Κώστας Καβανόζης: «Τζάμπα η παράταση»
Ο συγγραφέας Κώστας Καβανόζης εμπνέεται κυρίως από δύο πηγές ερεθισμάτων, και αυτές είναι: κατ’ αρχάς το οικογενειακό, συγγενικό και φιλικό περιβάλλον· η σύζυγος, τα παιδιά, οι γονείς, παππούδες και γιαγιάδες, θείοι, φίλοι. Πράγματι, η δραματοποίηση γεγονότων που το συγκεκριμένο περιβάλλον εκπέμπει, είναι για τον δημιουργό όχι απλώς σοβαρή, όχι απλώς σημαντική, αλλά πολύ περισσότερο ώριμη και συναρπαστική, έτσι που δεν την αφήνει να πάει χαμένη. Γράφοντας λοιπόν ο συγγραφέας για πράγματα που αφορούν τον πολύ στενό και προσωπικό του κύκλο, δίνει την ευκαιρία σε κάποιους να μιλήσουν για μικροαστική προσέγγιση της λογοτεχνίας, πράγμα που και βέβαια δεν συμβαίνει, γιατί πολύ καθαρά, η συγκεκριμένη σκέψη λειτουργεί στο μυαλό του αφηγητή ως κύτταρο, το οποίο και προσομοιάζει με άλλο και το οποίο αποτελεί την πρώτη και συναρπαστικότερη ένδειξη ζωής. Μπορεί, δηλαδή, ο αναγνώστης να συνδυάσει τον ατομικό χώρο του δημιουργού με τις δικές του πολλαπλές αναντιστοιχίες αλλά πολύ περισσότερο, ομοιότητες, καθώς ούτε λίγο ούτε πολύ, όλοι έχουμε κοινή βίωση, κοινές θέσεις, κοινές ευαισθησίες, κοινά συναισθήματα, τέλος, κοινή αγάπη για τους γύρω και τους πλησίον μας. Το δεύτερο που κάνει ο Καβανόζης στη διηγηματογραφία του είναι ότι σχεδόν στο σύνολο των κειμένων του η έξοδος είναι απούσα, δεν υπάρχει δηλαδή φινάλε στην ιστορία, έτσι ώστε ο κάθε αναγνώστης να μπορεί να δώσει ο ίδιος εκείνο που του ταιριάζει. Με αυτή τη λογική ακούς για κάποιο αφήγημα του Καβανόζη να σου το περιγράφει κάποιος και έχεις την εντύπωση πως σαν να μιλά για κάποιο άλλο, για κάποιο που ίσως δεν θυμάσαι. Η αληθινά ευφυής αυτή πρακτική φέρνει στην επιφάνεια πολλαπλές ερμηνείες, πολλαπλές εξόδους, πολλαπλές εξηγήσεις. Έτσι που με τέσσερα πρώτης σειράς διηγήματα του τόμου, ο Καβανόζης (ο οποίος διανύει την πέμπτη δεκαετία της ζωής του, άρα δεν είναι ούτε νέος αλλά ούτε και ηλικιωμένος) βάζει τη σφραγίδα του με πρωτοφανείς μύθους και εκπληκτική γλωσσική και εκφραστική διαστρωμάτωση, προσφέροντας στη διηγηματογραφία ό,τι της οφείλει, ό,τι της έταξε προηγουμένως, ό,τι της δανείστηκε προκειμένου να σταθεί στα πόδια του και να υπάρξει στο μέλλον.
Μίλησα για τέσσερα διηγήματα (και κάπως στάθηκα πολύ αυστηρός, γιατί το σύνολο του τόμου είναι αρκετά αξιόλογο, απλώς τα συγκεκριμένα υπερισχύουν από άποψη και ολοκλήρωσης αλλά και τεχνικής δομής), τα οποία φέρουν τους τίτλους: «Η παραλία», «Τραμπολίνο», «Παράνομη στάθμευση Ι.Χ. αυτοκινήτου» και «Τεχνητή οδοντοστοιχία», και τα οποία διακρίνονται για το πρωτοποριακό μυθικό υπόστρωμα (δεν έχουμε δηλαδή διαβάσει παρόμοιες ιστορίες). Πράγματι, από ένα αφήγημα το οποίο διαχωρίζεται στα τρία και στο τέλος επανενώνεται, από το κλαδί στο οποίο έχουν ανέβει πέντε φαντάροι στην προσπάθειά τους να σωθούν από αγέλη αγριογούρουνων, από μια γενική συνέλευση σε μια πολυκατοικία η οποία δεν καταλήγει πουθενά, έως μιαν επίσκεψη στον οδοντογιατρό, όπου λόγω του φόβου παρατηρείται ακατάσχετη φλυαρία, ο Καβανόζης όχι απλώς πείθει ως συγγραφέας, αλλά επιπλέον τοποθετεί τη δημιουργία του στο κέντρο της προσοχής, στον κύκλο της αναγνώρισης και στον στόχο τής, όσο το δυνατόν μεγαλύτερης, αναγνωστικής ανταπόδοσης (που ούτως ή άλλως αποτελεί το πρώτο και κυριότερο μέλημα κάθε καλλιτέχνη). Ο Καβανόζης γράφει απλά όταν πρέπει, δυσνόητα όταν χρειάζεται, με ελαφρότητα αν ο μύθος το απαιτεί, με ευαισθησία όταν το θέμα αφορά χαμένους φίλους, με αισθησιακό τρόπο και κανονική σχέση με την ποιότητα, την καλή πεζογραφία, τη σύγχρονη γραφή.
