Μελαχρινός Βελέντζας: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ
Ο Μελαχρινός Βελέντζας, ηθοποιός και πιανίστας, γεννημένος στην Αθήνα, είναι ιδρυτής της καλλιτεχνικής ομάδας έρευνας και παραγωγής Experimento. H site-specific παράσταση Lemon, η πρώτη παραγωγή της ομάδας, μετά την περσινή επιτυχία της στο θέατρο Radar παρουσιάζεται φέτος στο ξενοδοχείο Μπάγκειον στην Ομόνοια, έναν φυσικό σκηνικό χώρο «…όπου η παλιά αίγλη συνυπάρχει με την εγκατάλειψη», όπως μας εξομολογείται ο ίδιος ο ηθοποιός στη συνέντευξη που μας παραχώρησε.
«Στο κέντρο της Ομόνοιας στη μέση του Ωκεανού». Στο ιστορικό ξενοδοχείο Μπάγκειον τι ακριβώς θα απολαύσει ο θεατής;
Η αίθουσα χορού του ιστορικού ξενοδοχείου γίνεται η αίθουσα χορού της πρώτης θέσης του ατμόπλοιου Βιρτζίνιαν, που ταξιδεύει από την Αγγλία στην Αμερική στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Οι δύο φίλοι και κεντρικοί ήρωες του έργου –ο χαρισματικός πιανίστας 1900, παρέα με τον τρομπετίστα και μοναδικό του φίλο Τιμ Τούνυ– αφηγούνται όλα όσα τούς έδεσαν όσα χρόνια έζησαν πάνω σ’ εκείνο το καράβι. Η αφήγηση ξετυλίγεται καθώς οι δυο τους κινούνται πάνω σε δυναμίτες. Λίγο πριν την έκρηξη. Ή ως φαντάσματα που επιστρέφουν για να αφηγηθούν αυτή την ιστορία σε αυτό το εμβληματικό κτίριο. Λίγο μετά την έκρηξη. Χωροχρονικά λοιπόν βρισκόμαστε κάπου ανάμεσα. Ανάμεσα στη στεριά και τη θάλασσα βρίσκεται και ο 1900. Προετοιμάζουμε με πολύ μεράκι και αγάπη αυτόν τον σταθμό του ταξιδιού του Lemon επιστρέφοντας στην Αθήνα μετά το τέλος της καλοκαιρινής μας περιοδείας. Οι θεατές θα παρακολουθήσουν μία παράσταση-εμπειρία, όπου παρέα με τον Γιώργο Δρίβα επί σκηνής και σε σκηνοθεσία Γεωργίας Τσαγκαράκη χρησιμοποιούμε όλα μας τα εκφραστικά μέσα για να αφηγηθούμε αυτή τη συγκινητική, με κωμικά στοιχεία, ιστορία.
Από το θέατρο Radar στο Μπάγκειον, τι επιπλέον προστίθεται σε αυτή τη διαδρομή;
Ήθελα πολύ αυτόν τον χώρο και είμαι πολύ χαρούμενος που το Lemon θα παρουσιαστεί εκεί. Είναι η δεύτερη χρονιά της παράστασης στην Αθήνα μετά τον περυσινό πρώτο κύκλο 40 περίπου παραστάσεων. Ωστόσο, επιθυμούσα την απομάκρυνση από την παραδοσιακή κλειστή αίθουσα που αντανακλά και όλα τα αστικά χαρακτηριστικά μιας θεατρικής εμπειρίας και τον προσανατολισμό προς αυτό που πρεσβεύουν οι Experimento: μία site-specific παράσταση που ταξιδεύει σε μη αμιγώς θεατρικούς τόπους. Έπειτα από αρκετή έρευνα, κατέληξα στο Μπάγκειον. Βέβαια, χώροι σαν το Μπάγκειον έχουν έναν κίνδυνο: να τους επιλέξει κανείς για το εφέ και μόνο. Είναι ένα πολύ όμορφο κτίριο και η φυσική φθορά που έχει υποστεί το κάνει ακόμη γοητευτικότερο