Μέγαρα από το CINE - ΔΡΑΣΗ Πέμπτη 15 Νοεμβρίου, 8:15΄μμ, ΤΥΠΕΤ
Τα Μέγαρα των Σάκη Μανιάτη και Γιώργου Τσεμπερόπουλου έχει χαρακτηριστεί ως το πρώτο οικολογικό ντοκιμαντέρ και έμεινε στην ελληνική κινηματογραφική ιστορία ως ένα από τα σημαντικότερα σύγχρονα φιλμ του είδους του. Σε συνδυασμό με τη σημερινή κατάσταση της χώρας παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ και παράλληλα εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ανάγκη και τη σημασία της κινηματογραφικής παρέμβασης στα κοινωνικοπολιτικά πράγματα και το ρόλο του σινεμά όχι μόνον στην καταγραφή της ιστορίας, αλλά και στην εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων.
Το φιλμ γυρίστηκε το 1973 και καταγράφει τον ξεσηκωμό των κατοίκων της ομώνυμης περιοχής ενάντια στην απόφαση της Χούντας των συνταγματαρχών να απαλλοτριώσει μια μεγάλη αγροτική έκταση για την εγκατάσταση ενός συγκροτήματος διυλιστηρίων πετρελαίου. Από τα τέλη του 1968, οι πραξικοπηματίες διαπραγματεύονται με τον Αριστοτέλη Ωνάση το σχέδιο «Ω», που αφορούσε την κατασκευή και εκμετάλλευση του τρίτου για τη χώρα συγκροτήματος διυλιστηρίων και άλλων μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, στις περιοχές Πάχη και Λάκκα Καλογήρου των Μεγάρων. Η συνολική επένδυση έφτανε στο τεράστιο για την εποχή ποσό των 400-500 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι παρασκηνιακές συγκρούσεις μεταξύ των ισχυρών οικονομικών παραγόντων της εποχής οδηγούν τελικά το 1972, στην ανάθεση του έργου στην εταιρεία Στραν Α.Ε. του επιχειρηματία και τραπεζίτη Στρατή Ανδρεάδη.
Για να πραγματοποιηθεί το έργο καταστράφηκε μέσα σε μία νύχτα ο αρχαιότερος ελαιώνας των Μεγάρων. Ήταν μια από τις πρώτες και παραμένει μία από τις σοβαρότερες οικολογικές καταστροφές στη χώρα μας. Η αντίσταση των κατοίκων και η νικηφόρα έκβαση του αγώνα τους ήταν η πρώτη μαζική εκδήλωση κατά της δικτατορίας. Τελικά η σχετική σύμβαση καταγγέλθηκε από το ελληνικό Δημόσιο μόλις το 1977.
Σε μια εποχή που οι όροι «οικολογία» και «περιβάλλον» ήταν άγνωστοι στην Ελλάδα οι δύο σκηνοθέτες χρησιμοποίησαν δυναμική κινηματογραφική γλώσσα για να καταγράψουν τον τρόπο που οι πολίτες αντιλαμβάνονται τις αλλαγές, τις πολιτικές εξεγέρσεις, τις κοινωνικές τραγωδίες και τελικά τον ρόλο τους στις εξελίξεις. Παρά τον κίνδυνο να συλληφθούν, πραγματοποίησαν άπειρες επισκέψεις στην περιοχή. Αποτύπωσαν αποκαλυπτικά τη βίαιη αλλαγή που υπέστη το φυσικό τοπίο, την οικονομική καταστροφή δεκάδων οικογενειών, τις μαρτυρίες των κατοίκων για τις συνέπειες της μαζικής και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης της γης, τις διαδηλώσεις των Μεγαρέων στους δρόμους της Αθήνας τον Οκτώβρη και την είσοδό τους στο υπό κατάληψη Πολυτεχνείο, λίγες ώρες πριν από την εισβολή του τανκ και την καταστολή της εξέγερσης από το δικτατορικό καθεστώς στις 17 Νοεμβρίου του '73.
Το ντοκιμαντέρ έχει τιμηθεί με τα Βραβεία: FIPRESCI Award, Berlin Film Forum International of the Young Cinema (1974) και Best Production Award, Thessaloniki Film Festival of Greek Cinema (1974).
Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος λέει για τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ:
Γιατί ξεκινήσατε να γυρίσετε ένα ντοκιμαντέρ σαν τα «Μέγαρα»; Τι σας ενδιέφερε να εξετάσατε, τι ανακαλύψατε εκεί;
Εκείνη την εποχή δούλευα για πρώτη φορά βοηθός σκηνοθέτη σε μια μεγάλου μήκους ταινία, όπου ο Σάκης Μανιάτης ήταν διευθυντής φωτογραφίας. Ταιριάζαμε πολύ με τον Σάκη, ήμασταν ακαταπόνητοι δουλευταράδες, πρακτικοί άνθρωποι και σιχαινόμασταν τους δήθεν. Ξεκινάμε λοιπόν χαράματα για τους Δελφούς που ήταν το γύρισμα, με το αυτοκίνητό του, ένα πράσινο στέισιον που ήταν ήδη εποχής, φορτωμένο με όλα τα μηχανήματα και την 35άρα κάμερα (Arri 35mm, βουβή). Οταν περνούσαμε από τα Μέγαρα στην εθνική οδό, αγουροξυπνημένος ακόμα έβλεπα τις πρώτες ακτίνες τού ήλιου μέσα απ΄ τα φυλλώματα τού ελαιώνα, και θαύμαζα. Πήγαμε, το γύρισμα δεν έγινε και στην επιστροφή, περνώντας πάλι απ’ τον ελαιώνα βλέπουμε τα δέντρα ξεριζωμένα και πεσμένα, χιλιάδες τεράστιοι κορμοί με τις τεράστιες ρίζες τους έξω από τη Γή. Σταματάμε συγκλονισμένοι από το Βατερλό αυτό και λέμε να τραβήξουμε ένα κουτί σαν αρχείο για να το στείλουμε έξω σαν τα «εγκλήματα τής Χούντας» αφού τότε γίνονταν πολλές αναγκαστικές απαλλοτριώσεις αγροτικών περιοχών.
Γέμισα εγώ το σασί κι όταν άρχισε ο Σάκης να τραβάει βλέπω στο βάθος έναν βοσκό με τα κατσίκια του να τρώνε τα φύλλα των πεσμένων δέντρων, και τον ρωτάω «τι έγινε εδώ βρε μπάρμπα» κι εκείνος μου βγάζει ένα λόγο που με τρέλανε, έπαθα κεραυνοβόλο έρωτα όταν άκουσα αυτόν τον άνθρωπο να μιλάει έτσι. Ήταν βοσκός ακτήμονας αλλά μιλούσε σ’ έναν άγνωστο με μεγάλη ευφράδεια και ελευθερία. Μέσα στη Χούντα κανένας δε μιλούσε έτσι, για τους άρχοντες της πόλης, για την κυβέρνηση, για τους ισχυρούς και για το χρήμα. Και δεν μίλαγε σαν αριστερός, μίλαγε σαν άνθρωπος της Γης. Μαγνητίστηκα λοιπόν κι άρχισα να πηγαίνω στα Μέγαρα συχνά, βρήκα κι ένα Nagra και ηχογραφούσα, ενημερώθηκα, δικτυώθηκα, και όταν γνώρισα τους ανθρώπους που μιλούν στην ταινία, πούλησα το αυτοκινητάκι μου και αγόρασα φιλμ, ο Μανιάτης έβαλε την κάμερα, και μια φίλη υποσχέθηκε ότι θα δανείζεται το αυτοκίνητο του άντρα της για να μας το δίνει. Πηγαίναμε και ξαναπηγαίναμε επί μήνες, η υπόθεση συνεχώς εξελισσόταν και η ταινία δεν τέλειωνε. Μέχρι που μετά το Πολυτεχνείο ήρθε η δεύτερη χούντα, η πιο σκληρή, και θέλησε να κάνει κάτι να πάρει τους αγρότες με το μέρος της, οπότε επέστρεψε τη Γη στους Μεγαρίτες. Κατεστραμμένη. Αυτό ήταν ένα τέλος της υπόθεσης και επόμενα και της ταινίας.
Τι θυμάστε πιο έντονα από τα γυρίσματα και από εκείνη την εποχή της καριέρας σας; Τους ανθρώπους αυτούς, τη ζεστασιά τους, το δίκιο που τους έπνιγε, τη δύναμή τους. Αμόρφωτοι άνθρωποι, βαθιά πολιτισμένοι. Απόσπασμα από συνέντευξη του Γιώργου Τσεμπερόπουλου στον Γιώργο Κορωναίο (Flix.gr, 12 Απριλίου 2013).
Ελλάδα, 1974. Διάρκεια: 69΄. Ντοκιμαντέρ. Σενάριο-Σκηνοθεσία: Σάκης Μανιάτης-Γιώργος Τσεμπερόπουλος. Φωτογραφία, Μοντάζ: Σάκης Μανιάτης. Πρωταγωνιστεί ο λαός των Μεγάρων.
Οι χειμερινές κινηματογραφικές προβολές του Cine-Δράση πραγματοποιούνται κάθε Πέμπτη, 8.15 το βράδυ στην αίθουσα "Ν. Εγγονόπουλος" του πάρκου "Μ. Θεοδωράκης" (ΤΥΠΕΤ), Π. Μπακογιάννη 38-42, Βριλήσσια.