«Γιάννης Μαρής, ο εισηγητής του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα» του Φίλιππου Φιλίππου
Εκδόθηκε πρόσφατα το βιβλίο 18 κείμενα για τον Γιάννη Μαρή (εκδόσεις Πατάκη), φόρος τιμής στον σπουδαίο συγγραφέα, για την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννησή του. Σε αυτό γράφουν πρωτότυπα κείμενα συγγραφείς, λογοτέχνες και δημοσιογράφοι (επίσης και ο γιος του Άγγελος Τσιριμώκος). Ο Μαρής είναι ο εισηγητής του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα. Γόνος γνωστής οικογένειας της Φθιώτιδας, πολιτικών και λογοτεχνών, γεννήθηκε το 1916 στη Σκόπελο ως Γιάννης Τσιριμώκος. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Λαμία, όπου μεγάλωσε σε βενιζελικό περιβάλλον. Ο ίδιος γοητεύτηκε από νωρίς από τις μαρξιστικές ιδέες και ως φοιτητής της Νομικής στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ηγήθηκε των αριστερών φοιτητών.
Στη διάρκεια της Κατοχής συναντήθηκε με τον εξάδελφό του Ηλία Τσιριμώκο, ηγέτη της ΕΛΔ (Ένωσις Λαϊκής Δημοκρατίας), κόμμα σοσιαλιστικής απόκλισης, και συνιδρυτή του ΕΑΜ. Όταν η ΕΛΔ προσχώρησε στο ΕΑΜ, ο Μαρής βγήκε στο βουνό και κατέκτησε βαθμιαία πολλά αξιώματα: μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΕΛΔ, επικεφαλής του Γραφείου Στερεάς Ελλάδας του ΕΑΜ και εθνοσύμβουλος της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), που είχε έδρα στη Βίνιανη.
Επάγγελμα δημοσιογράφος
Μετά την Απελευθέρωση, από το 1945, ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία, παραμένοντας στις επάλξεις της πολιτικής, ηγετικό στέλεχος του σχήματος ΣΚΕΛΔ (Σοσιαλιστικόν Κόμμα-Λαϊκή Δημοκρατία), στενός συνεργάτης των ηγετών της Αλέξανδρου Σβώλου, πρόεδρου της ΠΕΕΑ, και Ηλία Τσιριμώκου, γραμματέα (υπουργού) Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση του βουνού. Άρχισε τη δημοσιογραφική του καριέρα από το βουνό κι έγινε αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Μάχη», η οποία ιδρύθηκε στην Κατοχή και συνέχισε την έκδοσή της και μετά την Απελευθέρωση, ως όργανο του προαναφερθέντος κόμματος.
Ύστερα από τις αποκαλύψεις της εφημερίδας για το στρατόπεδο αριστερών στρατιωτών και πολιτών στη Μακρόνησο, δικάστηκε και κλείστηκε στις φυλακές των Βούρλων στη Δραπετσώνα. Η ζωή του κινδύνευσε και σώθηκε χάρη στις ενέργειες της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και τις κινητοποιήσεις του Σβώλου. Λίγο αργότερα, αμφότεροι αθωώθηκαν χάρη στα μέτρα ειρήνευσης της κυβέρνησης του στρατηγού Νικόλαου Πλαστήρα.
Στη «Μάχη», εκτός από τα συνήθη καθήκοντα του αρχισυντάκτη, έγραφε σχόλια και κριτική ταινιών και συγκαταλεγόταν ανάμεσα στους πιο έγκυρους κριτικούς κινηματογράφου. Με την ιδιότητα αυτή, αλλά και του σεναριογράφου (έγραψε περίπου είκοσι σενάρια), ήταν αρκετές φορές μέλος της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Την εμφάνισή του ως συγγραφέας την έκανε το 1953 στο περιοδικό «Οικογένεια», δημοσιεύοντας το Έγκλημα στο Κολωνάκι, ένα «αθηναϊκό αστυνομικό μυθιστόρημα» ως Γιάννης Τσιριμώκος. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με πλαίσιο την Αθήνα της εποχής, κυρίως την περιοχή του Κολωνακίου, με τους αριστοκράτες του και τους αναδυόμενους αστούς, αλλά και κάποιους εκπροσώπους των κατωτέρων τάξεων, μη εξαιρουμένων των λούμπεν στοιχείων.
