Μάνια Παπαδημητρίου: συνέντευξη στη Μάρω Καστράτου
Μάνια Παπαδημητρίου: Μια ερμηνεύτρια με μεγάλη πορεία στον θεατρικό χώρο και σπουδαίες ερμηνείες στο βιογραφικό της. Φέτος στο θέατρο Πόλη υποδύεται τη διάσημη γλύπτρια Camille Claudel στο έργο του Γιάννη Λασπιά Camille Claudel Mudness σε σκηνοθεσία Πάνου Κούγια. Στο έργο η Camille Claudel, η σπουδαία γυναίκα γλύπτρια, και η Constance Pascal (στον ρόλο η Αγγελική Καρυστινού), η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος, συναντιούνται σε έναν φανταστικό πρωτότυπο διάλογο σχέσης γιατρού-ασθενούς. Η Μαρίνα Χρονοπούλου συνοδεύει με το πιάνο και τις μουσικές συνθέσεις της τη φανταστική συνάντηση. Μέσα από τις συναντήσεις τους ξετυλίγονται οι αντισυμβατικές ζωές των δύο γυναικών και αναπτύσσεται ένας ισχυρός δεσμός.
Ποια στοιχεία του έργου Camille Claudel Mudness που έγραψε ο Γιάννης Λασπιάς σάς γοήτευσαν προκειμένου να ερμηνεύσετε την Camille Claudel;
Το στοιχείο που με γοήτευσε στο έργο είναι η προσπάθεια του συγγραφέα να δει το πρόσωπο της Camille σαν υποκείμενο ψυχανάλυσης και να διερευνήσει τι την επηρέασε, όχι μόνο σαν καλλιτέχνη αλλά και σαν απλό άνθρωπο. Φυσικά, καταλήγει στη σχέση της Camille με τη μητέρα της, η οποία σχέση είναι θεμελιώδης για την ολοκλήρωση του ανθρώπου. Βέβαια, η διαπραγμάτευση των συναισθημάτων και των σκέψεων μιας τόσο μεγάλης καλλιτέχνιδας είναι ένα αίτημα που απαιτεί, πάντα, ένα επίπεδο έρευνας που ποτέ δεν μοιάζει αρκετό. Αυτό ήταν για μας το πιο ευαίσθητο και δύσκολο στοίχημα στην παράστασή μας.
Πώς προσεγγίσατε έναν τόσο δύσκολο ρόλο;
Με τον τρόπο που ξεκινώ πάντα ξεκίνησα και εδώ. Από τη σχέση με τον λόγο και με την ιστορία. Ποιο ήταν το πρόσωπο στην πραγματικότητα και πώς μπορώ να μπω στην ιστορία του χωρίς, όμως, να παραστήσω, δήθεν, ότι γίνομαι αυτό. Αντιθέτως, έπρεπε να σταθώ με τη δέουσα σοβαρότητα πίσω από το πρόσωπο αυτό και να το φωτίσω. Για εμένα, ο ηθοποιός δεν γίνεται ποτέ άλλο πρόσωπο. Διανύει, όμως, την απόσταση που τον χωρίζει από τον ρόλο, με στόχο να δείξει στον θεατή πως υπάρχει η πιθανότητα να ήταν αυτός ο άλλος. Ο ρόλος βρίσκεται ανάμεσα στον ηθοποιό και τον θεατή. Στον χώρο που τους χωρίζει.
Τελικά, η Camille Claudel ήταν θύμα μιας ολόκληρης εποχής και μιας ενδοοικογενειακής διαμάχης ή θύμα της ίδιας της προσωπικότητάς της;
Η προσωπικότητα, πιστεύω, είναι αποτέλεσμα των δύο προηγούμενων, δηλαδή του χαρακτήρα και της σχέσης με την οικογένεια. Ειδικά η σχέση με τη μητέρα είναι η πρώτη θεμελιώδης επιρροή. Όταν προσεγγίζει κανείς ιστορικά πρόσωπα, είναι καλό να μην καμώνεται ότι ξέρει αλλά να δείχνει, πάντα, ότι θέλει να ερευνήσει το πρόσωπο. Αυτόν τον δρόμο ακολούθησα με τους ηθοποιούς μου και στην παράσταση που σκηνοθέτησα, η ίδια, πάνω στην προσωπικότητα της Αμερικανοεβραίας ακτιβίστριας Rachel Corrie, που ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Ποτέ δεν είσαι ο ρόλος, γιατί το ιστορικό πρόσωπο δεν είναι ρόλος. Στέκεσαι με τη δέουσα σοβαρότητα πίσω του. Τότε, ο θεατής θα πιστέψει ότι μπορεί και να γίνεις αυτό το πρόσωπο. Αυτό αρκεί. Ποτέ δεν σταματάει η έρευνα. Ποιος ήταν, τελικά, ο κάθε άνθρωπος; Τι έφταιξε ακριβώς και τον πλήγωσαν τόσο οι άλλοι; Για εμένα, το πιο σημαντικό για την Camille Claudel είναι ο κοινωνικός και κυρίως ο επαγγελματικός περίγυρος. Για έναν καλλιτέχνη αυτά είναι πολύ σημαντικά θέματα. Από αυτά ορίζεται η ταυτότητά του, αν του το επιτρέψουν. «Η σχέση με τον δάσκαλο Ροντέν και τους έμπορους τέχνης με αφάνισαν» μας λέει η ίδια. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, σημαίνει πάρα πολλά.
