Κώστας Αρκουδέας: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

2019-10-31 16:59

Κώστας Αρκουδέας: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Ο Κώστας Αρκουδέας ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Ασχολείται με την έρευνα και ταξιδεύει με τη συγγραφή. Δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1986 τη συλλογή ιστοριών Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϋ να περιμένει. Στη συνέχεια εξέδωσε τη μίνι τριλογία «Η πόλη με τα χίλια πρόσωπα» (1987) και το μυθιστόρημα με εγκιβωτισμένα διηγήματα Το τραγούδι των τροπικών (1988). Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα Τα κατά Αιγαίον πάθη (1994), Ποτέ τον ίδιο δρόμο (1999), Ο πειρατής (2003), Ο Μεγαλέξανδρος και η σκιά του (2004), Ο αριθμός του Θεού (2008) και Παράφορο πάθος (2013). Εξέδωσε ακόμα τις νουβέλες Και πρόσεχε να μην πετρώσεις (1996), Και τώρα δεν είναι αργά (2014), τη συλλογή διηγημάτων Όλες οι μέρες Κυριακή (2000), την επιλογή μικρών κειμένων Τα σιγκλάκια (2010) και το παραμύθι Η πολύχρωμη σβούρα (2013). Προσφάτως εξέδωσε τα βιβλία Το χαμένο ΝόμπελΜια αληθινή ιστορία (2015) και Τα κατά Αιγαίον πάθη, σε ανανεωμένη επανέκδοση (2017). Το τελευταίο βιβλίο του, Επικίνδυνοι συγγραφείς (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2019), είναι η αφορμή της συζήτησής μας.

Επικίνδυνοι συγγραφείς, το βιβλίο σας που περιλαμβάνει συγγραφείς, το έργο των οποίων κρίθηκε επικίνδυνο. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;

Είναι ένας φόρος τιμής στους λογοτέχνες που σόκαραν με το έργο τους την κοινή γνώμη, ενόχλησαν την καθεστηκυία τάξη και επέσυραν το μένος των Αρχών, που προσπάθησαν με τον άλφα ή βήτα τρόπο να τους απομονώσουν, να τους κάνουν να σωπάσουν. Ο Πάμπλο Νερούδα, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Σαλμάν Ρούσντι, η Άννα Αχμάτοβα, ο Ρομπέρτο Μπολάνιο, ο δικός μας Ηλίας Πετρόπουλος, είναι ορισμένοι από αυτούς. Ωστόσο, το μόνο που κατόρθωσαν οι Αρχές, ως φορείς της εξουσίας, ήταν να τους προσδώσουν χαρακτηριστικά οσιομάρτυρα και να τους ηρωοποιήσουν στα μάτια των νέων όλου του κόσμου.

Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με τους συγκεκριμένους λογοτέχνες;

Η διαπίστωση ότι τα έργα που θεωρούσα κορυφαία, εκείνα δηλαδή που με είχαν ξεβολέψει και με είχαν κάνει να αναρωτηθώ πάνω σε μια πληθώρα ζητημάτων, ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία έργα που είχαν σκανδαλίσει στην εποχή τους, που είχαν λογοκριθεί ή απαγορευτεί, που οι συγγραφείς τους είχαν υποστεί διώξεις. Ορισμένοι μάλιστα, όπως ο Λόρκα, είχαν χάσει ακόμα και τη ζωή τους. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα. Στο Πρώτο Μέρος (ακολουθώντας την παράδοση του Χαμένου Νόμπελ, το βιβλίο μου είναι χωρισμένο σε πέντε μέρη) επικίνδυνοι συγγραφείς είναι ο Λέων Τολστόι για το έργο του Ανάσταση και ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ για το έργο του Ο μετρ και η Μαργαρίτα. Ο πρώτος έγινε κόκκινο πανί για την Εκκλησία, που είχε συνταχθεί γύρω από την τσαρική γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα το έργο του να πετσοκοπεί και ο ίδιος να αφοριστεί. Ακόμα και σήμερα ο Λέοντας των ρωσικών γραμμάτων παραμένει αφορισμένος. Ο δεύτερος, ο Μπουλγκάκοφ, μπήκε στο μάτι του Στάλιν, ο οποίος τον θεωρούσε μεγάλο λογοτέχνη αλλά αντισοβιετικό, με αποτέλεσμα το έργο του (μια ανελέητη σάτιρα του σταλινισμού) να κυκλοφορήσει δεκαετίες μετά τον θάνατό του.

