Federico Axat: συνέντευξη στη Μάριον Χωρεάνθη
Ο Φεντερίκο Αξάτ γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες το 1975. Είναι πολιτικός μηχανικός και ασχολείται με το γράψιμο από το 2010. Έχει ως τώρα εκδώσει τρία βιβλία – El pantano de las mariposas (Ο βάλτος με τις πεταλούδες), Benjamin και La última salida – από τα οποία το πιο πρόσφατο, ένα ιδιόρρυθμο, σχεδόν σουρεαλιστικό μυθιστόρημα με θέμα τη «σωτήρια», πλην αιματηρή εναλλακτική λύση που παρουσιάζεται την τελευταία στιγμή σε έναν επίδοξο αυτόχειρα, έχει μεταφραστεί σε πλήθος γλωσσών και σημειώνει σταθερή παγκόσμια επιτυχία, ενώ επίκειται και η κινηματογραφική του μεταφορά. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2017 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση Αγγελικής Βασιλάκου και με τον τίτλο Η τελευταία έξοδος. Λάτρης του κινηματογράφου, του Στίβεν Κινγκ και της Πατρίσια Χάισμιθ, ο Φεντερίκο Αξάτ κάθε άλλο παρά αποσιωπά τις επιρροές και τις συγγραφικές προθέσεις του, αντιμετωπίζοντας με ψυχραιμία τον αντίκτυπο της ξαφνικής του διεθνούς αναγνώρισης.
Η Τελευταία έξοδος γράφτηκε πρωταρχικά ως μυθιστόρημα μυστηρίου ή ως φιλοσοφικό/υπαρξιακό θρίλερ;
Η γραμμή που χωρίζει το μυστήριο από το θρίλερ είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτη, τουλάχιστον έτσι όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ. Ομολογώ ότι δεν δίνω ιδιαίτερη σημασία στα λογοτεχνικά είδη όταν γράφω, ή ακόμα και όταν έχω ολοκληρώσει ένα βιβλίο. Πιστεύω ωστόσο πως και οι δυο προαναφερθέντες χαρακτηρισμοί θα ταίριαζαν εξίσου στο συγκεκριμένο κείμενο. Πρόκειται για μια ιστορία που φιλοδοξεί να κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο και να γεννά διαρκώς ερωτηματικά για το τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια. Ελπίζω οι Έλληνες αναγνώστες να εισπράξουν αυτό ακριβώς και να το ευχαριστηθούν.
Σας αποκαλούν «Στίβεν Κινγκ της Αργεντινής». Σας έχει όντως επηρεάσει ή εμπνεύσει ο Στίβεν Κινγκ; Το ύφος και τα θέματά σας συγγενεύουν με τα δικά του;
Ο Στίβεν Κινγκ έχει υπάρξει –και είναι ακόμα– σημαντική πηγή έμπνευσης για μένα, όχι τόσο στο θέμα του λογοτεχνικού είδους, όσο στο γενικότερο πλαίσιο της ενασχόλησής μου με τη συγγραφή. Θαυμάζω πολλά από τα τεχνικά στοιχεία του ύφους του, αλλά πάνω απ’ όλα με γοητεύει το πόσο έντιμος καταφέρνει να είναι με τον εαυτό του ως δημιουργός. Έχει γράψει ένα πολύ γνωστό βιβλίο, με τον τίτλο Περί γραφής, όπου μιλάει για όλα αυτά τα πράγματα και από το οποίο έχω, προσωπικά, βοηθηθεί πάρα πολύ.
Η αυτοχειρία είναι ίσως η πιο ιδιωτική πράξη που υπάρχει. Δεν είναι η πρώτη φορά που καταπιάνομαι με το συγκεκριμένο θέμα στα βιβλία μου και κάθε φορά προσπαθώ να το χειριστώ με τον σεβασμό που του αρμόζει. Θέλω να πιστεύω πως σε όλους μας μπορεί πάντα να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία, ακόμα και στις πιο απελπιστικές καταστάσεις.