στα μάτια ενός καλλιτέχνη και σ’ εκείνα του θεατή. Αυτό όμως δεν αρκεί. Γιατί αν μείνει κανείς εκεί, τότε το χρησιμοποιεί ως περιτύλιγμα. Χρειάζονται ισχυροί λόγοι πίσω από μία καλλιτεχνική επιλογή και στην περίπτωση του Lemon τούς βρήκαμε. Ο χώρος και η ιστορία του κτιρίου έρχονται σε αρμονία με την ιστορία του έργου δημιουργώντας ένα ενδιαφέρον πάντρεμα ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα: τις δεκαετίες του ’20 και του ’30, το κεντρικό αίθριο του Μπάγκειον λειτουργούσε ως αίθουσα χορού. Είναι η περίοδος άνθησης της jazz μουσικής και στην αίθουσα χορού της πρώτης θέσης στο ατμόπλοιο Βιρτζίνιαν άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών και εθνικοτήτων συναντιούνται. Υπό τους ήχους της ζωντανής μουσικής που ξεπηδά από το μαγικό πιάνο του 1900, οι θεατές γίνονται μέτοχοι της απίστευτης ιστορίας αυτού του χαρισματικού πιανίστα συναντώντας παράλληλα τη δική τους προσωπική ιστορία. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο το Μπάγκειον όσο και το Βιρτζίνιαν παρακμάζουν. Μέσα σε αυτόν τον φυσικό σκηνικό χώρο, όπου η παλιά αίγλη συνυπάρχει με την εγκατάλειψη, θα αναδυθούν οι αναμνήσεις των δύο ηρώων προκειμένου να βρεθεί στο επίκεντρο η ιστορία του σπουδαιότερου πιανίστα του Ωκεανού. Μετά τις παραστάσεις μας εν πλω, σε αγκυροβολημένο καράβι, σε καρνάγιο, σε λιμενοβραχίονα, το Μπάγκειον μας επιστρέφει στο εσωτερικό του δικού μας προσωπικού καραβιού, εκεί όπου οι φόβοι μας συναντούν τις επιλογές της ζωής μας.
Να μην ξεχνάμε να απορούμε γι’ αυτό που μας συμβαίνει.
Με ποιον τρόπο το κείμενο αποτυπώνει τη ρευστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης;
Το Lemon είναι διασκευή (την υπογράφει η Γεωργία Τσαγκαράκη) του ποιητικού θεατρικού μονολόγου Novecento του Alessandro Baricco. Η μετατροπή του μονολόγου του Τιμ Τούνυ για τον 1900 σε διαλογικό κείμενο οδήγησε στην ανάδειξη της απίστευτης ιστορίας του πιανίστα μέσα από τη φιλία. Χρειαζόμαστε πάντα κάποιον για να μοιραστούμε την ιστορία μας. Η αφήγησή μας σερφάρει ανάμεσα στη στεριά και τη θάλασσα. Τίποτα δεν είναι σταθερό, όταν βρίσκεσαι στο ανάμεσα. Ο 1900 και το ίδιο το έργο μάς ταξιδεύει σε αυτόν τον ενδιάμεσο ρευστό χώρο μέσω μιας ευφάνταστης κατασκευής: το πιάνο της παράστασης. Η επιτομή αυτής της ρευστότητας βρίσκεται επίσης στο τέλος της παράστασης και τον μονόλογο του 1900. Η μετάφραση του Σταύρου Παπασταύρου από την ιταλική γλώσσα στα ελληνικά αναδεικνύει την ποιητικότητα του λόγου κι εξυπηρετεί από άποψη ρυθμού τις γρήγορες εναλλαγές ανάμεσα στα νοήματα και τα σημεία που προς στιγμήν αντιλαμβανόμαστε ως σταθερά.