Υπάρχει κάτι που πρέπει να είναι απαγορευμένο στη λογοτεχνία;

Όχι βέβαια! Πρέπει να υπάρχει απόλυτη ελευθερία. Η λογοκρισία είναι ο μεγάλος εχθρός της καλλιτεχνικής έμπνευσης. Σαν άλλος Προκρούστης, κόβει ό,τι εκείνη επεκτείνει. Είναι το κυριότερο μέτρο κοινωνικής και πνευματικής καταστολής σε ολόκληρο τον κόσμο. Θα σας πω τι λέω ακριβώς στο βιβλίο, μιας και το θεωρώ κεφαλαιώδους σημασίας: «Ο συγγραφέας, πέρα από την αυτονόητη αποστολή του, που δεν είναι άλλη απ’ το να υπηρετεί την τέχνη του όσο καλύτερα μπορεί, οφείλει να παρεμβαίνει –είτε με τον γραπτό λόγο και την αιχμηρή πένα του, είτε με τη φυσική παρουσία και τον διάπυρο τόνο της φωνής του– κάθε φορά που διαπιστώνει ότι κινδυνεύει, πρώτον, η ελευθερία του λόγου και της καλλιτεχνικής έκφρασης, δεύτερον, η ανεξαρτησία της βούλησης, της επιθυμίας και της συνείδησης, και τρίτον, το δικαίωμα στην αμφιβολία, τη διαφωνία και την ανυπακοή. Η αποστολή του τον θέτει αυτομάτως στην αντίπερα όχθη της αυταρχικότητας, του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας, ως αντίπαλο δέος εκείνων που οραματίζονται έναν κόσμο φτιαγμένο από ιδιοτελή συμφέροντα. Μητέρα, σύντροφος κι ερωμένη, η τέχνη της γραφής. Ασπίδα, πολιορκητικός κριός κι αιχμή του δόρατος συνάμα».

Η λογοκρισία είναι ο μεγάλος εχθρός της καλλιτεχνικής έμπνευσης. Σαν άλλος Προκρούστης, κόβει ό,τι εκείνη επεκτείνει.

Σε ποιο βαθμό η προσωπική ζωή ενός συγγραφέα θα πρέπει να καθορίζει τη λογοτεχνική του αξία;

Υπάρχει κάτι που ονομάζεται «συγγραφική ηθική». Δεν μπορεί ένας συγγραφέας που κολυμπάει στα πλούτη να γράφει ιστορίες για τους φτωχοδιάβολους του κόσμου τούτου. Αν προέρχεται από τα χαμηλά στρώματα και πλούτισε κατά τη διάρκεια της πορείας του στη ζωή, οφείλει να σωπάσει και να ασχοληθεί με κάτι άλλο. Ο ρόλος του συγγραφέα δεν είναι να ψυχαγωγεί. Ο ρόλος του είναι να αφυπνίζει συνειδήσεις. Και ξέρετε κάτι; Υπάρχει υπερβολική ψυχαγωγία στις μέρες μας. Το λέει και ο Ρέι Μπράντμπερι, συγγραφέας του περίφημου Φαρενάιτ 451. Λέει πως «τα πάντα έχουν ισοπεδωθεί, έχουν γίνει ένα είδος ανούσιου χυλού. Οι κλασικοί συγγραφείς έχουν ψαλιδιστεί για να χωρέσουν σε δίλεπτες ραδιοφωνικές εκπομπές για το βιβλίο. Όσο για την πολιτική, μια-δυο προτάσεις αρκούν – ο κόσμος δεν θέλει παραπάνω. Το σύνθημα είναι: Περισσότερα σπορ για όλους. Ζήτω το ομαδικό πνεύμα, ζήτω η διασκέδαση! Δεν υπάρχει κανένας λόγος να σκέφτεσαι, έτσι δεν είναι; Όλα κυλούν μια χαρά».

Ταμπού υπήρχαν και θα υπάρχουν σε κάθε κοινωνία και κάθε εποχή. Ποιο ταμπού θεωρείτε ότι ταλανίζει τους σημερινούς λογοτέχνες;

Το ταμπού της επιτυχίας. Όποιος δεν κάνει τρελές πωλήσεις ή δεν μαζεύει σωρηδόν τα βραβεία θεωρείται αποτυχημένος. Πόσο λάθος είναι η αντίληψη αυτή! Ο λογοτέχνης πρέπει να γράφει γιατί έχει μια φλόγα που του καίει τα σωθικά. Κύριο μέλημά του είναι να σβήσει τη φλόγα με τη δύναμη της πνοής του.