Η αληθινά ευφυής αυτή πρακτική φέρνει στην επιφάνεια πολλαπλές ερμηνείες, πολλαπλές εξόδους, πολλαπλές εξηγήσεις.
Και τώρα κάτι γενικότερο. Ο Καβανόζης είναι ο συγγραφέας του πολιτικού μυθιστορήματος Τυχερό, στο οποίο κάποιος θείος του (αλιευμένος και πάλι από το συγγενικό περιβάλλον) αντάρτης μετά το τέλος του Εμφυλίου καταλήγει στην Ουγγαρία, όπου σταδιοδρομεί ως δάσκαλος στο εκεί σχολείο, χώρια όμως από τη σύζυγο και τον γιο του. Όταν πρόκειται η οικογένεια να επανασυνδεθεί, ένα φοβερό αεροπορικό δυστύχημα στέκεται αφορμή να σκοτωθεί ο γιος του, έτσι στον σταθμό του τρένου, ενώ περιμένει και τους δύο, βλέποντας μόνο τη γυναίκα του, αμέσως καταλαβαίνει το τι έχει συμβεί. Στη συνέχεια βέβαια επαναπατρίζεται, αλλά το τραύμα μένει αθεράπευτο. Στο συγκεκριμένο βιβλίο ο Καβανόζης είχε κάνει μια τεράστια έρευνα σε κρατικά αρχεία, κομματικά αρχεία, εφημερίδες της εποχής, ιστορικά κείμενα, και είχε κάνει εμφανές ότι πρόκειται για έναν άκρως πολιτικοποιημένο δημιουργό, ο οποίος μάλιστα (θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι) ανήκει και στον προοδευτικό χώρο. Στη συλλογή Τζάμπα η παράταση, όμως, δεν υπάρχει η παραμικρή πολιτική νύξη (όχι διήγημα, ούτε καν αναφορά), έτσι που να μην μπορεί κανείς να ερμηνεύσει αυτή του την επιλογή εύκολα. Προσωπικά μπορώ να υποθέσω ότι αυτή τη φορά μιλά περισσότερο για περιβάλλον, μιλά περισσότερο για σχέσεις, μιλά περισσότερο για φύση, μιλά περισσότερο για κοινωνικές επαφές και όχι για ιστορικές αδικίες, ήττες ή διωγμούς, που τόσο μέχρι και σήμερα έχουν λαβώσει και διχάσει τη χώρα στο σύνολό της.
Εκείνο που μου αρέσει ιδιαίτερα στην πεζογραφία του Καβανόζη είναι η απίστευτα μεγάλη ζωντάνια που έχει ο λόγος του (πολλές φορές μάλιστα καταλήγει να γίνεται προφορικός). Βέβαια δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η γλώσσα γίνεται ποιητική, οι διηγηματογραφικές σελίδες μειώνονται, η ιστορία γίνεται λιγότερο πεζή και περισσότερο άξια εξακρίβωσης. Το άλλο δε που με εξιτάρει και πάλι ισχυρά στη λογοτεχνία τού, από την Κομοτηνή ορμώμενου, συγγραφέα είναι τα συγκεκριμένα θέματα που επεξεργάζεται, θέματα οικεία, τα οποία όλοι βιώνουμε, θέματα δικά μας, θέματα που αφορούν τους πάντες (και χωρίς να ξεπέφτουν σε επικαιρότητες τύπου εφημερίδων, θέματα που απαιτούν την κριτική σε όλη τη μεγαλοπρέπειά της). Άρα όταν έχουμε ένα καινούργιο βιβλίο του Καβανόζη στα χέρια μας, είναι σίγουρο πως θα περάσουμε καλά, θα χαμογελάσουμε, θα δακρύσουμε, θα προβληματιστούμε, θα αφοσιωθούμε στην ανάγνωση, θα ταυτιστούμε για όλο αυτό το διάστημα μαζί του. Ενώ για μια ακόμη φορά (και παρότι σήμερα με την τεχνολογία η απόσταση είναι μηδαμινή, ουσιαστικά δεν υφίσταται) ένας δημιουργός της περιφέρειας (σύζυγος επίσης δημιουργού) ταράζει τα λιμνάζοντα νερά της πρωτεύουσας, πετυχαίνοντας πράγματα που συζητούνται, που κρίνονται, που διαβάζονται, που δεν περνάνε στο περιθώριο, αλλά το αντίθετο, προκαλούν τον γενικότερο θαυμασμό. Έτσι, κλείνω το παρόν κείμενο λέγοντας πως όσοι από εσάς πάρετε στα χέρια σας το βιβλίο που συζητάμε, το βέβαιο είναι πως δεν θα υπάρξει χαμένος χρόνος, δεν θα υπάρξει δυσανασχέτηση, δεν θα υπάρξει αποσπασματικότητα, απεναντίας, μια γεύση με ερεθίσματα ανταλλαγής, μια εφικτή κοινωνική σχέση, μια δραστική επικοινωνία, όπως πάντα γίνεται με τα ιδιαίτερα βιβλία τα οποία απ’ αυτόν τον χώρο διαχειριζόμαστε.
Τζάμπα η παράταση
Κώστας Καβανόζης
Εκδόσεις Πατάκη
160 σελ.
ISBN 978-960-16-8750-6
Τιμή €12,20
πηγή : diastixo.gr