Γιώργος Παναγιωτάκης: «Αλάστρα – Το βιβλίο των δύο κόσμων» κριτική της Ναταλίας Δαμίγου-Παπώτη
Για να μιλήσει κανείς για την Αλάστρα πρέπει να μιλήσει για δύο κόσμους. Τα αδέρφια Βικτώρια και Χρήστος περνάνε τις καλοκαιρινές τους διακοπές κλεισμένα στο σπίτι τους, ένα τυπικό σπίτι κάποιου ελληνικού προαστίου, έχοντας το air-condition και την τηλεόραση στο τέρμα και πλήττοντας μέχρι θανάτου. Μέχρι που η προγιαγιά τους, την ύπαρξη της οποίας αγνοούσαν παντελώς μέχρι πρότινος, σχεδόν τους επιβάλλει να την επισκεφθούν και να τους φιλοξενήσει για μία ολόκληρη εβδομάδα στο Βροχερό Βουνό, ένα μέρος στη μέση του πουθενά όπου τα κινητά των παιδιών δεν έχουν σήμα, το καθημερινό τους μενού συμπεριλαμβάνει φαγητά με κουνάβι, μαυροσαλίγκαρα και γάλα γαϊδάρας ενώ, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, διάφορες υποψίες σχετικά με τη γηραιά κυρία Παρωρίτη, τους αλλόκοτους φίλους της και το μεγάλο βιβλίο που φυλάει ως κόρη οφθαλμού, τα οδηγούν στο τρομακτικό συμπέρασμα ότι υπάρχει και ένας δεύτερος κόσμος, ένας παράξενος, πολύ παράξενος κόσμος.
Είναι η Αλάστρα, γεμάτη περάσματα, ξωτικά, τρολ, τελώνια και άλλα μαγικά πλάσματα, λύκους και πουλιά που δεν είναι συνηθισμένοι λύκοι και πουλιά, φιλικές αρκούδες, άρπυιες, ιππότες και βασιλιάδες, απαραβίαστους όρκους και κατάρες, μάχες ανάμεσα σε τεράστιες στρατιές παράξενων πολεμιστών και πάνω σε καταστρώματα πλοίων, πηγάδια και δάση, δεμένους αιχμαλώτους με αβέβαιο μέλλον, ήρωες που φοβούνται πολύ και παρ’ όλ’ αυτά αποδεικνύονται σωτήρια γενναίοι σε έναν κόσμο που κινδυνεύει.
Όσο κανείς βυθίζεται στην Αλάστρα υφαίνεται ένα παράξενο πολυδιάστατο νήμα, όπου οι κόσμοι, τα επίπεδα, το φανταστικό, η πραγματικότητα και τα βιβλία συνυπάρχουν. Ο κόσμος μας μοιάζει να είναι και ο ίδιος μια ιστορία φανταστικής λογοτεχνίας.
Έτσι, δύο αδέρφια, δύο σημερινά παιδιά, με σημερινές συνήθειες και προβλήματα (και σημερινά αντικείμενα, όπως το κινητό του Χρήστου που αποδεικνύεται σωτήριο σε μια στιγμή αδιεξόδου) καλούνται να σώσουν τον κόσμο της Αλάστρας και να επαναφέρουν την ισορροπία του που έχει διαταραχθεί. Η διαταραχή όμως της Αλάστρας εμφανίζεται κατοπτρικά και στον δικό τους κόσμο και τα δικά τους προβλήματα: κυρίως στην απουσία των γονιών τους, που έχουν βυθιστεί στην κινούμενη άμμο της καριέρας και στη συνθήκη τής χωρίς τέλος εργασίας «για να μη λείψει τίποτα από τα παιδιά τους» (και για να έχουνε ακριβό σπίτι και καλή τηλεόραση), θεωρώντας πως τα τελευταία δε δικαιούνται να γκρινιάζουνε που δεν περνάνε και πολύ χρόνο όλοι μαζί. Χωρίς τεχνοφοβικές ηθικολογίες, χωρίς νοσταλγίες για κάποιο μυθικό παρελθόν, αλλά και με οξεία κριτική και χιούμορ, η Αλάστρα είναι μια απολαυστική περιπέτεια όχι μόνο στον δικό μας κόσμο, αλλά και σ’ αυτόν της λογοτεχνίας.