Το σκάκι παίζει κυρίαρχο ρόλο στο μυθιστόρημά σας. Σε βιβλία όσο και σε ταινίες, συχνά συνδέεται με τον θάνατο, όπως στην Έβδομη σφραγίδα του Μπέργκμαν ή τον Πίνακα της Φλάνδρας του Ρεβέρτε. Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο παιχνίδι; Ήταν σκόπιμη η αναφορά σε άλλα έργα τέχνης όπου το σκάκι είναι αλληλένδετο με τον θάνατο;
Παίζω σκάκι ερασιτεχνικά. Το λατρεύω, παρακολουθώ αγώνες και την πορεία των πρωταθλητών του. Δεν με απασχόλησε τόσο η σχέση του σκακιού με τον θάνατο, όσο ο τρόπος με τον οποίο το σκάκι συχνά μιμείται τη ζωή, ή το αντίστροφο. Ως παιχνίδι είναι απλό, με την έννοια ότι σχεδόν ο καθένας μπορεί να το παίξει – το μόνο που έχει να κάνει είναι να μετακινεί πιόνια. Την ίδια στιγμή, όμως, είναι κι ένα παιχνίδι απίστευτα περίπλοκο: ούτε ο πιο εξελιγμένος υπολογιστής δεν έχει τη δυνατότητα να το «κατανοήσει» πλήρως και να το παίξει χωρίς το παραμικρό λάθος. Οι πιθανές παρτίδες σκακιού είναι περισσότερες κι από τα άτομα του σύμπαντος! Απείρως περισσότερες, μάλιστα. Πώς λοιπόν γίνεται να αναμετρηθούμε εμείς οι άνθρωποι με μια τέτοια πρόκληση; Ο ήρωάς μου, ο Τεντ ΜακΚέι, είναι ιδιοφυΐα στο σκάκι. Αναρωτήθηκα λοιπόν τι θα μπορούσε να συμβεί σ’ έναν άνθρωπο με παρόμοιες ικανότητες, αν κάτι στο μυαλό του... ας πούμε ότι... δεν πήγαινε και τόσο καλά.
Στο βιβλίο σας υπάρχουν επίσης στοιχεία που θυμίζουν Χίτσκοκ (η «ανταλλαγή εγκλημάτων», για παράδειγμα) – μήπως όμως εδώ ο αντίπαλος ή/και συνένοχος του πρωταγωνιστή είναι στην ουσία ο ίδιος ο εαυτός του;
Και βέβαια. Το μυθιστόρημα αυτό είναι, κατά βάση, ένας λαβύρινθος. Ο τίτλος του (Η τελευταία διέξοδος, στο ισπανικό πρωτότυπο) δεν αναφέρεται μονάχα στην απόφαση του ήρωα να βάλει τέλος στη ζωή του, αλλά και στην απόδρασή του από τον απέραντο αυτόν λαβύρινθο.
Πιστεύετε ότι ένας επίδοξος αυτόχειρας έχει απόλυτη επίγνωση του ότι η πράξη του δεν θα είναι αναστρέψιμη; Ίσως στο βάθος ελπίζει πως θα του δοθεί μια «δεύτερη ευκαιρία» ή θα μπορέσει, έστω και την τελευταία στιγμή, να κερδίσει λίγο χρόνο...
Η περιπλοκότητα μιας τέτοιας απόφασης με ενδιαφέρει πολύ ως συγγραφέα – πιθανώς επειδή τη θεωρώ μοναδική για τον καθένα, αφού η κοσμοθεωρία του κάθε ανθρώπου είναι καθαρά δική του υπόθεση. Η αυτοχειρία είναι ίσως η πιο ιδιωτική πράξη που υπάρχει. Δεν είναι η πρώτη φορά που καταπιάνομαι με το συγκεκριμένο θέμα στα βιβλία μου και κάθε φορά προσπαθώ να το χειριστώ με τον σεβασμό που του αρμόζει. Θέλω να πιστεύω πως σε όλους μας μπορεί πάντα να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία, ακόμα και στις πιο απελπιστικές καταστάσεις.