Για να υπάρχουν αξιόλογοι λογοτέχνες, θα πρέπει να υπάρχουν και αξιόλογοι αναγνώστες. Οι Έλληνες αναγνώστες όμως είναι σχετικά λίγοι. Θέλετε να το σχολιάσετε;

Πάντοτε ήταν λίγοι. Απλώς με την κρίση έγιναν ακόμα λιγότεροι, καθώς έπρεπε να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Ένα από τα πρώτα θύματα της κρίσης που μας έπληξε ήταν το βιβλίο. Θεωρήθηκε είδος πολυτελείας. Τα βιβλιοπωλεία άδειασαν και πολλά από αυτά έκλεισαν. Το ίδιο συνέβη και με αρκετούς εκδοτικούς οίκους. Ωστόσο, η ελπίδα προέρχεται –και θα προέρχεται πάντα– από τη νέα γενιά. Βλέπω γύρω μου πολλούς νέους που μπορεί να του δίνουν να καταλάβει στα βιντεοπαιχνίδια, αλλά στρέφουν συχνά την προσοχή τους στη λογοτεχνία. Ένα καλό βιβλίο δεν περνάει απαρατήρητο στις μέρες μας.

Ο ρόλος του συγγραφέα δεν είναι να ψυχαγωγεί. Ο ρόλος του είναι να αφυπνίζει συνειδήσεις.

Σε ποιους από τους επικίνδυνους συγγραφείς που περιλαμβάνει το βιβλίο σας έχετε περισσότερη αδυναμία;

Μια μεγάλη μου αδυναμία είναι –δεδηλωμένα πλέον– ο Τζακ Κέρουακ. Λίγοι γνωρίζουν πως το διάσημο έργο του Στο δρόμο λογοκρίθηκε από τον ίδιο του τον εκδότη, που έκρινε πως οι σκηνές ελευθερογαμίας που περιείχε θα του δημιουργούσαν προβλήματα με τις Αρχές, γι’ αυτό και τις έκοψε. Κοντόφθαλμη λογική, μιας και τα βιβλία που λογοκρίνονται ή απαγορεύονται τραβούν την προσοχή του αναγνωστικού κοινού. Ένας ακόμα αγαπημένος συγγραφέας, εξίσου επικίνδυνος, μιας και κατηγορήθηκε ότι με το έργο του Λολίτα προωθούσε την παιδεραστία, είναι ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Νομίζω πως δύσκολα θα ξαναβρεί η λογοτεχνία στιλίστα τέτοιου διαμετρήματος.

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, του διαδικτύου και των σχολών δημιουργικής γραφής, υπάρχει συγγραφική ταυτότητα;

Η συγγραφική ταυτότητα δείχνει, με το πέρασμα του χρόνου, πως αντέχει στους κραδασμούς και στις εναλλαγές των εποχών. Οι συγγραφείς εξακολουθούν να φοβίζουν τα αυταρχικά καθεστώτα, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Κίνα ή στην Τουρκία, για παράδειγμα. Θυμίζω πως στην Κίνα απαγορεύτηκαν το 1984 και Η φάρμα των ζώων του Τζορτζ Όργουελ –άλλος ένας επικίνδυνος συγγραφέας–, ενώ στην Τουρκία του Ερντογάν έχουν καεί περισσότερα από τριακόσιες χιλιάδες βιβλία που περιείχαν «απαγορευμένες λέξεις». Θα παραθέσω εκ νέου ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο μου: «Κανείς δεν δίνει τόση αξία στη λογοτεχνία όσο τα ολοκληρωτικά καθεστώτα», σχολίασε εύστοχα ο Ίταλο Καλβίνο. Αναρωτιέται κανείς γιατί. Η λογοτεχνία εκπροσωπεί τη γλώσσα – και, ως γνωστόν, η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει. Όποιο καθεστώς κατορθώνει να περιορίσει τη λογοτεχνία –την πεζογραφία και την ποίηση, το δοκίμιο και τη βιογραφία, τη μελέτη και την πραγματεία– φέρνει στα μέτρα του ολόκληρη την κοινωνία. Ακολουθούν οι υπόλοιπες τέχνες, πρωτίστως ο κινηματογράφος ως εκπρόσωπος της εικόνας, όμως η λογοτεχνία, και κατ’ επέκταση η γλώσσα, αποτελεί τον μεγαλύτερο εφιάλτη του καθεστώτος, την πλέον ορατή απειλή, τον πλέον θανάσιμο κίνδυνο. Ο φόβος που τρέφει γι’ αυτήν είναι ανάλογος του βαθμού της σήψης του.

Ποια αξία θεωρείτε αδιαπραγμάτευτη;

Την αξιοπρέπεια.

Γράφετε κάτι καινούργιο;

Μόλις εξέδωσα ένα βιβλίο 600 περίπου σελίδων, για το οποίο χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια έρευνας. Θα ήμουν τρελός (ή ψυχωτικός) αν ξεκινούσα κάτι άλλο.

 

Επικίνδυνοι συγγραφείς
Κώστας Αρκουδέας
Εκδόσεις Καστανιώτη
592 σελ.
ISBN 978-960-03-6610-5
Τιμή €18,00
001 patakis eshop

 

 

πηγή : diastixo.gr