Η κριτική έχει εκφραστεί με τα πιο ενθουσιώδη λόγια για την παράσταση. Κατά πόσο η κριτική αποτελεί εφαλτήριο για τη συνέχεια;
Δεν πιστεύω στις κριτικές. Πιστεύω μόνο στις εμπειρίες. Ό,τι συμβαίνει στο θέατρο, όπως και στη ζωή, πρέπει να είναι πέρα από το καλό και το κακό. Μία δημοσιογράφος που παρακολούθησε την παράσταση έγραψε πολύ όμορφα ορμώμενη από το έργο και την ιστορία του 1900: «Είμαστε οι επιλογές μας. Ποιος μπορεί να μας κρίνει γι’ αυτές;». Αυτό που έχει σημασία είναι να δημιουργείται ένας γόνιμος διάλογος ανάμεσα στους καλλιτέχνες και τους θεατές. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δε διαμεσολαβείται. Δεν πιστεύω επίσης στα αστέρια αξιολόγησης μιας παράστασης και προτιμώ ν’ αναζητώ με το βλέμμα μου στον ουρανό όλα εκείνα τα αστέρια που φωτίζουν τις ψυχές μας. Είναι και ο λόγος που άμα παρατηρήσετε τις σελίδες του Lemon, όταν δημοσιεύουμε σχετικά κείμενα, αυτά φέρουν τον τίτλο: «Εμπειρίες των επιβατών του Βιρτζίνιαν». Η σπουδαία Αριάν Μνουσκίν, όταν τελειώνει η παράσταση, ρωτάει τους θεατές όχι αν τους άρεσε ή δεν τους άρεσε το έργο. «Qu’est-ce qui se passe?» Αυτή είναι η ερώτηση. «Τι συνέβη;» Οι απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση συνήθως δεν αποτυπώνονται με λόγια, αλλά με βλέμματα και μέσω ανταλλαγής ενεργειών. Εφαλτήριο λοιπόν για τη συνέχεια είναι αυτό το άρρητο που εισπράττουμε από τους θεατές μας – όλους τους θεατές ανεξαρτήτως ιδιότητας. Θα σας έλεγα δε πως περισσότερο εμπιστεύομαι το ένστικτο ενός απλού θεατή, παρά κάποιου ειδήμονα. Διότι, θέατρο κάνουμε για να παίξουμε και όχι για να χαθούμε στους δαιδαλώδεις δρόμους μιας σοβαροφάνειας, που πολλές φορές όπως όλοι ξέρουμε κινείται εντός ενός πλέγματος δημοσίων σχέσεων και εξυπηρετήσεων. Σαφώς και μία εμπεριστατωμένη άποψη που είναι αποτέλεσμα διαλόγου με το έργο μας θα τη λάβω υπ’ όψιν ως καλλιτέχνης. Αρκεί να υπάρχει η σχετική πρόθεση από τη μεριά του γράφοντος. Ξέρετε, κάποτε ένας πάρα πολύ γνωστός κριτικός (πολύ μεγάλος πια σε ηλικία) δημοσίευσε μία αρνητική κριτική για παράσταση η οποία δεν ανέβηκε ποτέ. Την είχε δει μάλλον στον ύπνο του. Δεν πρέπει λοιπόν να ξεχνάμε πως η συνάντηση στο θέατρο είναι πρώτα και κύρια ζήτημα ενεργειακό. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που δεν πιστεύω στις κριτικές. Το θέατρο βασίζεται πρώτα και κύρια στο βλέμμα και στην ανταλλαγή ενέργειας. Ο λόγος και η γραφή έπονται. Δεν μπορούμε να εξηγήσουμε αυτό που βλέπουμε. Μπορούμε απλώς να το αισθανθούμε.
Το μεγαλείο της φύσης πόσο επηρεάζει τον ήρωα που υποδύεστε και κατ’ επέκταση εσάς;
Είμαστε μία κουκκίδα στον Ωκεανό. Το λέμε συνήθως, αλλά δεν αρκεί. Αν το συνειδητοποιήσουμε, τότε θα εκτιμήσουμε τη ζωή μας και όσα εκείνη απλόχερα φέρνει στον δρόμο μας. Ο 1900 σέβεται το μεγαλείο της φύσης. Όσοι άνθρωποι τον ακούν εκεί πάνω στο Βιρτζίνιαν να παίζει μουσική τον αντιμετωπίζουν ως Θεό. Εκείνος ξέρει πως κανείς δεν μπορεί να πάρει τη θέση του Θεού. Ο 1900 βλέπει το μεγαλείο της φύσης μέσα στον εαυτό του και τους άλλους. Αυτός είναι ένας τρόπος να νιώσουμε απεριόριστοι, παραμένοντας παράλληλα ταπεινοί. Να γυρίσουμε στο μέσα μας, όχι για να γίνουμε περισσότερο εγωιστές απ’ ό,τι είμαστε και να μην ενδιαφερθούμε για τους γύρω μας. Αλλά για να συνδεθούμε μαζί τους. Ο 1900 παίζει μουσική για να συνδεθεί με τον Ωκεανό που τον περιβάλλει. Είναι άλλωστε παιδί του, δε θα μπορούσε να κάνει αλλιώς.