Το στοιχείο που με γοήτευσε στο έργο είναι η προσπάθεια του συγγραφέα να δει το πρόσωπο της Camille σαν υποκείμενο ψυχανάλυσης και να διερευνήσει τι την επηρέασε, όχι μόνο σαν καλλιτέχνη αλλά και σαν απλό άνθρωπο. Φυσικά, καταλήγει στη σχέση της Camille με τη μητέρα της, η οποία σχέση είναι θεμελιώδης για την ολοκλήρωση του ανθρώπου.
Ποια η δική σας σχέση με τη γλυπτική;
Η γλυπτική είναι πηγή έμπνευσης για μας. Η σχέση με τον χώρο και την ένταση του υλικού είναι ακριβώς αυτό που επιδιώκουμε να επιτύχουμε πάνω στη σκηνή. Το υλικό για μας είναι το ίδιο μας το σώμα και η χημεία του. Αγαπώ πολύ τον Ροντέν και αυτά που έχει πει και τη γλυπτική. Για παράδειγμα, έχει πει ότι πρέπει να νιώθεις πως, κάτω από την επιφάνεια του γλυπτού, θέλει να σκάσει το αίμα που κυλάει στις φλέβες. Όταν όμως ασχολήθηκα με την ιστορία της Camille θύμωσα αρκετά μαζί του, για την έλλειψη γενναιοδωρίας απέναντι στη μαθήτριά του. Η Camille, από την άλλη, έφτιαξε υπέροχα αγάλματα που ο Ροντέν δεν θα έφτιαχνε ποτέ. Ο τρόπος που εκείνη παρουσιάζει τη γυναικεία ικεσία είναι τόσο απόλυτα αληθινός που πραγματικά σε παγώνει. Δείχνει καθαρά όλη την αλήθεια της γυναικείας ύπαρξης, όταν ταπεινώνεται από τον άντρα ενώ εκείνη προσπαθεί να κρατηθεί από αυτόν. Δεν φοβάται να το δείξει. Ο Ροντέν, αντίθετα, εξιδανικεύει τη γυναίκα. Αυτό μοιάζει πιο προσφιλές στο μάτι αλλά όχι απαραίτητα πρωτοπόρο.
Μια άλλη σπουδαία προσωπικότητα είναι η Constance Pascal, η πρώτη γυναίκα που κατάφερε να γίνει ψυχίατρος στη Γαλλία και την ερμηνεύει η Αγγελική Καρυστινού. Ποιες οι διαφορές και ποιες οι ομοιότητές της με την Camille Claudel, τη σπουδαία αυτή γλύπτρια;
Η Constance Pascal, που ερμηνεύει η Αγγελική Καρυστινού, μοιάζει με την Camille ως προς το ότι είναι και αυτή μια πρωτοπόρος γυναίκα, στην επιστήμη της όμως, δηλαδή στην ψυχιατρική. Πέρασε επίσης πολλές δυσκολίες για να καταφέρει να αποκτήσει ένα κύρος μέσα στον ανδροκρατούμενο τότε κόσμο. Όμως, διαφέρει πολύ από την Camille, ως προς τον τρόπο που χειρίστηκε τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετώπισε στη ζωή της. Μοιάζει πιο διπλωμάτης, άνθρωπος που ξέρει να ελίσσεται και να κερδίζει . Η Camille δεν ήξερε ή δεν ήθελε να ελιχθεί. Ορμούσε με την καρδιά μέσα στα γεγονότα. Αυτό τη διέλυσε στο τέλος.
Η Camille, από την άλλη, έφτιαξε υπέροχα αγάλματα που ο Ροντέν δεν θα έφτιαχνε ποτέ. Ο τρόπος που εκείνη παρουσιάζει τη γυναικεία ικεσία είναι τόσο απόλυτα αληθινός που πραγματικά σε παγώνει. Δείχνει καθαρά όλη την αλήθεια της γυναικείας ύπαρξης, όταν ταπεινώνεται από τον άντρα ενώ εκείνη προσπαθεί να κρατηθεί από αυτόν. Δεν φοβάται να το δείξει. Ο Ροντέν, αντίθετα, εξιδανικεύει τη γυναίκα.
