Κινηματογράφος-«Stephen Chbosky: “Θαύμα”» της Βερίνας Χωρεάνθη
Βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο της Ρ. Τζ. Παλάσιο, η ταινία Θαύμα του Στίβεν Τσμπόσκι, δημιουργού της πιο πρόσφατης κινηματογραφικής απόδοσης του παραμυθιού Η Ωραία και το Τέρας, είναι ένα συναισθηματικό ταξίδι, που με συγκινησιακή φόρτιση και απλά μέσα έκφρασης μέσα από ένα άμεσο σκηνοθετικό ύφος, αναδεικνύει την αναγκαιότητα της αποδοχής του διαφορετικού, θέτοντας σαν πλαίσιο τις οικογενειακές αξίες.
Κεντρικός άξονας της δράσης είναι ο Όγκι Πούλμαν, ένα παιδί που είχε την ατυχία να γεννηθεί με πολλαπλές παραμορφώσεις στο πρόσωπο. Ο Όγκι, ερμηνευμένος με ευαισθησία και εκφραστικότητα, παρά το έντονο και ιδιαίτερα ρεαλιστικό μακιγιάζ, από τον εντεκάχρονο Τζέικομπ Τρεμπλέι, πάσχει από το το σύνδρομο Treacher-Collins, μια σπάνια ασθένεια που το κύριο χαρακτηριστικό της είναι μια σειρά από δυσμορφίες σε όλο το κεφάλι (αυτιά, μάτια, ζυγωματικά, σαγόνι), αν και δεν κατονομάζεται στην ταινία ούτε και στο βιβλίο. Το αποτέλεσμα είναι η όψη του Όγκι να καθίσταται αποθαρρυντική για τον κοινωνικό περίγυρο και να μεταμορφώνεται σε έναν τοίχο τον οποίο κανείς δεν είναι διατεθειμένος να γκρεμίσει για να δει αυτό που πραγματικά είναι ο Όγκι: ένα πανέξυπνο παιδί με χρυσή καρδιά που δεν διαφέρει σε τίποτα από τα άλλα παιδιά της ηλικίας του.
Αφού πέρασε σχεδόν όλη του την παιδική ηλικία μέσα στην ασφάλεια του σπιτιού του, με τη μητέρα του Ίζαμπελ (υπέροχη όπως πάντα η Τζούλια Ρόμπερτς) να του παρέχει όλη την απαραίτητη μόρφωση, φτάνει κάποια στιγμή η μέρα που ο Όγκι πρέπει να πάει στο σχολείο. Επομένως, να βγει στην κοινωνία, να συγχρωτιστεί με άλλους ανθρώπους, με άτομα της ηλικίας του, να ζήσει σαν ένα φυσιολογικό παιδί. Είναι όμως έτοιμη η κοινωνία να αποδεχτεί το διαφορετικό; Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για κάτι τόσο εμφανές. Ο Όγκι πρέπει να καταβάλει διπλή και τριπλή προσπάθεια για να γίνει συμπαθής, καθώς όλοι τον λένε «τέρας» και «πανούκλα». Πράγματα αυτονόητα για τα άλλα παιδιά, ο Όγκι είναι αναγκασμένος να τα αποδεικνύει καθημερινά (π.χ., ότι είναι καλός μαθητής ή ότι του αρέσει ο «Πόλεμος των Άστρων»).
Στον αντίποδα του Όγκι βρίσκεται η αδερφή του Βία (τον ρόλο της αποδίδει με τρυφερότητα η δεκαεξάχρονη Ιζαμπέλα Βίντοβιτς), ένα κορίτσι στην εφηβεία που λατρεύει τον αδερφό της και, ενώ συνειδητοποιεί πολλές φορές ότι οι γονείς της στρέφουν όλη τους την προσοχή σ’ εκείνον δίνοντας ελάχιστη σημασία στις δικές της ανάγκες, δεν ένιωσε ποτέ μνησικακία για τον Όγκι. Αναγκασμένη να ζει σε ιδιάζουσες συνθήκες από πολύ μικρή –από τότε δηλαδή που γεννήθηκε ο Όγκι–, η Βία αναγκαζόταν να παίρνει αποφάσεις μόνη της, κάτι που τη βοήθησε να ωριμάσει πολύ νωρίς. Ήταν πάντα «το κοριτσάκι με τη μεγαλύτερη κατανόηση», όπως της έλεγαν οι γονείς της.
Οι ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί των Πούλμαν έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στο να μεγαλώσει ο Όγκι σαν ένα φυσιολογικό παιδί. Έχοντας και τη συνεχή, ουσιαστική στήριξη του πατέρα του Νέιτ (ο μάλλον υποτιμημένος Όουεν Ουίλσον είναι εδώ σε πολύ καλή φάση κι έχει εξαιρετική χημεία με τα υπόλοιπα μέλη της κινηματογραφικής του οικογένειας), περιβαλλόταν πάντα από αγάπη και στοργή. Τα δύσκολα αρχίζουν όταν πηγαίνει στο σχολείο, και καλείται να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της συναναστροφής με άλλα παιδιά, τα οποία δεν είναι πάντα διατεθειμένα να τον αντιμετωπίσουν φιλικά. Η ζωή στο σχολείο δεν θα είναι εύκολη, ωστόσο μετά από μια σειρά δοκιμασίες, πρακτικές και συναισθηματικές, ο Όγκι θα γίνει όχι μόνο αποδεκτός, αλλά και ιδιαίτερα αγαπητός γι’ αυτό που είναι.