Πρόσεξα ότι τα ονόματα των προσώπων του βιβλίου, αλλά και το γενικότερο κλίμα του, παραπέμπουν έντονα στον Ντέιβιντ Λιντς και τον Ύποπτο κόσμο του Twin Peaks. Ο Τζάστιν Λιντς, λόγου χάρη, έχει το ίδιο επώνυμο με τον σκηνοθέτη, ενώ ένας από τους πρωταγωνιστές του Ντέιβιντ Λιντς είναι ο Τζάστιν Θερού. Επίσης η Λόρα Χιλ φέρνει στον νου τη Λόρα Πάλμερ και τον βοηθό σερίφη Χιλ από τον Ύποπτο κόσμο του Twin Peaks. Τέλος, είναι τρομερά ενδιαφέρον το όνομα του Αμερικανού εκδότη σας – Μαλχόλαντ, όπως η Οδός Μαλχόλαντ, του Λιντς και πάλι. Διαλέξατε επίτηδες τα ονόματα αυτά, και αν ναι, σας «υπαγόρευσαν» εκείνα την κατεύθυνση της πλοκής;
Πολύ εντυπωσιακή παρατήρηση! Ο Ύποπτος κόσμος του Twin Peaks έχει επηρεάσει, και εξακολουθεί να επηρεάζει, σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο γραφής μου. Η μέθοδος με την οποία ο Ντέιβιντ Λιντς προσεγγίζει τη θεματολογία του είναι συναρπαστική. Φυσικά και υπάρχουν εσκεμμένες παραπομπές στο έργο του, οφείλω όμως να παραδεχτώ ότι κάποιες απ’ όσες εντοπίσατε –το όνομα του Τζάστιν Θερού, ας πούμε– δεν ήταν εκούσιες. Απ’ την άλλη, το ότι ο Αμερικανός εκδότης μου λέγεται Μαλχόλαντ είναι, πράγματι, ανατριχιαστικό! Πέρα από τις αναφορές σε επίπεδο χαρακτήρων, βέβαια, το σπουδαιότερο για μένα είναι να δανείζομαι από τον Λιντς τα στοιχεία που με εξυπηρετούν περισσότερο ως συγγραφέα. Το αλλόκοτο και επισφαλές αυτό σύνορο μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, λογικής και παραλογισμού, σίγουρα αποτελεί μία από τις δεσπόζουσες κινητήριες δυνάμεις στην Τελευταία έξοδο.
Το μυθιστόρημά σας περιέχει πλήθος παραπομπών σε ταινίες, έχει την «υφή» σεναρίου και σύντομα θα διασκευαστεί για τον κινηματογράφο. Ήταν αυτός ο στόχος σας όταν το γράφατε;
Είμαι κινηματογραφόφιλος. Μου αρέσει πολύ να παρακολουθώ ταινίες και είναι λογικό να εμπνέομαι από αυτές όταν γράφω. Ουδέποτε όμως είχα την πρόθεση να γράψω ένα μυθιστόρημα που «θα γινόταν καλή ταινία». Στην πραγματικότητα, όλα μου τα βιβλία –μηδενός εξαιρουμένου– είναι άκρως πολυσύνθετα και αυτό δυσχεραίνει τη μεταφορά τους στην οθόνη, αν δεν είναι και εντελώς απαγορευτικό. Στο συγκεκριμένο, ο σεναριογράφος θα χρειαστεί να προσαρμόσει ένα σωρό πράγματα. Με ενθουσιάζει το ότι το βιβλίο μου πρόκειται να γίνει ταινία, αλλά ο αρχικός μου σκοπός δεν ήταν αυτός. Επιπλέον, θεωρώ μέγα λάθος το να αρχίσω να γράφω μυθιστόρημα με μια τέτοια προοπτική στο μυαλό μου.
Επειδή το στοιχείο του ερωτικού ενδιαφέροντος δεν διαδραματίζει ακόμα σημαντικό ρόλο, νομίζω πως στη φάση αυτή τα παιδιά έχουν την πεποίθηση ότι θα κατακτήσουν τον κόσμο. Είναι σχεδόν σαν να ελέγχεις απόλυτα την κάθε πτυχή της ύπαρξής σου.
