Margaret Atwood: «Η καρδιά πεθαίνει τελευταία»

2017-12-07 15:42

Μάργκαρετ Άτγουντ: «Η καρδιά πεθαίνει τελευταία»

Τα βιβλία της Μάργκαρετ Άτγουντ πάντα τα περιμένουν με ανυπομονησία οι φανατικοί αναγνώστες της και ποτέ δεν τους απογοητεύει. Το τελευταίο της βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Έφης Τσιρώνη δεν αποτελεί εξαίρεση.

Η δράση τοποθετείται σε ένα ακαθόριστο χρονικό πλαίσιο, σε μια μη πόλη κάπου στην Αμερική. Σε ένα απαισιόδοξο σενάριο, θα μπορούσε να είναι σχεδόν οπουδήποτε σε έναν μελλοντικό χρόνο. Σε μια εποχή όπου η οικονομική καταστροφή θα έχει χτυπήσει όλα τα μικρομεσαία οικονομικά στρώματα. Ένα οικονομικοκοινωνικό σκηνικό που δεν απέχει πολύ από την Ελλάδα του σήμερα.

«Στρίμωγμα να κοιμάσαι σε αμάξι. Έτσι κι αλλιώς, κανένα Honda από τρίτο χέρι δεν είναι παλάτι. Αν ήταν βαν, θα είχαν περισσότερο χώρο, αλλά σιγά μην μπορούσαν να πάρουν βαν, ακόμα και παλιά, τότε που νόμιζαν πως είχαν λεφτά. Ο Σταν λέει ότι είναι τυχεροί που έχουν έστω και το Honda, κι έχει δίκιο, η τύχη τους όμως δεν κάνει το αυτοκίνητο μεγαλύτερο».

Αυτή είναι η πρώτη παράγραφος του βιβλίου. Αυτή που προσδιορίζει το γιατί οι ήρωες θα πάρουν στην πορεία τις αποφάσεις που θα πάρουν. Ο Σταν και η Σαρμέιν έχουν χάσει τις δουλειές τους, κάτι που οδηγεί στο να χάσουν και το σπίτι τους. Έχουν όμως ακόμα ο ένας τον άλλον. Η Σαρμέιν προσπαθεί ακόμα να βρίσκει κάποια πράγματα ευχάριστα, έστω κι αν ο Σταν βρίσκει συχνά εκνευριστική αυτή της τη συνήθεια. Την ιστορία την παρακολουθούμε μια με τη ματιά του Σταν, μια με τη ματιά της Σαρμέιν. Από όποια μεριά όμως κι αν το δεις, η κατάσταση παραμένει άσχημη. Ένα παντρεμένο ζευγάρι, με μόνο εισόδημα κάποια μεροκάματα που εξασφαλίζει η Σαρμέιν σε ένα άθλιο μπαρ, όπου οι δυο πιο καλοπληρωμένες υπάλληλοι προσφέρουν και άλλες υπηρεσίες. Ένα μέρος που ο Σταν δεν ανέχεται να δουλεύει η γυναίκα του, δεν μπορεί όμως ο ίδιος να εξασφαλίσει κάποιο εισόδημα, μια και έχει υπερβολικά πολλά προσόντα για τις δουλειές που εμφανίζονται.

Πόσο άραγε μπορεί να αντέξει κανείς να κοιμάται σε ένα αυτοκίνητο, όταν του αρέσουν οι κούπες με φατσούλες, τα μαξιλάρια με καρδούλες, τα καθαρά σεντόνια, οι κουρτίνες; Η Σαρμέιν προσπαθεί να σκεφτεί ότι δεν είναι καταστροφή, ανακαλώντας συχνά κάποιο από τα ρητά της γιαγιάς Γουίνι, της γυναίκας που τη μεγάλωσε. Τη γιαγιά που έχει φύγει καιρό από τη ζωή.

Το μόνο συγγενικό τους πρόσωπο είναι ο αδελφός του Σταν, ο Κόνορ. Ο Κόνορ ο οποίος δανείζεται χρήματα που ξεχνάει να επιστρέψει, που μπαινοβγαίνει στη φυλακή, που προσπάθησε να βάλει χέρι στη νύφη την ημέρα του γάμου.

Η ελπίδα έρχεται από τα μέσα ενημέρωσης με τη μορφή μιας διαφήμισης. Μια εταιρεία υπόσχεται αξιοπρεπή σπίτια, σταθερές δουλειές, γεμάτο ψυγείο. Αντάλλαγμα ένα εφ’ όρου ζωής συμβόλαιο. Πόσο πουλιούνται άραγε οι ατομικές ελευθερίες; «Δεν μπορείς να γεμίσεις το πιάτο σου με τις επονομαζόμενες ατομικές ελευθερίες ούτε να πληρώσεις τους λογαριασμούς σου με ελεύθερο πνεύμα».

Ο Σταν και η Σαρμέιν παίρνουν την απόφαση να αφήσουν το αυτοκίνητό τους, τα κινητά τους, τη ζωή που ήξεραν και περνάν τα τείχη του Σχεδίου Ποζιτρόνιο/ Χρονοκράτηση. Μια έξυπνη επιχειρηματική λύση που φαίνεται ότι εξυπηρετεί όλους. Ο Εντ, ο μεγάλος αρχηγός, τους ενημερώνει λίγο πριν υπογράψουν το συμβόλαιο χωρίς επιστροφή, που θα καθορίσει το μέλλον τους: «Ένα μέλλον που θα χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ασφάλεια, μεγαλύτερη ευημερία, ένα μέλλον που θα είναι καλύτερο από κάθε άποψη χάρη σε αυτούς! Οι επόμενες γενιές θα τους ευγνωμονούν. Αυτό ήταν το παραμύθι. Ο Σταν δεν είχε ξανακούσει ποτέ στη ζωή του τόσα φούμαρα μαζεμένα. Από την άλλη μεριά, ψιλοθέλει να πιστέψει». 