Η εργατικότητά του τον έφερε σύντομα στο στελεχικό επιτελείο του δημοσιογραφικού συγκροτήματος Μπότση, το οποίο εκτός από την «Απογευματινή» εξέδιδε την «Ακρόπολι» και αργότερα το περιοδικό «Πρώτο». Εκεί πραγματοποίησε δημοσιογραφικές αποστολές στο εξωτερικό μα και στο εσωτερικό της χώρας.
Ο αστυνόμος Μπέκας
Η πιο μεγάλη επιτυχία του Μαρή είναι η δημιουργία του αστυνόμου Γιώργη Μπέκα, μιας εμβληματικής λογοτεχνικής φιγούρας που έγινε θρύλος. Ο Μπέκας, ο κοντόχοντρος αστυνομικός με το καλοκάγαθο ύφος, τη σπάνια επιμονή και το μουστακάκι αλά Χίτλερ, αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στον ελληνικό λογοτεχνικό χώρο και, τηρουμένων των αναλογιών, μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον Ζορμπά του Νίκου Καζαντζάκη.
Ο ήρωας δημιουργήθηκε πάνω στο πρότυπο του Γάλλου επιθεωρητή Μεγκρέ, ήρωα του Ζορζ Σιμενόν, κι εμπλουτίστηκε με ελληνικά στοιχεία. Υποδειγματικός οικογενειάρχης, ζει μια τυπική μικροαστική ζωή που θα απογοήτευε όσους ήθελαν να τον φανταστούν «σαν ρομαντικό ήρωα αστυνομικών περιπετειών».
Μαζί με τον Μπέκα του Γ΄ αστυνομικού τμήματος (τότε έδρευε στην οδό Βαλαωρίτου), εμφανίζεται συχνά κι ο δημοσιογράφος Μακρής (το alter ego του συγγραφέα), της εφημερίδας «Πρωινή», ο οποίος συνεργάζεται με τον αστυνόμο, ώστε να εξιχνιαστούν οι σκοτεινές υποθέσεις που αναλαμβάνει. Στα μυθιστορήματά του ο Μαρής περιγράφει με ενάργεια την αθηναϊκή ζωή της δεκαετίας του ’50 και του ’60, κυρίως την περιοχή του κέντρου της πόλης και ιδιαίτερα του Κολωνακίου, με τους πλούσιους και τους νεόπλουτους.
Το τελευταίο μυθιστόρημα
Το τελευταίο μυθιστόρημα του Μαρή –ίσως το καλύτερό του–, Η εξαφάνιση του Τζον Αυλακιώτη, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» σε συνέχειες, από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 1976. Η ιστορία διαδραματίζεται στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά και στα κατοπινά χρόνια της Κατοχής κι έχει στοιχεία αυτοβιογραφικά (ο Μαρής ως φοιτητής είχε συλληφθεί από την αστυνομία της δικτατορίας και τον πήγαν στο γραφείο του πανίσχυρου υπουργού Ασφαλείας Κώστα Μανιαδάκη).
Ακμαίος και επίμονος, ο Μαρής, μετά την πτώση της δικτατορίας, ερεύνησε τη δολοφονία του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη, για την πτώση του Γεώργιου Παπαδόπουλου και τον ερχομό του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για την Κύπρο, σταυροδρόμι κατασκόπων, για την Αντίσταση κατά των κατακτητών στα βουνά και το πώς προδόθηκε, για τα σχέδια του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Χένρι Κίσιγκερ σχετικά με την Ελλάδα.
Το 1978, ύστερα από 35 χρόνια συνεχούς δημοσιογραφικής δουλειάς, βγήκε στη σύνταξη. Φιλοδοξούσε να γράψει ένα μυθιστόρημα διαφορετικού είδους, ένα έργο προσωπικό. Ατυχώς, δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει τις φιλοδοξίες του διότι η επάρατος νόσος τον έπληξε στο κεφάλι. Ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες για θεραπεία, επέστρεψε και πέθανε στη Γενική Κλινική Αθηνών, κοντά στους δικούς του, το πρωί της Τρίτης 13 Νοεμβρίου του 1979.
Τα «Νέα» είχαν την είδηση του θανάτου του στην πρώτη σελίδα, ενώ στη δεύτερη δημοσίευσαν ανυπόγραφο κείμενο με τίτλο «Κηδεύεται στις 4 ο Γιάννης Μαρής - Δημοσιογράφος, συγγραφέας, λαϊκός αγωνιστής».
Πηγή : diastixo.gr