Κωνσταντίνος Τριανταφυλλάκης: «Μικρές περιπλανήσεις στις ρωγμές του χρόνου»

2019-04-18 18:51

Κωνσταντίνος Τριανταφυλλάκης: «Μικρές περιπλανήσεις στις ρωγμές του χρόνου»

Δεν είμαι φιλόλογος, ούτε κριτικός λογοτεχνίας. Δεν θα μιλήσω λοιπόν σαν ειδικός, αλλά σαν ένας απλός αναγνώστης. Και θα αναφερθώ κυρίως στο περιεχόμενο.

Τυχαίνει να είμαι σε κοντινή ηλικία με τον συγγραφέα, κατάγομαι από την επαρχία και έζησα τα παιδικά μου χρόνια σε πόλεις και χωριά της Μακεδονίας. Επίσης, έζησα για κάποιο μικρό διάστημα τη δεκαετία του ’80 στη Νέα Υόρκη και, με αυτά τα δεδομένα, ήταν φυσικό διαβάζοντας αυτές τις ιστορίες να οδηγηθώ αναπόφευκτα σε πολλά «φλας μπακ», όπως λέμε στον κινηματογράφο, που αφορούσαν σε δικές μου αντίστοιχες στιγμές στο παρελθόν.

Έτσι λοιπόν, εγώ, ως ταπεινός αναγνώστης αυτών των αφηγημάτων, ήδη από το χειρόγραφο πριν ακόμα εκδοθεί, έχω να σας πω τα εξής: «Το συγγραφικό έργο του Κώστα Τριανταφυλλάκη», γράφω στο μικρό μου σημείωμα που υπάρχει σ’ αυτή την έκδοση, «του το υπαγορεύει η ίδια η ζωή. Το υλικό των διηγημάτων του το αλιεύει μέσα από το ίζημα των βιωμάτων του και το καταστάλαγμα των συναισθημάτων του».

Ο Κώστας Τριανταφυλλάκης ήρθε σ’ αυτόν τον κόσμο σε ένα μικρό χωριό του Έβρου, το Ασημένιο. Τα δρεπάνια του θερισμού τον νανούριζαν μικρό στην ξύλινη κούνια του, στο χωράφι, δυνάμωσε πίνοντας γάλα αμέσως μετά το άρμεγμα από τα βουβάλια, έπαιζε μακριά γαϊδούρα με τα άλλα παιδιά, σκαρφάλωναν στα δέντρα να κόψουν φρούτα και βουτούσαν στα νερά του ποταμού. Λαχταράει ακόμα τα γλυκά της γιαγιάς: το τριαντάφυλλο, το σύκο, το κυδώνι. Μεγάλωσε βλέποντας τον παππού του να κάθεται και να ατενίζει τα μέρη πέρα από το ποτάμι, πέρα από την αντίπερα όχθη, όπου υπήρχε το παλιό του χωριό και τα χωράφια που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν. Νομίζω πως αυτή τη νοσταλγία την κληρονόμησε και ο εγγονός.

Μεγαλώνοντας, αφού τελείωσε το Γυμνάσιο Διδυμοτείχου –εξατάξιο τότε– στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ήρθε με τον καρβουνιάρη στην Αθήνα όπου σπούδασε στην Πάντειο και, στη συνέχεια, «πουλί διαβατάρικο που εμπιστευόταν μόνο τα φτερά του», έφυγε για την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, έκανε στη Νέα Υόρκη μεταπτυχιακές σπουδές στα οικονομικά και τις πολιτικές επιστήμες και διδακτορικό για τις διεθνείς σχέσεις.

Συχνά, στη δωδεκαετή παραμονή του στην Αμερική, καθόταν και ατένιζε νοερά τη μακρινή πατρίδα. Δεν χρειάζεται να μας το βεβαιώσει αυτό ο ίδιος, ξεχειλίζει σε μεγάλο μέρος του βιβλίου του, το αρωματίζει θα έλεγα αυτή η νοσταλγία που δεν έπαψε να τον συντροφεύει ακόμα και τώρα. Μια νοσταλγία για μια πατρίδα αναφοράς! Μια ιδεατή πατρίδα, μια πατρίδα της καρδιάς, που την κουβαλάει ακόμα και τώρα που ζει στην Ελλάδα.

Τι ’ν’ η πατρίδα μας, αλήθεια; Κάποια έκταση γης; Κάποια ιδεολογικά, στρεβλά κατασκευάσματα; Ή «κάτι που λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα και κράζει μέσα μας», όπως λέει ο ποιητής.

Πατρίδα είναι ό,τι πατρώο. Ό,τι κληρονομήσαμε από τους πατεράδες μας. Και, κατ’ επέκτασιν, τους προγόνους μας. Κι αυτό, ναι μεν έχει να κάνει πιθανόν με κάποια ιδιοκτησία γης ή άλλων ακινήτων, αλλά κυρίως είναι ο πολιτισμός, ό,τι κληρονομήσαμε σαν πολιτιστική κληρονομιά: τη γλώσσα πρώτα απ’ όλα και τη γραμματεία, που δημιούργησε αυτή η γλώσσα, τη σκέψη και την έκφραση φιλοσοφικών ανησυχιών και επιστημονικών επιτευγμάτων που συνέβαλαν στην πρόοδο της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της, την προφορική λαϊκή παράδοση, τα τραγούδια μας. Αυτή η πατρώα πνευματική κληρονομιά είναι ό,τι πιο σπουδαίο διαθέτουμε και έχουμε χρέος να τη διατηρήσουμε, αλλά και να την πάμε παραπέρα.