Η Μάργκαρετ Άτγνουντ περιγράφει μια τρομακτική κοινωνία, την οποία όμως ίσως και να επιθυμήσουμε έναντι των εναλλακτικών μας. Μια απολυταρχική κοινωνία με δεσμοφύλακες και αιχμαλώτους, όπου όμως οι αιχμάλωτοι έβαλαν μόνοι τους τα σίδερα γύρω τους.

Το σχέδιο βασίζεται σε ένα σύστημα σύγχρονων ιδιωτικών φυλακών. Η ιδέα φαίνεται ιδιοφυής. «Αντί να σαπίζεις σε κάποιο εγκαταλειμμένο διαμέρισμα γεμάτο ποντίκια και μούχλα ή να κρύβεσαι σε ένα βρομερό τροχόσπιτο περνώντας τις νύχτες σου ξάγρυπνος, προσπαθώντας να απωθήσεις μαστουρωμένους εφήβους οπλισμένους με σπασμένα μπουκάλια κι έτοιμους να σε δολοφονήσουν για μια χούφτα αποτσίγαρα, θα έχεις προσοδοφόρα εργασία, τρία υπέροχα γεύματα την ημέρα, μια πρασιά για να φροντίζεις, έναν θαμνοφράχτη για να κουρεύεις, τη διαβεβαίωση ότι συνεισφέρεις στο κοινό καλό και μια τουαλέτα με λειτουργικό καζανάκι. Θα έχεις μια ζωή με νόημα».

Τι όμως τελικά συνιστά τη ζωή με νόημα; Αρκούν τα τρία υπέροχα γεύματα την ημέρα και ένα λειτουργικό καζανάκι; Πόσο βολικό είναι να αποφασίζουν οι άλλοι για σένα για το τι είναι καλό και τι κακό; Τι ηθικό και τι όχι; Επιτρέπεται η δολοφονία εάν είναι καλό για την κοινωνία; Είσαι κακός άνθρωπος αν κάνεις κακά πράγματα για λόγους που σου έχουν πει ότι είναι καλοί; Τελικά μήπως το να έχεις τον δικό σου άνθρωπο είναι πιο σημαντικό από το να έχουν μαλακτικό οι πετσέτες σου;

Η συγγραφέας οδηγεί τους ήρωές της σιγά σιγά σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας, όπου θα πρέπει να επανεξετάσουν μεταξύ άλλων έννοιες όπως η απιστία και η προδοσία. Τα πράγματα ξεφεύγουν όλο και περισσότερο από τον έλεγχο και η κατάσταση αρχίζει να φαίνεται ζοφερή. Το όμορφο σπίτι που αντάλλαξαν με την ελευθερία τους συνειδητοποιούν ότι δεν προσφέρει ασφάλεια.

Τα πλεχτά μπλε αρκουδάκια αποκτούν ξεχωριστό νόημα όσο η ιστορία προχωράει. Στην αρχή είναι το χαριτωμένο αποτέλεσμα στις βραδιές πλεξίματος. Η συγγραφέας, όμως, αλλάζει τον ρόλο ακόμα και σε αυτό το άκακο, φαινομενικά, πλεκτό. Και μέσα σε όλα υπάρχει και η Πιθανορομπότ, εκπληρώνοντας οποιαδήποτε πιθανότητα χρήσης ενός ρομπότ.

Η Μάργκαρετ Άτγνουντ περιγράφει μια τρομακτική κοινωνία, την οποία όμως ίσως και να επιθυμήσουμε έναντι των εναλλακτικών μας. Μια απολυταρχική κοινωνία με δεσμοφύλακες και αιχμαλώτους, όπου όμως οι αιχμάλωτοι έβαλαν μόνοι τους τα σίδερα γύρω τους.

Η αγωνία γίνεται όλο και πιο έντονη με κάθε σελίδα που γυρνάει, καθώς οι ήρωες αναζητούν διέξοδο, καθώς τα πράγματα αλλάζουν. Και μέσα σε όλο το σκηνικό μια δόση ισχυρού χιούμορ και ειρωνείας σε μια ατμόσφαιρα Λας Βέγκας με δεκάδες Έλβις Πρίσλεϊ και Μαίριλιν Μονρόε που φαίνεται να κρύβουν τη λύση.

Η συγγραφέας μέσα από μια συναρπαστική ιστορία θέτει καίρια ζητήματα, ηθικά διλήμματα, υποχρεώνει τον αναγνώστη να σκεφτεί τι θα έκανε αυτός στη θέση των ηρώων. Και τελικά αναρωτιόμαστε: Είναι άραγε προτιμότερο να ζούμε χαρούμενοι κι ας έχουμε υποστεί μια μικρή επέμβαση στο κεφάλι; Σημασία δεν έχει πάνω από όλα η ευτυχία; Ή μήπως έχει η αλήθεια; Ή η ελευθερία; Ποιες είναι τελικά οι αξίες για τις οποίες αξίζει να ζεις;

Σίγουρα πάντως αποδεικνύεται πως, ό,τι και να έχει προηγηθεί, η καρδιά πεθαίνει τελευταία.

 

Η καρδιά πεθαίνει τελευταία
Μάργκαρετ Άτγουντ
Μετάφραση: Έφη Τσιρώνη
Ψυχογιός
488 σελ.
ISBN 978-618-01-1462-1
Τιμή: €18,80
001 patakis eshop

 

 

πηγή : diastixo.gr