Τα δυο προηγούμενα βιβλία σας έχουν ήρωες παιδιά, τα οποία είτε εμπλέκονται τα ίδια σε ιστορίες μυστηρίου είτε επιχειρούν να τις εξιχνιάσουν. Πόσο εύκολο (ή δύσκολο) είναι να «χτιστεί» ένα θρίλερ γύρω από τόσο νεαρούς πρωταγωνιστές, που έχουν πολύ διαφορετική αντίληψη της πραγματικότητας απ’ ό,τι οι ενήλικες;
Με ευχαριστεί ιδιαίτερα το να γράφω για πρόσωπα αυτής της ηλικίας, γύρω στα έντεκα με δώδεκα. Για μένα, είναι μια μαγική εποχή στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Επειδή το στοιχείο του ερωτικού ενδιαφέροντος δεν διαδραματίζει ακόμα σημαντικό ρόλο, νομίζω πως στη φάση αυτή τα παιδιά έχουν την πεποίθηση ότι θα κατακτήσουν τον κόσμο. Είναι σχεδόν σαν να ελέγχεις απόλυτα την κάθε πτυχή της ύπαρξής σου. Ύστερα αρχίζει να μπαίνει στη μέση η σεξουαλικότητα και πρέπει να μάθεις να την αντιμετωπίζεις και αυτήν, πράγμα που μπορεί να σου πάρει μια ολόκληρη ζωή. Αν το δούμε έτσι, ένα παιδί δώδεκα χρονών είναι, κατά μία έννοια, πιο «ώριμο» από έναν ενήλικα. Κι επειδή έχω κι εγώ παρόμοιες αναμνήσεις απ’ τον εαυτό μου σ’ αυτή την ηλικία, ταυτίζομαι με τα παιδιά όπως παρουσιάζονται μέσα απ’ τα δημοφιλή αναγνώσματα, το σινεμά και την τηλεόραση. Ένα ωραίο παράδειγμα που μου έρχεται στον νου είναι το Stranger Things [τηλεοπτική σειρά επιστημονικής φαντασίας και τρόμου, εμπνευσμένη από τα βιβλία του Στίβεν Κινγκ και τις ταινίες του Σπίλμπεργκ και του Κάρπεντερ]. Ή το Στάσου πλάι μου [μυθιστόρημα του Κινγκ που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Ρομπ Ράινερ].
Θα λέγατε ότι η λογοτεχνία μυστηρίου και τρόμου της Λατινικής Αμερικής παρουσιάζει ιδιάζοντα χαρακτηριστικά, τα οποία τη διαφοροποιούν από το αντίστοιχο είδος στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες;
Ειλικρινά, δεν ξέρω. Αν και διαβάζω περισσότερο από τον μέσο όρο, δεν θεωρώ ότι έχω την απαραίτητη εποπτεία ώστε να είμαι αρμόδιος να κρίνω ή να αναλύσω αυτά τα πράγματα. Έχω την τάση να εστιάζω σε πολύ συγκεκριμένους συγγραφείς, κάνω όμως ό,τι μπορώ για να διευρύνω τους ορίζοντές μου. Το δεύτερο μισό αυτής της χρονιάς μπορώ να πω ότι διάβασα αρκετά βιβλία. Ελπίζω του χρόνου να τα πάω ακόμα καλύτερα!
Ποιους κλασικούς ή σύγχρονους συγγραφείς της χώρας σας θα προτείνατε σε όποιον θα ήθελε να μυηθεί στη λογοτεχνία της Αργεντινής;
Πιστεύω ότι ο Χούλιο Κορτάσαρ είναι από τους ακρογωνιαίους λίθους της λογοτεχνίας μας – και όποιος επιθυμεί να την ανακαλύψει, καλό είναι να ξεκινήσει από κει. Το ίδιο και ο Μπόρχες, αλλά αυτό είναι μάλλον δεδομένο. Το πιο αγαπημένο μου μυθιστόρημα που γράφτηκε από συμπατριώτη μου είναι Η εφεύρεση του Μορέλ, του Αντόλφο Μπιόι Κασάρες. Αληθινό αριστούργημα! Αλλά επειδή και οι τρεις που προανέφερα δεν ζουν πια, θα ήθελα να προτείνω και μια σύγχρονή μου συγγραφέα. Όλα τα μυθιστορήματα της Κλαούντια Πινιέιρο είναι θαυμάσια. Είναι καθιερωμένη στη χώρα μας και τα βιβλία της το ένα καλύτερο απ’ το άλλο.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Εγώ σας ευχαριστώ, για τις τόσο οξυδερκείς ερωτήσεις και για το ότι στηρίζετε το βιβλίο μου!
Τελευταία έξοδος
Federico Axat
Μετάφραση: Αγγελική Βασιλάκου
Μεταίχμιο
496 σελ.
ISBN 978-618-03-0860-0
Τιμή: €17,70
πηγή : diastixo.gr