«Ίσως η ζωή να είναι μόνο αυτό… ένας φόβος και ένα όνειρο», έλεγε ο Βρετανοπολωνός συγγραφέας Τζόζεφ Κόνραντ. Σε ποιο βαθμό οι φόβοι μάς κινητοποιούν;
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ο φόβος έχει χρησιμοποιηθεί κατ’ επανάληψη ως μέσο πίεσης και ελέγχου, ούτως ώστε να αποτραπεί η αντίδραση απέναντι σε αυτό που μας επιβάλλεται και μάλιστα με βίαιο τρόπο. «Οι αντίξοοι καιροί μάς κρατούσαν από μπροστά και η αρρώστια μάς πίεζε από πίσω», για να απαντήσω με ένα απόσπασμα του Κόνραντ από τη Γραμμή σκιάς στο ερώτημά σας. «Είναι γεγονός ότι το ίδιο το μέγεθος ενός ψυχικού συγκλονισμού σε βοηθά να τον αντέξεις, προκαλώντας ένα είδος προσωρινής αναισθητοποίησης». Για να σε κινητοποιήσει ο φόβος θα πρέπει να ζήσεις πρώτα μαζί του. Αναίσθητος αρχικά. Να τον συνειδητοποιήσεις, να τον καταλάβεις και μετά να τον αποδομήσεις. Χρειάζεται θέληση, όπως με όλα τα πράγματα στη ζωή. Θυμόμαστε όλοι τι έγινε την περίοδο του δημοψηφίσματος. Προσωπικά, όλη αυτή η περίοδος με έκανε να βουτήξω βαθιά μέσα μου και να αναρωτηθώ τι είναι αυτό που πραγματικά με φοβίζει. Αυτή είναι η πρώτη κινητοποίηση. Να θυμόμαστε. Να μην ξεχνάμε να απορούμε γι’ αυτό που μας συμβαίνει. Η απορία θα φέρει την ερώτηση. Και η ερώτηση θα στέκει μετέωρη, έως ότου απαντηθεί. Αρκεί να πάρουμε την ευθύνη.
To πιάνο και το Βιρτζίνιαν είναι οι άξονες της υπόστασης του ήρωά σας. Ποιους προσωπικούς άξονες ακολουθήσατε, για να εντρυφήσετε στον ρόλο του 1900;
Η επιθυμία μου να εστιάσω σ’ ένα έργο για πολύ καιρό λειτουργώντας ερευνητικά μέσα σε όλο αυτό και η πρόθεσή μου να αφαιρέσω ό,τι δε χρειάζομαι είναι κοινά σημεία αναφοράς με τον ήρωα. Ο 1900 ασχολείται εμμονικά με τον κόσμο της μουσικής του όντας περιορισμένος ανάμεσα σε 88 πλήκτρα. Αυτό του επιτρέπει να γίνει απεριόριστος. «Στα μάτια των ανθρώπων φαίνεται αυτό που θα δουν», λέει ο 1900. Μου αρέσει να ονειρεύομαι και να προσπαθώ με όλες μου τις δυνάμεις να κάνω πράξη αυτά μου τα όνειρα. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι πολύ χρήσιμη επίσης η φαντασία. Στον συγκεκριμένο ρόλο, αυτή πυροδοτείται μέσω της μουσικής. Το γεγονός πως είμαι πιανίστας, είναι ένα δεύτερο κοινό σημείο αναφοράς με τον 1900. Από εκεί και πέρα, εμπιστεύομαι βαθιά την έλλειψη ως στοιχείο δημιουργικότητας: ο 1900 μεγάλωσε χωρίς γονείς. Το να μην έχεις γονείς είναι ένα στοιχείο που αφενός σε συντροφεύει για όλη σου τη ζωή και αφετέρου σε καλεί να πράξεις, αφού από μικρή ηλικία θέλοντας και μη παίρνεις τη ζωή στα χέρια σου.
