Η δωδεκάχρονη νύχτα από το Cine - Δράση-Με αφορμή την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019
La noche de 12 años.
Ισπανία, Αργεντινή, Γαλλία, 2018.
Σκηνοθεσία - Σενάριο: Álvaro Brechner. Πρωταγωνιστούν: Antonio de la Torre, Chico Darín, Alfonso Tort, César Troncoso, Soledad Villamil, Sílvia Pérez Cruz, Mirella Pascual, Nidia Telles. Διάρκεια: 122'
Την Κυριακή 17 Νοέμβρη συμπληρώνονται 45 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Άραγε ήταν μια ηρωική πράξη ή μια κινητοποίηση «ψυχικά νοσούντων»; Έχουν δίκιο όσοι επιμένουν πεισματικά να τη θυμούνται και επιδιώκουν να διδάσκεται η αλήθεια της στις νεότερες γενιές ή και αυτό το κομμάτι της ιστορίας μας πρέπει στερημένο από τα μηνύματα του, παραποιημένο και συκοφαντημένο να παραδοθεί στην κοινωνία στο όνομα μιας επινοημένης και ψεύτικης εθνικής ομοψυχίας;
Το Cine-Δράση, με αφορμή αυτή την επέτειο, προβάλει την ταινία του Álvaro Brechner «Η Δωδεκάχρονη Νύχτα». Μια λυρική ιστορία, ύμνος στο ανθρώπινο μεγαλείο, τη θέληση για επιβίωση και τη δύναμη του πνεύματος ανθρώπων που σε συνθήκες δικτατορίας ξεπέρασαν τους εαυτούς τους αγωνιζόμενοι για δημοκρατία, ελευθερία, ισότητα. Ένα ιστορικό πολιτικό δράμα, δυστυχώς ακόμα επίκαιρο, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα που συγκλόνισαν την Ουρουγουάη στη δεκαετία του ΄70.
To φιλμ αφορά την ιστορία τριών κρατουμένων, όλοι τους σημαντικές προσωπικότητες της χώρας. Ένας από αυτούς είναι ο μετέπειτα πρόεδρος της Ουρουγουάης Jose (Pepe) Mujica, και οι άλλοι δύο οι Mauricio Rosenkof (γνωστός σύγχρονος ποιητής και συγγραφέας) και Eleuterio Fernandez - Huidobro «Niato» που αφηγήθηκαν την ιστορία τους στο συγκλονιστικό βιβλίο-μαρτυρία «Τουπαμάρος-Ημερολόγια Φυλακής», (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κουκίδα και πρόλογο του Eduardo Galeano).
O Mujica μια ξεχωριστή και εξαιρετικά αγαπητή προσωπικότητα στην πατρίδα του και όλο τον πλανήτη είναι γνωστός και ως «ο φτωχότερος πρόεδρος στον κόσμο». Στη διάρκεια της προεδρικής του θητείας επέμενε να κατοικεί στη φάρμα του και όχι στο προεδρικό μέγαρο, έδινε σε φιλανθρωπίες το 90% του μισθού του, περίμενε στην ουρά όπως όλοι οι πολίτες στις τράπεζες και στα δημόσια νοσοκομεία, αντί για την προεδρική θωρακισμένη μερσεντές κυκλοφορούσε με δικό του σκαραβαίο-σαραβαλάκι και όταν έληξε η θητεία του αρνήθηκε οποιαδήποτε κρατική σύνταξη για την προσφορά του.
Το 1973, στην Ουρουγουάη, οι αντάρτες Τουπαμάρος, ένα πολιτικό κόμμα, με την ονομασία Κίνημα για την Λαϊκή Συμμετοχή, έχουν χάσει τον πόλεμο με τον στρατό και η δικτατορία κυβερνάει τη χώρα. Τρεις φυλακισμένοι αντάρτες μένουν στην απομόνωση για 12 χρόνια. Είναι οι Mujica, Rosenkof και Huidobro που συνελήφθησαν από τις δυνάμεις καταστολής το 1972, υπεβλήθησαν σε άγρια βασανιστήρια και παρέμειναν έγκλειστοι υπό απάνθρωπες συνθήκες για δεκατρία περίπου χρόνια, σε διάφορα στρατόπεδα και φυλακές της χώρας. Αυτοί και επτά ακόμη ηγετικά στελέχη των Τουπαμάρος έγιναν αντικείμενο του πιο ακραίου σαδισμού και της εκδικητικότητας της δικτατορίας. Τους ονόμασαν «ομήρους» με την έννοια ότι εφεξής θα κρατούνταν από το στρατό, ο οποίος διατηρούσε το δικαίωμα να τους εκτελέσει ανά πάσα στιγμή, ως αντίποινα σε οποιαδήποτε απειλητική ενέργεια των συντρόφων τους που παρέμεναν ελεύθεροι. Αυτά τα χρόνια δεν είχαν καμία οπτική επαφή με τον έξω κόσμο. Δεν γνώριζαν ποτέ σε ποιο ακριβώς μέρος της χώρας κρατούνταν αφού άλλαζαν συχνά φυλακές και τόπους κράτησης. Δεν άκουγαν ειδήσεις παρά μόνον λίγο πριν την πτώση της δικτατορίας, ξαναείδαν το φως της ημέρας και