Γιατί η Αλάστρα είναι γεμάτη με μοτίβα πολύ γνώριμα στο είδος που ανήκει το βιβλίο, δηλαδή τη φανταστική λογοτεχνία. Καθώς διάβαζα το βιβλίο, μολονότι ανήκω σε μια ηλικία στην οποία τυπικά δεν απευθύνεται, άρχισαν να περνάνε από μπροστά μου ήρωες, ιστορίες και τόποι από βιβλία που δεν ήξερα καν ότι οι λεπτομέρειές τους βρίσκονταν ακόμα αποθηκευμένες στο μυαλό μου, από το μαχαίρι της «Τριλογίας του Κόσμου» του Φίλιπ Πούλμαν που συνέδεε τους παράλληλους κόσμους με έναν αντίστοιχο τρόπο με την ντουλάπα στη Νάρνια, μέχρι τη Μίνας Τίριθ (κάπως έτσι φαντάστηκα το κάστρο της Αλάστρας) και τη Γκαλάντριελ (που είμαι βέβαιη πως μοιάζει με την αλαστριανή Ιρκάλα, τη Χλωμή Βασίλισσα) από τη Μέση Γη του Τόλκιν.
Ο δεύτερος κόσμος της Αλάστρας, εκεί που παρελαύνει καταιγιστικά μια σειρά από στοιχεία που ανήκουν σχεδόν αρχετυπικά στα παιδικά βιβλία φαντασίας, την κάνει τελικά εκτός από ένα βιβλίο φαντασίας, ταυτόχρονα ένα βιβλίο για τα βιβλία φαντασίας, προσθέτοντας στην πρωτογενή απόλαυση του διαβάσματος μια απόλαυση που αφορά την ίδια την κειμενική κατηγορία και το παιχνίδι που προκύπτει από τη γνώση της γραμματικής της. Το παιχνίδι με τη γνώση του λογοτεχνικού είδους υπάρχει επιπλέον εντός του ίδιου του βιβλίου, δηλαδή στο επίπεδο των ηρώων, αφού τα δύο παιδιά που ανακαλύπτουν τον δεύτερο, παράλληλο με τον δικό τους κόσμο της Αλάστρας, βρίσκονται ξαφνικά μέσα σε ένα βιβλίο φαντασίας γνωρίζοντας πολύ καλά τους κανόνες που το διέπουν. Η Βικτώρια, ένας δυναμικός και πανέξυπνος κοριτσίστικος χαρακτήρας που αποτελεί ένα ακόμα από τα ισχυρά χαρτιά του βιβλίου, λέει κάποια στιγμή στον αδερφό της: «σε αυτά τα βιβλία οι ήρωες υποχρεώνονται να κάνουν παράτολμα πράγματα, [...] θα αντιμετωπίσουμε λοιπόν διάφορους κινδύνους, αλλά, ως διά μαγείας, θα τη γλιτώνουμε».
Η διαταραχή όμως της Αλάστρας εμφανίζεται κατοπτρικά και στον δικό τους κόσμο και τα δικά τους προβλήματα: κυρίως στην απουσία των γονιών τους, που έχουν βυθιστεί στην κινούμενη άμμο της καριέρας και στη συνθήκη τής χωρίς τέλος εργασίας «για να μη λείψει τίποτα από τα παιδιά τους».
Ο τρόπος με τον οποίο η Αλάστρα συνδυάζει αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά της φανταστικής λογοτεχνίας και την αποστασιοποίηση από αυτά, χωρίς καθόλου να την ειρωνεύεται, αλλά γελώντας μαζί της, αγαπώντας την και γνωρίζοντας πολύ καλά τη γλώσσα της, είναι απολαυστικός και λίγο συγκινητικός. Η Αλάστρα και οι δύο κόσμοι της καταφέρνουν να παραμένουν συναρπαστικοί και στα δύο επίπεδά τους, από τη μία στο επίπεδο του φόρου τιμής στη λοτεχνία του φανταστικού και από την άλλη πρωτογενώς, στην εξέλιξη της ιστορίας. Όσο κανείς βυθίζεται στην Αλάστρα υφαίνεται ένα παράξενο πολυδιάστατο νήμα, όπου οι κόσμοι, τα επίπεδα, το φανταστικό, η πραγματικότητα και τα βιβλία συνυπάρχουν. Ο κόσμος μας μοιάζει να είναι και ο ίδιος μια ιστορία φανταστικής λογοτεχνίας.
Αλάστρα
Το βιβλίο των δύο κόσμων
Γιώργος Κ. Παναγιωτάκης
Πατάκης
336 σελ.
ISBN 978-960-16-6218-3
Τιμή: €13,30
πηγή : diastixo.gr