Μελέτες δοκίμια-Φρειδερίκος Νίτσε: «Το πάθος για την αλήθεια» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ
Και το βιβλίο τούτο του Νίτσε, όπως και το Αγών Ομήρου (με τους ίδιους συνεργάτες στη μετάφραση, σχόλια και φιλολογική επιμέλεια) αποτελεί μια εισαγωγή για βιβλίο που δεν γράφτηκε ποτέ. Πέντε είναι αυτές οι «Εισαγωγές», που γράφτηκαν το 1872. Θέμα της παρούσας –Το πάθος για την αλήθεια– είναι η αναζήτηση της αλήθειας πίσω από τα φαινόμενα και τα ψεύδη με τα οποία βαυκαλίζονται οι αναγνώστες. Και τούτα όλα είναι το χριστουγεννιάτικο δώρο του μεγάλου φιλοσόφου προς την Κόζιμα Βάγκνερ. Η «Εισαγωγή» αυτή, που είναι ένα άρτιο δοκίμιο, περιέχει ψήγματα σκέψεών του, τα οποία θα ενσωματωθούν στο 8ο κεφάλαιο της Φιλοσοφίας στο βιβλίο Περί αληθείας και ψεύδους από εξωηθική έννοια που θα κυκλοφορήσει τον επόμενο χρόνο, το 1873. Το ίδιο θέμα θα τον απασχολήσει και στο βιβλίο Ιστορία και Ζωή που θα κυκλοφορήσει το 1874, στο 2ο κεφάλαιο του Άκαιρου στοχασμού.
Ο Νίτσε, τακτικός καθηγητής Φιλοσοφίας, εκείνο τον καιρό μελετά Προσωκρατικούς και Πλάτωνα. Αν όμως παραβάλει ο αναγνώστης το βιβλίο του για τη Γέννηση της τραγωδίας (1872) με τις εδώ επανεπεξεργασμένες ιδέες του, θα διαπιστώσει ότι η οπτική του έχει μεταβληθεί. Μετακινείται από την Τέχνη στη Φιλοσοφία και από τον Σοπενχάουερ στον Ηράκλειτο. Όμως εκείνο που τον απασχολεί είναι ο τρόπος που θα γράψει. «Μίλα με νοήματα για να μη βαρβαρίζεις» φαίνεται να φωνάζει μια παλιά εντολή μέσα του. Όμως, ο Νίτσε αποφθεγματίζει: «η Τέχνη θέλει τη ζ ω ή – η γνώση την ε κ μ η δ έ νι σ η», αλλά ο αναγνώστης «μένει ξεκρέμαστος», όπως παρατηρεί ο Δουλαβέρης.
Και στο κείμενο αυτό, ο λόγος του Νίτσε είναι πολυπρισματικός και λακωνικός, υποβλητικός, αφοριστικός, απόλυτος και αποσπασματικός.
Και στο κείμενο αυτό, ο λόγος του Νίτσε είναι πολυπρισματικός και λακωνικός, υποβλητικός, αφοριστικός, απόλυτος και αποσπασματικός. Πρόκειται για θραύσματα, σαν αυτά των αρχαίων αγαλμάτων, που απέξω είναι προσηνή και από μέσα γεμάτα εκρήξεις. Αυτές τις εκρήξεις επιθυμούσε να συλλάβει ο Νίτσε. Γιατί «εκεί βρίσκεται η ουσία», την όποια είναι σε θέση να συλλάβει ο ανθρώπινος νους. Όμως είναι έτσι δομημένο το κείμενο που δεν θα μπορούσε να καταλάβει κανείς ποια είναι αρχή, ποιο το κύριο θέμα και ποιος ο επίλογος. Και βεβαία πάντα παραμένει ερώτημα ποια αλήθεια εννοεί. Οπωσδήποτε εκείνη την κρυμμένη στο βάθος, γι’ αυτό ερευνά τις εκρήξεις. Τις «ξαφνικές εκλάμψεις». Την αίσθηση και όχι την αφηρημένη σκέψη.
Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η φιλοσοφία είναι η επιστήμη της αλήθειας, ο Νίτσε φαίνεται να λέει πως το πάθος για την αλήθεια είναι η επιστήμη. Και η έκλαμψη διαρκεί λίγο, «Ό,τι προλάβεις να δεις, να σώσεις εκείνη τη στιγμή», λέει (Οδυσσέας Ελύτης, «Ό,τι σώσεις μες στην αστραπή/ καθαρόν στον αιώνα θα διαρκέσει», Το Άξιον Εστί, «Η Γένεσις», 6ος Ύμνος).
Προεκτείνοντας τις σκέψεις του Δουλαβέρη, ο Αποστολίδης λέει πως το βιβλίο δεν έχει θέμα, οπότε μας «μένει ένας αέρας, μια αύρα, ή καλύτερα άγριο μαστίγωμα βοριά στα μάγουλα» και ο βοριάς αυτός λέγεται «Ζαρατούστρας», που κατέβαινε από το όρη του Πέερ Γκυντ και του Μπραντ. Και σαν να έχει αρπάξει τη σκυτάλη από τον Ηράκλειτο, μιλάει για την έρημο, όπου απομονώνονται και αυτοσυγκεντρώνονται τα μεγάλα πνεύματα. Ο Ηράκλειτος στα περιστύλια του Ναού της Αρτέμιδας, μακριά από τον θόρυβο και τη φλυαρία των ανθρώπων, επειδή οι φιλόσοφοι, έλεγε ο Νίτσε, χρειάζονται «ανάπαυση από το σήμερα». Στη συνομιλία του Νίτσε με τον Ηράκλειτο αναδεύονται οι δυνάμεις του αρχαίου κόσμου και τίθενται τα θεμέλια του νέου, έχοντας στο κέντρο τον δικό του Ηράκλειτο.