τον έναστρο ουρανό περίπου μία δεκαετία μετά τη σύλληψή τους. Δεν βρέθηκαν ποτέ στο ίδιο κελί, ούτε είχαν το δικαίωμα επικοινωνίας μεταξύ τους και με τις οικογένειες τους. Έχασαν κάθε αίσθηση του χρόνου, των εποχών, των αλλαγών. Επανειλημμένα έφτασαν πολύ κοντά στο θάνατο από την πείνα και τη δίψα στην οποία τους υπέβαλλαν οι δεσμοφύλακές τους, αναγκάστηκαν για μεγάλα διαστήματα να τρέφονται σχεδόν αποκλειστικά με τα έντομα των υγρών και σκοτεινών κελιών τους, τα περισσότερα από τα οποία είχαν τρύπιο ταβάνι, αλλά καθόλου παράθυρα, έρμαια της χειμωνιάτικης παγωνιάς, της βροχής και του καύσωνα. Χωρίς καμία ανθρώπινη επαφή, το μόνο από το οποίο μπορούσαν να κρατηθούν, ήταν ο ίδιος τους ο εαυτός και η εμπιστοσύνη ότι ήταν στην σωστή πλευρά της ιστορίας. Έτσι δεν επέτρεψαν στις δυνάμεις του δικτατορικού καθεστώτος να εισβάλουν στο μυαλό τους και την ψυχή τους. Συνέχισαν να πιστεύουν ότι ο αγώνας τους ήταν και ο μόνος δίκαιος αγώνας. Έβρισκαν τρόπους να τρέφουν το μυαλό τους και κατάφερναν να επικοινωνούν χτυπώντας κωδικοποιημένα την αλφάβητο στους τοίχους που τους χώριζαν ώστε το μυαλό να συνθέτει τις λέξεις, τις έννοιες κι η ψυχή τα συναισθήματα.
Η σκηνοθεσία και το σενάριο του Álvaro Brechner δημιουργούν ένα εξαιρετικό, αξέχαστο αισθητικά και υπαρξιακά φιλμ που βιώνεται σαν μια ισχυρή και βαθιά εμπειρία από τον θεατή. Δεν είναι μόνον η πολύ δυνατή ιστορία είναι και το γεγονός ότι αποδίδεται μοναδικά, συγκινεί σαρωτικά και μένει στη συνείδηση του θεατή ως μάθημα για την ανάγκη των ανθρώπων να αντιστέκονται και τις δυνατότητες τους να προσαρμόζονται ακόμα και στις χειρότερες καταστάσεις. O Brechner αποδίδει την ιστορία του με λεπτή αίσθηση χιούμορ και ειρωνείας, στοχεύοντας στη φύση της στρατιωτικής αρτηριοσκλήρωσης και ανοησίας, αλλά και την ανθρώπινη βλακεία γενικότερα. Επεκτείνεται στην αιώνια μάχη μεταξύ των δύο βασικών συνιστωσών τού ανθρώπινου ψυχισμού: του καλού και του κακού.
Προβληματίζεται για τους εντυπωσιακούς ανθρώπινους ψυχολογικούς μηχανισμούς επιβίωσης που ενεργοποιούνται ως εκ θαύματος, ακόμη και στις πιο ακραίες συνθήκες. Επικεντρώνεται σε εκείνα τα σημεία του βιβλίου των Rosenkof και Huidobro που είναι λιγότερο βίαια, περισσότερο φορτισμένα συναισθηματικά και περιέχουν ταυτόχρονα μία δόση χιούμορ ή ειρωνείας μέσα στην τραγικότητά τους.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών Antonio de la Torre, Chino Darín και Alfonso Tort είναι συγκλονιστικές. Η μουσική του Federico JusidΤο φιλμ απέσπασε 44 βραβεία και είχε συνολικά 77 υποψηφιότητες.
Λίγα λόγια για τους Τουπαμάρος
Αν και δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονική στιγμή τής εμφάνισης του, ούτε και η κοινωνική προέλευση των πρωτεργατών του, ωστόσο φαίνεται ότι το κίνημα των Τουπαμάρος προέκυψε ως αποτέλεσμα της μακρόχρονης και πολύπλευρης κρίσης που μάστιζε τη χώρα και ως αντίδραση στην ανικανότητα των διαδοχικών κυβερνήσεων της Ουρουγουάης να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της, κυρίως το μεγάλο περιορισμό του εισοδήματος των πιο φτωχών στρωμάτων. Η κατακόρυφη πτώση τού βιοτικού επιπέδου αντιμετωπίστηκε με όλο και μεγαλύτερη καταστολή, που πυροδότησε τη ριζοσπαστικοποίηση μεγάλων τμημάτων τού πληθυσμού και τη μετατόπισή τους προς το Κομμουνιστικό Κόμμα και γενικότερα την Αριστερά. Οι Τουπαμάρος ιδρύθηκαν στις αρχές της δεκαετίας τού ’60 και σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή το όνομά τους προέρχεται από τον Τουπάκ Αμάρου (1738-1781), τον Ίνκα ο οποίος ηγήθηκε μίας μεγάλης εξέγερσης κατά των Ισπανών, στο Περού τού 18ου αιώνα.
