Nicola Crocetti: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Ο Νικόλα Κροτσέτι γεννήθηκε το 1940 στην Πάτρα, αλλά από το 1946 ζει στην Ιταλία. Σπούδασε Φιλολογία στη Φλωρεντία και ζει στο Μιλάνο, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Το 1981 ίδρυσε στο Μιλάνο τον εκδοτικό οίκο Crocetti Editore, τον μοναδικό εκδοτικό οίκο που, σε διάστημα 40 χρόνων, ασχολείται συστηματικά με την προβολή της νεοελληνικής ποίησης και πεζογραφίας. Επίσης, έχει εκδώσει ιταλική και παγκόσμια ποίηση. Το 1988, προστέθηκε η σειρά νεοελληνικής πεζογραφίας «Aristea» και άρχισε η κυκλοφορία του περιοδικού Poesia. Για 10 χρόνια ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Parma Poesia Festival. Έλαβε το Βραβείο Καλύτερου Εκδότη από το Ιταλικό Υπουργείο Προεδρίας και το Βραβείο Μετάφρασης από το Ιταλικό Υπουργείο Πολιτισμού. Ο Κροτσέτι έχει μεταφράσει πάνω από 80 συλλογές ελληνικής ποίησης, καθώς και πεζογραφία. Πρόσφατα μετέφρασε και εξέδωσε την Τέταρτη διάσταση του Ρίτσου (εκτός από άλλα 4 έργα), έχει εκδώσει έργα του Καζαντζάκη (Ζορμπάς, Αναφορά στον Γκρέκο), ενώ πέρα από την Ασκητική και τον Τελευταίο πειρασμό, καθώς και τα ποιήματα του Σεφέρη, ολοκληρώνει το έργο ζωής του, την Οδύσεια του Καζαντζάκη.
Μέσα σε 30 χρόνια, το Poesia έχει εκδώσει 3.300 ποιητές από 38 γλώσσες, ανάμεσα στους οποίους 50 αρχαίους Έλληνες και πάνω από 50 σύγχρονους. Έχει πουλήσει 2,5 εκατομμύρια τεύχη και δεν είχε καμιά θεσμική υποστήριξη, δηλαδή δημόσια.
Από πότε ξεκινά η αγάπη σας για την Ελλάδα;
Από τότε που ήμουν σχεδόν είκοσι ετών, δηλαδή περισσότερο από μισό αιώνα.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της ίδρυσης του εκδοτικού σας οίκου; Ποιος ήταν ο προσανατολισμός του;
Αρχικά συνεργάστηκα με τον εκδοτικό οίκο Guanda, που τότε ειδικευόταν στην ποίηση. Όταν ο Guanda έκλεισε και αγοράστηκε από άλλον εκδότη, αποφάσισα να ανοίξω τον δικό μου εκδοτικό οίκο. Έχοντας ελληνική καταγωγή, σκέφτηκα να δημιουργήσω εκδόσεις που θα ασχολούνταν συστηματικά με την ποίηση και, ιδιαίτερα, με τη νεοελληνική λογοτεχνία, η οποία είχε παραμεληθεί από τους υπόλοιπους Ιταλούς εκδότες.
Ποιοι ήταν οι πρώτοι Έλληνες συγγραφείς που μεταφράστηκαν στην ιταλική γλώσσα;
Οι πρώτοι που μεταφράστηκαν κι εκδόθηκαν από εμένα ήταν ο Ρίτσος και ο Καβάφης.
Παράλληλα, είστε και ο εκδότης του περιοδικού Poesia. Ποια είναι η εκδοτική πορεία του;
Ίδρυσα το Poesia τον Γενάρη του 1988. Τα πρώτα τρία χρόνια, διευθυντές του ήταν δύο ποιητές, με καταστροφικά αποτελέσματα. Μετά ανέλαβα εγώ, και σύντομα έφτασε ένα μηνιαίο τιράζ πάνω από 20.000 τεύχη, με ανώτατο τιράζ τα 50.000. Μέσα σε 30 χρόνια, το Poesia έχει εκδώσει 3.300 ποιητές από 38 γλώσσες, ανάμεσα στους οποίους 50 αρχαίους Έλληνες και πάνω από 50 σύγχρονους. Έχει πουλήσει 2,5 εκατομμύρια τεύχη και δεν είχε καμιά θεσμική υποστήριξη, δηλαδή δημόσια.