Η θέση της γυναίκας στη σημερινή δυτική κοινωνία έχει βελτιωθεί συγκριτικά με την εποχή που έζησαν οι δυο σπουδαίες γυναικείες προσωπικότητες;
Ναι, βέβαια, έχει βελτιωθεί ως προς τα δικαιώματα αλλά υπάρχουν σημεία που ο πόλεμος των φύλων είναι ακόμα αδυσώπητος. Δεν είναι εύκολο μια γυναίκα να διεκδικήσει εξουσία από τον άντρα. Ο σεξισμός και η ειρωνεία είναι όπλα που, ακόμα, χρησιμοποιούνται και μπορούν να εξουθενώσουν τον άλλο. Και, δυστυχώς, χρησιμοποιούνται ακόμα και από γυναίκες. Η γυναίκα στις μέρες μας έχει κερδίσει το δικαίωμα να εργάζεται, αλλά αυτό, καμιά φορά, είναι μεγαλύτερη σκλαβιά, διότι φορτώνεται όλα τα βάρη, ακόμα και αυτό της εργασίας. Η ισότητα δεν είναι ομοιότητα. Δεν μπορούμε να είμαστε όμοιες με τους άντρες, ούτε είναι ωραίο αυτό. Μπορούμε όμως, να διεκδικούμε, να είμαστε το ίδιο ελεύθερες. Αυτό δεν έχει ακόμα κατακτηθεί ούτε στη Δύση. Πολύ περισσότερο, βέβαια, σε άλλους πολιτισμούς.
Παλιά λέγανε ότι η αληθινή τέχνη θέλει θυσίες. Δεν ξέρω αν θέλει θυσίες, θέλει όμως, σίγουρα, περισσότερο χρόνο από όσο διαθέτουμε όλοι μας κυνηγώντας παράλληλα την επιβίωση και την επικοινωνία. Το θέατρο χρειάζεται, σίγουρα, περισσότερο χρόνο από όσο μας επιτρέπει το διάστημα ανάμεσα σε δυο κλήσεις κινητού και ένα κοίταγμα στο messenger, όχι μόνο για τους ηθοποιούς αλλά και για τους θεατές.
Η σκηνοθεσία ανήκει σ’ έναν νέο άνθρωπο, τον Πάνο Κούγια, απόφοιτο του Θεάτρου Τέχνης. Εμπιστεύεστε και στηρίζετε πάντα τους νέους καλλιτέχνες.
Ναι, και θα συνεχίσω να το κάνω, γιατί πιστεύω ότι από την ανταλλαγή απόψεων και ιδεών ανάμεσα στις γενιές μπορεί να προκύψει κάτι καλό. Αρκεί οι μεγάλοι να μη γινόμαστε δυνάστες και οι μικροί να μην είναι αγενείς και υπερφίαλοι, ενώ υπάρχουν πράγματα που αγνοούν. Ο Πάνος Κούγιας μόλις έχει τελειώσει τη σχολή του Θεάτρου Τέχνης και το να του εμπιστευθεί κάποιος μια παράσταση με σχετικά επώνυμους ηθοποιούς είναι ένα στοίχημα, όχι εύκολο. Εκτίμησα την υπομονετικότητα και την ζεστασιά του βλέμματός του, όταν ήμασταν στη σκηνή, καθώς και τη διάθεσή του να ακούσει πιθανές διαφορετικές απόψεις αλλά και να επιμείνει στη δική του, όταν πίστευε ότι έχει δίκιο. Πολλές φορές νίκησε στις διαφωνίες μας και αυτό μου άρεσε πολύ. Άλλοτε, πάλι, όταν είχα δίκιο εγώ, μου το αναγνώριζε κι αυτό μου άρεσε επίσης. Η εποχή των σπουδαίων σκηνοθετών έχει περάσει ή δεν έχει έρθει, ξανά, ακόμα. Στην εποχή της κρίσης και της αγωνίας για επιβίωση, από τη μία, αλλά και της έκφρασης από την άλλη, χρειάζεται να μπορούμε να κάνουμε όλοι ένα βήμα πίσω και να συνεργαζόμαστε. Να μπαίνουν στο κοινό ταμείο ιδέες και γνώσεις. Ίσως κάποτε, αν αποκτήσουμε την αυτογνωσία που μας χρειάζεται, προκύψει κάτι αληθινά καλό. Επίσης, εκτίμησα πολύ τις δυο νέες σκηνογράφους-ενδυματολόγους, την Τζίνα Ηλιοπούλου και την Λίνα Σταυροπούλου. Φυσικά, στην παράστασή μας πολύ σημαντική είναι η συνδρομή της Μαρίνας Χρονόπουλου, η οποία είναι πολύ καλή συνθέτρια και πιανίστα και φωτίζει ζωντανά, με τους ήχους της, τα συναισθήματα και τα λεγόμενά μας πάνω στη σκηνή.