Τα πρώτα χρόνια τής δραστηριότητάς τους, οι Τουπαμάρος, οργανώνουν ολιγομελείς, παράνομες ομάδες που δρουν με απόλυτη μυστικότητα και αυτονομία μεταξύ τους֗ οπλίζονται και επιδίδονται συστηματικά σε απαλλοτριώσεις όπλων και πυρομαχικών από εγκαταστάσεις της αστυνομίας και του στρατού,֗ οργανώνουν κινητοποιήσεις αγροτών και φοιτητών֗ και δημιουργούν ένα ολόκληρο υπόγειο σύστημα κρυπτών, νοσοκομειακών μονάδων, κέντρων στρατιωτικής εκπαίδευσης, κάτω από την πόλη τού Μοντεβιδέο, ώστε να υποστηρίξουν τον ένοπλο αντάρτικο πόλεμο πόλης για τον οποίον έχουν μείνει στην Ιστορία֗. Σύντομα κατακτούν το σεβασμό τού Ουρουγουανού λαού και μετατρέπονται σχεδόν σε μύθο λόγω των εντυπωσιακών κατασχέσεων φορτηγών μεγάλων σουπερμάρκετ και των διανομών τροφίμων σε φτωχογειτονιές. Η δράση τους κορυφώνεται με την μυθική κατάληψη τής πόλης τού Πάντο το 1969, αλλά και τις συχνές πλέον βομβιστικές τους επιθέσεις κατά βορειοαμερικανικών εταιρειών, τις απαγωγές δικαστών, εισαγγελέων και πρακτόρων τής CIA, τις εκτελέσεις βασανιστών κοκ.
Μέχρι το 1972 έχει γίνει απολύτως κατανοητό από την Ουρουγουανή ελίτ και τις Η.Π.Α., ότι το κίνημα των Τουπαμάρος έχει αποκτήσει πια βαθιά ερείσματα στον Ουρουγουανό λαό και ότι είναι άκρως επικίνδυνο για τα σχέδια τους. Στρατός, αστυνομία και μυστικοί σύμβουλοι των Η.Π.Α. εξαπολύουν εντός του 1972 μία άνευ προηγουμένου επίθεση εναντίον τους και κατά του Ουρουγουανού λαού, με δολοφονίες, εξαφανίσεις και άγρια βασανιστήρια. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα οι Τουπαμάρος έχουν χάσει την άνιση μάχη με έναν κατά πολύ ισχυρότερο και αιμοσταγή εχθρό. 5.000 μαχητές έχουν συλληφθεί και μόνο περίπου 1.000 έχουν καταφέρει να διαφύγουν. Λίγο μετά, το 1973, μία από τις πλέον βίαιες δικτατορίες στην Ιστορία τής Λατινικής Αμερικής έχει αναλάβει την εξουσία και η Ουρουγουάη βυθίζεται σε μια μακρά νύχτα. Μία νύχτα, η οποία για τα εννέα κορυφαία στελέχη τής ηγεσίας των Τουπαμάρος θα διαρκέσει για κάτι περισσότερο από δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Η όλη ιστορία ήταν μια μόνο πλευρά του σχεδίου «Κόνδορας» των Η.Π.Α. και της CIA με βάση το οποίο επιβλήθηκαν οι αιμοσταγείς δικτατορίες στη Λατινική Αμερική στη διάρκεια τη δεκαετία του 1970.
Το 2005, τριάντα χρόνια μετά την πτώση τής δικτατορίας, την εξουσία στην Ουρουγουάη αναλαμβάνει το «Ευρύ Μέτωπο» (Frente Amplio), ένας συνασπισμός αριστερών δυνάμεων, με βάση το κίνημα των Τουπαμάρος και επικεφαλής τον Ταμπαρέ Βάσκες (Tabaré Vázquez). Πέντε χρόνια αργότερα, τον διαδέχεται ο Χοσέ ‘Πέπε’ Μουχίκα (José ‘Pepe’ Mujica), ο ιστορικός ηγέτης των Τουπαμάρος και κύριος πρωταγωνιστής στο βιβλίο των Rosenkof και Huidobro και στην ταινία «Η δωδεκάχρονη Νύχτα». Μετά την πενταετή θητεία τού Μουχίκα (2010-2015), αναλαμβάνει και πάλι την Προεδρία τής χώρας ο Βάσκες ο οποίος συνεχίζει να κυβερνά μέχρι σήμερα.
*Οι χειμερινές κινηματογραφικές προβολές του Cine-Δράση πραγματοποιούνται κάθε Πέμπτη, 8.15 το βράδυ στην αίθουσα "Ν. Εγγονόπουλος" του πάρκου "Μ. Θεοδωράκης" (ΤΥΠΕΤ), Π. Μπακογιάννη 38-42, Βριλήσσια.