Αφήνοντας χώρο και (κινηματογραφικό) χρόνο τόσο στους κεντρικούς του ήρωες όσο και στους εξίσου σημαντικούς δευτεραγωνιστές του, ο Τσμπόσκι (ο οποίος, σημειωτέον, εκτός από σκηνοθέτης και σεναριογράφος είναι και συγγραφέας) πετυχαίνει και διατηρεί μέχρι το τέλος τις ισορροπίες σε όλα τα επίπεδα της ταινίας. Βασικό του σημείο αναφοράς είναι βέβαια ο Όγκι και η εξέλιξη της δικής του ιστορίας, ωστόσο ρίχνει το βλέμμα του και σε όλους εκείνους τους χαρακτήρες που συνδέονται μαζί του άμεσα ή έμμεσα και που τον επηρεάζουν ή επηρεάζονται απ’ αυτόν.
Έτσι έχουμε την ευκαιρία να δούμε πώς είναι η καθημερινότητα της Βία και όλα τα θέματα που αντιμετωπίζει –την καλή της φίλη Μιράντα (Ντανιέλ Ρόουζ Ράσελ) που ξαφνικά σταμάτησε να της μιλάει χωρίς λόγο, τον Τζάστιν (Νάτζι Τζέτερ), έναν συμμαθητή της με καλλιτεχνική φύση που της ξυπνάει το ερωτικό συναίσθημα– καθώς επίσης και να γνωρίσουμε καλύτερα τον σχολικό περίγυρο του Όγκι που αποτελείται από τον ελαφρώς εκκεντρικό αλλά καλοσυνάτο και δίκαιο διευθυντή κύριο Κωλαράκη (Μάντι Πατίνκιν), τους καθηγητές, με βασικότερο συμπαραστάτη του Όγκι τον αντισυμβατικό κύριο Μπράουν (Νταβίντ Ντιγκς) και, κυρίως, τους συμμαθητές του: καλοπροαίρετα παιδιά που παραμένουν ανεπηρέαστα από προκαταλήψεις και επιδιώκουν να γίνουν φίλοι του, αλλά και τους αναπόφευκτους νταήδες που τον κοροϊδεύουν και τον προσβάλλουν με κάθε ευκαιρία.
Τα στιγμιότυπα που αφορούν κάποια από αυτά τα πρόσωπα παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς δείχνουν ότι ο κάθε άνθρωπος έχει τα ζόρια και τα μυστικά του, τα οποία κουβαλάει συνεχώς και πολλές φορές αναγκάζεται να καλύπτει είτε πίσω από μια προσποιητή συμπεριφορά είτε με ψέματα. Ο κακομαθημένος Τζούλιαν (Μπράις Γκέισαρ) που δεν αφήνει τον Όγκι σε χλωρό κλαρί, είναι στην ουσία θύμα της συμπεριφοράς της αυταρχικής και υπερφίαλης μητέρας του. Ο λόγος που η Μιράντα αποφεύγει τη Βία σχετίζεται με ένα δικό της σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα το οποίο σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή είχε προσπαθήσει να καλύψει λέγοντας ψέματα, και στη συνέχεια εγκλωβίστηκε σ’ αυτά και δεν είχε πώς να απαλλαγεί. Ο Τζακ Ουίλ (Νόα Τζουπ), που από την αρχή δείχνει τον καλό και ειλικρινή του χαρακτήρα, πέφτει κι αυτός κάποια στιγμή θύμα των περιστάσεων, βάζοντας σε κίνδυνο τη φιλία του με τον Όγκι.
Κοντολογίς, όλοι έχουν προβλήματα, όπως και ο Όγκι – η μόνη διαφορά είναι ότι το πρόβλημα του Όγκι είναι προφανές, κι ενώ οι άλλοι μπορούν απλά να κρύβουν ό,τι τους απασχολεί με το να μην αναφέρονται σ’ αυτό, η μόνη λύση που έχει ο Όγκι για να καλύψει το πρόβλημά του είναι να φοράει το αγαπημένο του κράνος του αστροναύτη, και όταν περπατάει στην αυλή του σχολείου και όλοι τον κοιτάζουν και τον σχολιάζουν κοροϊδευτικά, να φαντάζεται ότι γυρίζει από μια διαστημική αποστολή και το πλήθος τον ζητωκραυγάζει.
«Μπορείς να καταλάβεις πολλά για έναν άνθρωπο από τα παπούτσια του»,
λέει σε κάποια από τις πρώτες σκηνές της ταινίας. Ο Όγκι πάντα κοιτούσε χαμηλά, και παρατηρούσε πράγματα που για τους άλλους ήταν αδιάφορα. Όμως τα μάτια της καρδιάς και του μυαλού του πάντα ήταν στραμμένα ψηλά – εξ ου και η αγάπη του για το διάστημα. Ο Όγκι βρήκε το θάρρος και βγήκε στην κοινωνία, είδε και την καλή και την άσχημη πλευρά της, μπορεί κάποια στιγμή να απογοητεύτηκε και να έχασε την πίστη του στον εαυτό του και τους ανθρώπους, ωστόσο με υπομονή και επιμονή κατάφερε να επιβληθεί με την προσωπικότητά του αδιαφορώντας για οτιδήποτε θα τον κρατούσε δέσμιο των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων.
Το Θαύμα είναι μια ταινία που συγκινεί βαθιά σχεδόν από το πρώτο λεπτό, και σε αφήνει με μια γλυκιά αίσθηση αισιοδοξίας. Περνάει τα τόσο σημαντικά και θετικά μηνύματά της διακριτικά και με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορεί να βρει κανείς σημεία ταύτισης, ανεξάρτητα από το αν το θέμα τον αφορά ή όχι, είτε σε προσωπικό είτε σε ευρύτερα κοινωνικό επίπεδο.
Η ταινία προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 28 Δεκεμβρίου. Το ομώνυμο βιβλίο της Ρ. Τζ. Παλάσιο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
πηγή : diastixo.gr