«Κανείς δεν είναι ξεγραμμένος, άμα έχει έτοιμη μία καλή ιστορία και κάποιον για να του τη διηγηθεί».
Ο συγκεκριμένος ρόλος επιδέχεται ακροβασίες; Θεωρείτε πως είναι ανοιχτός όσον αφορά την προσωπική σας ερμηνεία;
Διαρκώς. Είναι και ο δρόμος που ακολουθώ στην υποκριτική. Όταν συνειδητοποίησα πως ο όρος «κοινό» της παράστασης είναι λάθος, καθώς μιλάμε κάθε φορά για διαφορετικούς θεατές που το μόνο τους κοινό είναι πως έχουν βρεθεί στον ίδιο χώρο για να παρακολουθήσουν την παράσταση εκείνης της ημέρας, τότε απελευθερώθηκε η πρόθεσή μου όσον αφορά το πώς εργάζεσαι πάνω σ’ έναν ρόλο. Δεν παγιώνεις τίποτα και οι ακροβασίες είναι έως και επιβεβλημένες. Δημιουργείς πρόβλημα στον εαυτό σου για να επαναπροσδιορίσεις τη θέση σου. Προσωπικά, μου λειτουργεί και ως πρόκληση στη συγκεκριμένη παράσταση που παρουσιάζεται σε τόσο διαφορετικές φυσικές και τεχνητές σκηνές. Αυτό σε οδηγεί στο να αυτοσκηνοθετηθείς σε δημιουργικό διάλογο με την υπάρχουσα σκηνοθεσία. Έτσι, στο Μπάγκειον, για παράδειγμα, στο τέλος της παράστασης προτείνω μία ακόμη οπτική στην κινησιολογία του ήρωα στον καινούργιο αυτό χώρο, η οποία εμπεριέχει κυριολεκτικά στοιχεία ακροβασίας.
Απ’ όσο γνωρίζω, το Μπάγκειον είναι ο πρώτος σταθμός. Σε ποια άλλα σημεία θα ταξιδέψει η ιστορία του 1900;
Στις 28 Σεπτεμβρίου κάναμε το πρώτο μας ταξίδι στο εξωτερικό και την πόλη Μπουζάου της Ρουμανίας, για να παρουσιάσουμε το Lemon στο Comic 7b Festival στο θέατρο George Ciprian. Μετά το τέλος των παραστάσεων στο Μπάγκειον, θα ξεκινήσουμε τη διαδικασία απόκτησης ενός βαν – το βανάκι των Experimento, για να αναδημιουργήσουμε την παλιά πρακτική του μπουλουκιού. Θα ταξιδεύουμε σε μικρές πόλεις και χωριά για να αφηγηθούμε αυτή την ιστορία (σε συνδυασμό και με ένα δεύτερο έργο που θα εξυπηρετεί την παρουσίαση εναλλασσόμενου ρεπερτορίου, όπως ακριβώς συνέβαινε και με τα μπουλούκια). Μαζί μας θα έχουμε έναν κινηματογραφιστή, που θα καταγράφει ερευνητικά την εξέλιξη όλου αυτού του ταξιδιού. Μία ομάδα, λοιπόν, ανθρώπων που ταξιδεύει κάνοντας θέατρο και έρευνα. Το έχουμε κάνει σε μικρότερη κλίμακα ως τώρα κι έχει έρθει η ώρα να πάρει μεγαλύτερη έκταση. Η εξέλιξη αυτή του ταξιδιού αποτυπώνει τον ανεξάρτητο χαρακτήρα της παραγωγής των Experimento. Άλλωστε, όπως λέει και ο 1900: «Κανείς δεν είναι ξεγραμμένος, άμα έχει έτοιμη μία καλή ιστορία και κάποιον για να του τη διηγηθεί».
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση Lemon στο Μπάγκειον μπορείτε να βρείτε εδώ. Το Diastixo.gr είναι χορηγός επικοινωνίας.
πηγή : diastixo.gr