«Απολογητικός και απολογιστικός, ανασκοπεί και ανασύρει εμπειρίες και όνειρα, γεγονότα που έζησε και άλλα που άκουσε, συγκινήσεις που τον δόνησαν και λόγια που χαράχτηκαν στη μνήμη του».

Ο Κώστας Τριανταφυλλάκης είναι βαπτισμένος μέσα σ’ αυτή την κληρονομιά. Όταν σκέφτεται το μικρό χωριό του, την ιδιαίτερη, όπως λέμε, πατρίδα του, συναντιέται ξανά όχι μόνο με τον παππού του και τις δακρυσμένες μνήμες του, αλλά, μαγικά και αναπάντεχα, βρίσκεται στο δρόμο του ο Καζαντζάκης κι ο Αισχύλος, ο τόπος αλλάζει, μεταμορφώνεται, το θρακιώτικο τοπίο αποκτάει φαράγγια κρητικά, κυκλαδίτικες αμμουδιές, ελαιώνες, ουρανοξύστες και μεγάλες λεωφόρους. Κι ο ίδιος, άφραγκος, με τα χέρια στις τσέπες, περιφέρεται στους αριθμημένους δρόμους ανάμεσα σε ένα πολύχρωμο πλήθος. Σταματάει έξω από το βιβλιοπωλείο Rizzoli και καθρεφτίζεται στη βιτρίνα με ένα αινιγματικό χαμόγελο, σαν της Τζοκόντα, που σε διπλοτυπία με τα κτίρια του Μανχάταν κοσμεί το εξώφυλλο ενός LP, και πίσω πηγαινοέρχονται μεγάλα, πλατιά αυτοκίνητα, σαν εκείνα στις ταινίες του Σκορτσέζε. Κατεβαίνει τις σκάλες του subway και, περιμένοντας τον συρμό του R Broadway Local, σιγομουρμουράει ένα τραγούδι: «I’m just a poor boy/ When I left my home and my family/ I was no more than a boy/ In the company of strangers/ In the quiet of the railway station/ Running scared...» για να βγει όχι στην Αστόρια, αλλά στο Central Park, όπου, ανάμεσα στο πλήθος της συναυλίας των Simon and Garfunkel, συναντάει τον Ορέστη και την Dorothy. Ο Διόνυσος, πίσω απ’ τα φυλλώματα του πάρκου, αγκαλιασμένος με μια Ινδιάνα νοσηλεύτρια του γνέφουν χαμογελώντας, o «Πίκινος» ξυπνάει από το μαύρο χώμα, κι εκείνος βάζει ένα ποτήρι κρασί από το αμπέλι του στην Αυλίδα, αναστημένο από τις κληματόβεργες που έφερε και φύτεψε εδώ από το αμπέλι του παππού. Και γράφει.

«Απολογητικός και απολογιστικός, ανασκοπεί και ανασύρει εμπειρίες και όνειρα, γεγονότα που έζησε και άλλα που άκουσε, συγκινήσεις που τον δόνησαν και λόγια που χαράχτηκαν στη μνήμη του».

Πόσα έχει να θυμηθεί κανείς, όταν κοιτάζει πίσω; Όταν σε όλη του τη ζωή συνέλεγε εικόνες, διαβάσματα, έρωτες, σκέψεις, πόνους, αγωνίες, που αισθάνεται να ξεχειλίζουν και νιώθει την ανάγκη να τα καταγράψει;

triantafillΠόσες σελίδες μπορεί να γεμίσει η πένα ενός ανήσυχου και αεικίνητου ανθρώπου, όπως είναι ο Κώστας Τριανταφυλλάκης; Μάλλον περισσότερες από τις σελίδες των ήδη εκδοθέντων βιβλίων του. Γιατί ο Κώστας Τριανταφυλλάκης διαθέτει ανεξάντλητο υλικό, η μνήμη του είναι ένα βαθύ πηγάδι απ’ όπου αντλεί συνεχώς όχι μόνο προσωπικές ιστορίες, που άλλοτε αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο, άλλοτε σε τρίτο (πίσω από το οποίο όμως αναγνωρίζουμε πάντα τον συγγραφέα), αλλά και ιστορίες φίλων και ανθρώπων που γνώρισε, καθώς και μια ιστορία άλλης εποχής, πιο παλιάς, που την αναπλάθει πιστά: αυτή της «Λάμπαινας». Και μόνο γι’ αυτό το διήγημα, που αποτελεί πιστεύω ένα διαμάντι γραπτής αφήγησης, θα άξιζε να αποκτήσει κανείς αυτό το βιβλίο.

 

Μικρές περιπλανήσεις στις ρωγμές του χρόνου
Κωνσταντίνος Τριανταφυλλάκης
Ιανός
272 σελ.
ISBN 978-618-5141-58-5
Τιμή €10,00
001 patakis eshop

 

 

πηγή : diastixo.gr