βρήκα τυχαία στον δρόμο μια φίλη, την Κατερίνα τη Σκλεπάρη. Ήταν πρόεδρος στο Γ’ Διαμέρισμα του Δήμου και εξαιρετικά δραστήριο άτομο. «Ρε Νικόλα» –μου λέει– «στα θεμέλια της οδογέφυρας στον σταθμό του Φαλήρου, υπάρχει ένας κλειστός χώρος. Δεν έρχεσαι να δώσεις καμιά ιδέα μήπως και αξιοποιηθεί, γιατί τώρα είναι δημόσιο ουρητήριο, στέκι πρεζονιών και περιθωριακών και μόνο προβλήματα μας δημιουργεί». Πήγα. Της είπα, μου είπε… Έγιναν προτάσεις… δημοπρασία… Μη σας κουράζω. Η ουσία είναι ότι από εκείνο το πρωί μέχρι σήμερα, δεν έχω φύγει ούτε μια μέρα από εκεί.

Ξεκινήσατε με τον Χαρτοπαίκτη του Χουρμούζη και συνεχίσατε με το Γράμμα στον Ορέστη του Καμπανέλλη. Με ποια κριτήρια διαλέξατε το ρεπερτόριο αυτών των χρόνων;

Ο Χαρτοπαίκτης είναι ένα εξαιρετικό λαϊκό έργο του Μ. Χουρμούζη. Είναι κωμωδία, σχετικά ολιγοπρόσωπο και έχει ένα σκηνικό. Ιδανικό για περιοδεία. Δεν σας κρύβω ότι το καλοκαίρι του 1996, όταν ίδρυσα τη μη κερδοσκοπική εταιρεία «Θεατρικός οργανισμός Κάτω απ’ τη Γέφυρα», είχα την ελπίδα ότι οι συνεταίροι μου θα ακολουθούσαν και στις ευθύνες της δημιουργίας του θεάτρου, αφού η ιδέα της κολεκτίβας πάντα με ενθουσίαζε. Από την άλλη, ήμουν μέλος στη διοίκηση του ΣΕΗ και δεν ήθελα να γίνω «εργοδότης». Αρκετά χρόνια μετά, κατάλαβα ότι η κολεκτίβα ήταν ουτοπία και ο ρόλος του εργοδότη μονόδρομος. Αυτό μου κόστισε πολύ (ηθικά και πολιτικά) αλλά… «ο γέγονε, γέγονε» και τέλος. Στην πραγματικότητα, το Γράμμα στον Ορέστη και (πιο πολύ) το Άνθρωποι και ποντίκια ήταν οι παραγωγές που σύστησαν στο κοινό τη «Γέφυρα», που έδειξαν τις προθέσεις μου και μέτρησαν την αξιοσύνη μου. Δυστυχώς, για πολλά χρόνια δεν έκανα καλύτερες παραστάσεις από αυτές. Ήταν χρόνια «πέτρινα» και κάποιες λίγες εξαιρέσεις δεν έφτασαν για να αλλάξουν την εικόνα της πολιτισμικής μιζέριας, της έλλειψης υψηλών στόχων που με καταδυνάστευσε για μια δεκαετία. Το μεροδούλι-μεροφάι απ’ τη μια, οι ενοχές μου για την εργοδοτική ιδιότητα που αναγκαστικά «φορτώθηκα» και (κυρίως) η ανασφάλεια δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για… τέχνη. Εδώ, πρέπει να σας πω ότι μέχρι το 2016 το θέατρο ήταν ένα αυθαίρετο που νοίκιασα από τον Δήμο, χωρίς να το γνωρίζω, και θα μπορούσε να «σφραγιστεί» κάθε στιγμή (δυο φορές έγινε και αυτό). Και έφτασε το 2014 και οι Πέντε σιωπές, για να μου δείξει ότι ακόμα μπορώ να λειτουργώ σαν ηθοποιός και καλλιτέχνης. Και μόνο γι’ αυτό οφείλω ένα τεράστιο ευχαριστώ στον φίλο μου, τον Κοραή Δαμάτη, που το σκηνοθέτησε. Τα επόμενα χρόνια ήταν πιο εύκολα. Το θέατρο άνοιξε πόρτες και παράθυρα. Μπήκε φως και φρέσκος αέρας. Νέοι συνεργάτες. Και βέβαια… νέοι (και αρκετοί) θεατές. Κάποιοι απ’ τους παλιούς πήραν ευθύνες και βοηθούν πολύ. Θα σταθώ στη σύντροφό μου, την Κωνσταντίνα τη Σαραντοπούλου, που σιγά σιγά περνάει στον χώρο της σκηνοθεσίας. Σιγά σιγά τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα. Αλλά είμαι πια πολύ γέρος και πολύ κουρασμένος…

Μια φωτογραφία –λένε– αξίζει χίλιες λέξεις. Και λοιπόν; Κι αν άξιζε ένα εκατομμύριο, τι θα άλλαζε; Στην εποχή της κοινωνικής αποκτήνωσης που βιώνουμε, τέτοια αισιοδοξία δεν έχω.