Μπορεί πλέον ένας ηθοποιός ή σκηνοθέτης να ζήσει από το θέατρο; Πόσο δύσκολες είναι οι τωρινές συνθήκες για τους καλλιτέχνες;
Όχι, δεν μπορεί ένας ηθοποιός να ζήσει μόνο από το θέατρο. Όμως, αυτό δεν ισχύει μόνο σήμερα. Ισχύει εδώ και χρόνια. Είμαστε επαγγελματίες σε κάτι που ο πολύς κόσμος αντιμετωπίζει ως χόμπι. Είμαστε εμείς που του δίνουμε το δικαίωμα να το κάνει. Δεχόμαστε υποτιμήσεις στο επαγγελματικό πεδίο, που δεν θα έπρεπε να δεχόμαστε. Αυτό συνεχώς κατεβάζει την εκτίμηση του κοινού προς εμάς. Πρέπει να σταματήσουμε να το κάνουμε. Παρ’ όλ’ αυτά, πιστεύω πως ο ηθοποιός αντέχει και θα αντέξει, γιατί τον θρέφει η ίδια η ανάγκη έκφρασης, όταν πετυχαίνει. Είναι εποχή για σκληρή δουλειά, αν θέλουμε να κάνουμε βουτιά στο ουσιαστικό και όχι επιφανειακές δουλίτσες. Αυτό είναι μια μεγάλη απόφαση που πρέπει να πάρουμε πολλοί άνθρωποι μαζί και να ξεκινήσουμε την αναζήτηση, προστατεύοντας, επί πολύν καιρό, αυτό που θα κάνουμε από το φως της δημοσιότητας. Κάτι πρέπει να αλλάξει ριζικά στον τρόπο παραγωγής και επικοινωνίας, αν θέλουμε να αφήσουμε κάτι στις επόμενες γενιές. Δεν ξέρω αν η ίδια έχω τρόπο να το κάνω αυτό, αλλά νιώθω ότι είναι κάτι που χρειάζεται. Το ρίχνω σαν ιδέα. Αν βρω τον δρόμο θα το κάνω, αλλιώς ας το κάνουν άλλοι. Πάλι καλό θα είναι. Παλιά λέγανε ότι η αληθινή τέχνη θέλει θυσίες. Δεν ξέρω αν θέλει θυσίες, θέλει όμως, σίγουρα, περισσότερο χρόνο από όσο διαθέτουμε όλοι μας κυνηγώντας παράλληλα την επιβίωση και την επικοινωνία. Το θέατρο χρειάζεται, σίγουρα, περισσότερο χρόνο από όσο μας επιτρέπει το διάστημα ανάμεσα σε δυο κλήσεις κινητού και ένα κοίταγμα στο messenger, όχι μόνο για τους ηθοποιούς αλλά και για τους θεατές.
Συντελεστές
Κείμενο: Γιάννης Λασπιάς
Σκηνοθεσία: Πάνος Κούγιας
Σκηνικά- κοστούμια : Τζίνα Ηλιοπούλου, Λίνα Σταυροπούλου
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Μουσική: Μαρίνα Χρονοπούλου
Κίνηση: Μαρίζα Τσίγκα
Μακιγιάζ φωτογράφισης: Άννα Μπαλτζή
Ενδυματολογική επιμέλεια φωτογράφισης: Βασιλική Σύρμα
Video: Βάσω Μιχαλοπούλου
Φωτογραφίες: Βασίλης Μακρής
Παίζουν: Μάνια Παπαδημητρίου (Camille Claudel), Αγγελική Καρυστινού (Constance Pascal), Μαρίνα Χρονοπούλου (πιανίστρια)
Το έργο Camille Claudel Mudness κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική.
Παραστάσεις
Παρασκευή, Σάββατο: 20.30
Κυριακή: 19.30
Τιμές εισιτηρίων
Γενική είσοδος Σάββατο και Κυριακή: €15
Παρασκευή: €13
Μειωμένο: €10 (φοιτητικά / ΑΜΕΑ / άνω των 65 / κάρτα ανεργίας κλπ.)
Ατέλεια: €5
Προπώληση εισιτηρίων μέσω viva.gr: από €8
Θέατρο Πόλη
Φώκαιας 4 και Αριστοτέλους 87
Τηλ.: 2111828900
πηγή : diastixo.gr