Πώς αντιμετώπισε η ιταλική αγορά την ελληνική λογοτεχνία;
Το ιταλικό κοινό αγαπά πολύ την Ελλάδα και τον πολιτισμό της. Μα οι Ιταλοί γράφουν πολύ και διαβάζουν ελάχιστα. Ωστόσο, η ανθολογία Poeti greci del Novecento (Έλληνες ποιητές του εικοστού αιώνα) που επιμελήθηκα μαζί με τον Filippomaria Pontani Junior και κυκλοφόρησε το 2010 στην πιο σημαντική σειρά ιταλικής λογοτεχνίας, «I Meridiani» του Mondadori, εξαντλήθηκε σε τρεις μήνες (στην τιμή των 65 ευρώ) και ανατυπώθηκε. Αποτελείται από 2.000 σελίδες, μαζί με το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, και περιέχει 63 ποιητές, από τον Σολωμό, τον Παλαμά, τον Καβάφη μέχρι τη Γενιά του ’70. Πρόκειται για την πιο σημαντική δουλειά που έγινε στο εξωτερικό σχετικά με την ελληνική ποίηση. Όμως, στην Ελλάδα δεν θεωρήθηκε άξια μιας παρουσίασης ή ενός μικρού βραβείου, από εκείνα που συχνά απονέμονται μέχρι και στους χειρότερους μεταφραστές.
Από τους Έλληνες που εκδώσατε ποιοι είναι οι πιο δημοφιλείς στην Ιταλία;
Ο πιο δημοφιλής είναι ο Καζαντζάκης, ιδιαίτερα το έργο του Ζορμπάς, που είχε εκδοθεί το 1950 σε μια πολύ κακή μετάφραση από τα αγγλικά, ενώ εγώ το μετέφρασα από τα ελληνικά, κι επανεκδόθηκε το 2010. Ως το τέλος αυτού του χρόνου θα ολοκληρώσω τη μετάφραση της Οδύσειάς του, από την οποία έχω μεταφράσει μέχρι τώρα (σε δεκαεπτασύλλαβους) περισσότερους από 25.000 στίχους από τους συνολικά 33.333.
Αναγνώρισαν οι Έλληνες την αγάπη σας και τη μεγάλη συμβολή σας στη διάδοση της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό;
Ύστερα από δεκαετίες απόλυτης σιωπής και αδιαφορίας εκ μέρους όλων, στις 2 Απριλίου 2018, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος μου απένειμε το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής.
Πρόσφατα σας είδαμε στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη. Επισκέπτεστε συχνά την Ελλάδα;
Έρχομαι στην Ελλάδα δυο ή τρεις φορές τον χρόνο.
Παρακολουθείτε τη σύγχρονη ελληνική εκδοτική παραγωγή;
Ναι, την παρακολουθώ συστηματικά.
Ποιοι νέοι Ιταλοί συγγραφείς έχουν ξεχωρίσει στην πατρίδα σας;
Μιας και η Ιταλία είναι χώρα όπου όλοι γράφουν, υπάρχουν πάρα πολλοί. Θα ήθελα να ξεχωρίσω στην ποίηση τον Milo De Angelis, στη δε πεζογραφία τον Matteo Nucci.
Ποια είναι τα μυστικά ενός μεταφρασμένου βιβλίου που θα το βοηθήσουν να έχει εξαιρετική εκδοτική πορεία;
Μια μετάφραση όσο το δυνατόν πιο πιστή στο πρωτότυπο, αλλά συγχρόνως με μια καλή –το ιδανικό θα ήταν με μια άριστη– απόδοση στη γλώσσα υποδοχής.
Σχεδόν τα πάντα μου αρέσουν από την Ελλάδα, αλλά σε πολλούς Έλληνες δεν αντέχω τον επιφανειακό χαρακτήρα και τον εξοργιστικό ατομικισμό, που συχνά ξεπερνά την αναρχία.
Τι σας αρέσει και τι δεν σας αρέσει από την Ελλάδα;
Σχεδόν τα πάντα μου αρέσουν από την Ελλάδα, αλλά σε πολλούς Έλληνες δεν αντέχω τον επιφανειακό χαρακτήρα και τον εξοργιστικό ατομικισμό, που συχνά ξεπερνά την αναρχία.
Τι θα προτείνατε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;
Στους αναγνώστες σας που ασχολούνται με τη λογοτεχνία, θα συμβούλευα να αναζητήσουν καλές μεταφράσεις. Απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, πολλές ελληνικές μεταφράσεις σπανίως είναι άψογες. Συχνά είναι ερασιτεχνικές –μάλιστα γίνονται μέσα από άλλες γλώσσες αντί της πρωτότυπης– και γεμάτες από χονδροειδή λάθη. Και αυτό ισχύει κυρίως για πολλές μεταφράσεις από τα ιταλικά.
πηγή : diastixo.gr