22 χρόνια μετά την ίδρυση του «Θεάτρου κάτω απ’ τη Γέφυρα», ποια είναι τα 5 κορυφαία ενσταντανέ που έχουν αιχμαλωτίσει τη μνήμη σας;

1. 5η Αυγούστου 1997. Μας έκλεψαν το δανεικό φορτηγό με το οποίο κάναμε περιοδεία. Μέσα είχε τα σκηνικά, τα νοικιασμένα κοστούμια, τα φωτιστικά και τα ηχητικά. «Κλεισμένες» περίπου 30 παραστάσεις εκείνο το καλοκαίρι. Αν δεν έβρισκα τη λύση (και το φορτηγό και τα περισσότερα από τα κλεμμένα), το «Θέατρο κάτω απ’ τη Γέφυρα» θα ήταν από τότε παρελθόν.
2. 27η Νοέμβρη 2000. Σφράγιση του θεάτρου από τον Δήμο, επειδή δεν είχε άδεια λειτουργίας. Η άδεια αυτή βγαίνει μετά από έλεγχο του «πιστοποιητικού κύριας χρήσης», που βγαίνει μετά από έλεγχο της «άδειας οικοδομής» που έπρεπε να έχει ο Δήμος (αλλά ο Δήμος δεν είχε εκδώσει!).
3. 15η Γενάρη 2002. Σφράγιση του θεάτρου (για τον ίδιο λόγο).
4. 7η Ιουνίου 2007, άνθρωποι της νύχτας έβαλαν φωτιά στο θέατρο. Είχαν προηγηθεί βανδαλισμοί και τρομοκρατία. Ο λόγος ήταν η άρνησή μου να πάρω τα λεφτά που μου έδιναν για να φύγω οικειοθελώς και να το κάνουν σκυλάδικο.
5. 14 Φεβρουαρίου 2019, ληστές μπήκαν με αυτοκίνητο στο θέατρο, εμβολίζοντας και ρίχνοντας κάτω τη σιδερένια πόρτα.
Αν θέλετε, μπορώ να αναφέρω άλλες 105 «μάχες» με πρεζέμπορους, βανδαλισμούς, προβλήματα με ανεγκέφαλους υπαλλήλους του Δήμου, του Υγειονομείου και της Πυροσβεστικής, ανώνυμα καρφώματα στο ΙΚΑ και στη ΣΔΟΕ (ανώδυνα ευτυχώς).

Έχετε συμμετάσχει σε πολλές τηλεοπτικές σειρές και είχατε μια μακρά θητεία στη δημόσια τηλεόραση. Πώς βλέπετε την εικόνα της δημόσιας τηλεόρασης την τελευταία δεκαετία, με όλες αυτές τις ανατροπές που υφίσταται;

Αν δεν σας πειράζει, και στην ιδιωτική. Όμως δεν θέλω να εκφέρω γνώμη ούτε για τη μια ούτε για την άλλη. Στο τηλεκοντρόλ, το ΟΝ και το OFF έχουν το ίδιο κουμπί. Η επιλογή είναι δική μας. Και η ευθύνη. Το μόνο που θέλω να προσθέσω είναι ότι κι εγώ το ’96 έπαιζα σε… Φωσκολιάδα. Είχα οικογένεια και το 1.000.000 δραχμές τον μήνα μάς έλυνε πολλά προβλήματα. Άσε που έμειναν και αρκετά για τη «Γέφυρα», που έφτιαχνα (με τα χέρια μου) εκείνη την εποχή.

Διανύοντας την έκτη δεκαετία, ποια είναι τα πράγματα που σας κάνουν χαρούμενο και ποια είναι τα επόμενα σχέδια που θα ενδυνάμωναν αυτή τη χαρά;

Δεν ξέρω γιατί διστάζετε να πείτε «…λίγο πριν μπείτε στην έβδομη δεκαετία…»; Τέλος πάντων, λίγα είναι αυτά που με κάνουν χαρούμενο αυτές τις εποχές που ο κόσμος δυστυχεί. Ένα από αυτά, το πιο σημαντικό ίσως, είναι ότι βλέπω πια κοντινή τη διάδοχη κατάσταση (που χρόνια τώρα με γέμιζε άγχος και ανησυχία) στα πρόσωπα αγαπημένων και άξιων συνεργατών. Νομίζω πως αν είναι μονοιασμένοι, θα κρατήσουν το τιμόνι καλύτερα από εμένα, αφού δεν έχουν τις δικές μου εμμονές και προκαταλήψεις που με βασάνισαν πολύ και μόνο κακό μού έκαναν. Σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή!

Σας ευχαριστούμε κι εμείς θερμά!

Το Diastixo.gr είναι χορηγός επικοινωνίας της παράστασης Ο χρόνος σταματά.

 

 

πηγή : diastixo.gr