Αποθησαυρίζουμε από το μικρό, αλλά τόσο ενδιαφέρον κείμενο τα δικά μας «σπάσματα»:
Η δόξα είναι η νοστιμότερη τροφή της φιλαυτίας μας. Ο πόθος είναι δεμένος με τους σπάνιους ανθρώπους και τις πιο σπάνιες στιγμές τους. Τέτοια είναι η στιγμή που τον άρπαξε και τον ανύψωσε και τον έκανε Θεό και η μαγική αυτή στιγμή δεν πρέπει να χαθεί. Σκοπός του ανθρώπου πρέπει να είναι να λαμπρύνει τη λέξη «άνθρωπος». Οι μεγάλες στιγμές και οι σπουδαίοι άνθρωποι είναι στους αιώνες μέσα σαν κορυφογραμμές.
Το «Μεγάλο» πρέπει να ζει αιώνια αλλά το «Συνηθισμένο», το «Μικρό», το «Χθαμαλό» «τρυπώνει» και σπέρνει εμπόδια. Οι λιγόζωοι άνθρωποι κατατρύχονται με ευτελή πράγματα και «θέλουν ο πω σ δ ή π ο τ ε να ζήσουν!». Πού να νοιώσουν τι «λαμπαδηδρομία ξετυλίγεται» για να σωθεί το «Μεγάλο».
Οι Μεγάλοι που αψήφησαν το θάνατο κατέβηκαν «με ειρωνικό μειδίαμα στον τάφο». Και αυτοί οι «ε φ ι έ μ ε ν ο ι δόξας» είναι οι φιλόσοφοι και είναι αυτάρκεις, αυτοί που αντέχουν την αλήθεια. Ο Ηράκλειτος ήταν μεγαλοπρεπής και μεγαλόφρων, εκλεκτός «μνηστήρας της αλήθειας», «άστρο χωρίς ατμόσφαιρα».
Ο Ηράκλειτος στοχάστηκε ό,τι ποτέ δεν στοχάστηκε άνθρωπος, παρατηρώντας το παιχνίδι των παιδιών που είναι παιχνίδι του θεού Δία που χτίζει και γκρεμίζει κόσμους. Ήταν αυτός που αναζήτησε τη γνώση αρχίζοντας από τη γνώση του εαυτού του, ακολουθώντας την εντολή των Δελφών: «γνώθι σ’ αυτόν». Δεν ενδιαφέρεται για την «δόξα των αιεί ρεόντων θνητών» και δεν έχει ανάγκη τη δική μας αιωνιότητα η αιωνιότητα. Η αλήθεια είναι ένα παραλήρημα θεού. Στη Φύση αρέσει να την κρύβει, στον φιλόσοφο να την αναζητεί στη σχισμή της συνείδησης «για να δει τι υπάρχει παραέξω».
Η Τέχνη μας κάνει να ονειρευόμαστε, ενώ ο φιλόσοφος μάς ξυπνά. Η Τέχνη θέλει τη ζωή, είναι πιο δυνατή από τη γνώση. Ενώ «ε τ ο ύ τ η οδηγεί στην εκμηδένιση» και εννοεί τη φιλοσοφία.
Στη συνομιλία του Νίτσε με τον Ηράκλειτο αναδεύονται οι δυνάμεις του αρχαίου κόσμου και τίθενται τα θεμέλια του νέου, έχοντας στο κέντρο τον δικό του Ηράκλειτο.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την ενότητα «Εισαγωγή από τα Σημειωματάρια και άλλα σχετικά κείμενα», την ενότητα «Σχόλια», τα «Παρατήματα», Πίνακες «Ευρετήρια», από τα οποία επιλέγω: «Ο Σοπενχάουερ επιδίωκε πάση θυσία να μη θαφτεί το έργο των ανθρώπων», «κάθε Πολιτισμός ξεκινάει με τη συγκάλυψη πολλών πραγμάτων», τους «Μεγάλους» που θαυμάζουμε τους ξεκόβουμε από τον αληθινό εαυτό τους. Αν γίναμε καλύτεροι το χρωστάμε στον κακό εαυτό μας που κρύψαμε. Οι φιλόσοφοι χρειάζονται ελευθερία από καταναγκασμούς... «ηρεμία σ’ όλα τα υπόγεια», «όλα τα σκυλιά όμορφα – όμορφα με τις αλυσίδες τους», και ο Ηράκλειτος απέφευγε αυτό που αποφεύγουμε κι εμείς σήμερα: το θόρυβο. Η ηδονή του ψεύδους είναι καλλιτεχνική ηδονή. Και η ηδονή, από αυτό το μικρό βιβλιαράκι, είναι η αλήθεια του, με όποια έννοια ένας κοινός θνητός μπορεί να εκλαμβάνει και τη μία και την άλλη.
Το πάθος για την αλήθεια
Φρειδερίκος Νίτσε
Μετάφραση Βαγγέλης Δουβαλέρης
Gutenberg
96 σελ.
ISBN 978-960-01-1709-7
Τιμή € 6,96
Πηγή : diastixo.gr