Ευριπίδης: «Κύκλωψ» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ
Η ιστορία της μετάφρασης του έργου Κύκλωψ του Ευριπίδη είναι μακρά. Ο καθηγητής κλασικής φιλολογίας Βάιος Λιαπής την έχει περάσει από πολλά στάδια επεξεργασίας. Την ξεκίνησε ως διδακτικό βοήθημα για τους φοιτητές του στη Φιλοσοφική Σχολή της Κύπρου το 2000-2001, δέκα χρόνια μετά την παρέδωσε στον Νίκο Χαραλάμπους για την θεατρική παράστασή της στο Θέατρο Αμφίκτιο και το 2016 τη δημοσίευσε στη σημερινή της μορφή.
Ο Β. Λιαπής στην «Εισαγωγή» του μας δίνει πληροφορίες για το σατυρικό δράμα, αφού τέτοιος είναι και ο Κύκλωψ, και είναι και το μοναδικό έργο που σώζεται ακέραιο. Το είδος γραφόταν από τραγικούς ποιητές και όχι κωμικούς. Των άλλων τραγικών, Αισχύλου και Σοφοκλή, μόνο σπαράγματα σατυρικών έργων υπάρχουν.
Το σατυρικό δράμα, ως είδος, κινείται ανάμεσα στην τραγωδία και την κωμωδία και ενώ ο ποιητής τα θέματά του τα αντλεί από τους ίδιους μύθους, όπως και για την τραγωδία, εδώ τα επεξεργάζεται με παιγνιώδη τρόπο. Στοιχεία χαρακτηριστικά του είδους είναι ο έρωτας, η βωμολοχία, η οινοποσία και το τέλος που είναι πάντα κωμικό. Τον Χορό αποτελούν Σάτυροι, από τους οποίους προέρχεται και το νομα του είδους. Οι Σάτυροι είναι δαιμονικά όντα της βλάστησης, κάτοικοι του δάσους, ακόλουθοι του Διόνυσου. Ανθρωπόμορφοι ή θηριόμορφοι, με ανορθωμένους φαλλούς.
Ο Β. Λιαπής κάνει μια ενδιαφέρουσα κοινωνική μελέτη του έργου, επισημαίνοντας ότι από τη χώρα του Κύκλωπα απουσιάζει η πόλις, ο οίκος, ο γάμος, η γυναίκα.
Η υπόθεση του Κύκλωπα διαδραματίζεται στη Σικελία, όπου, καταπονημένος από θαλάσσιες περιπέτειες, κατέφθασε ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του, μετά την καταστροφή της Τροίας. Το νησί κατοικούν οι ανθρωποφάγοι Κύκλωπες, οι οποίοι βρίσκονται σε μια προπολιτισμική κατάσταση. Οι Κύκλωπες και ο χορός των Σατύρων που τους υπηρετούν δεν γνωρίζουν την αγροτική ζωή και την αμπελουργία. Οι Κύκλωπες τρέφονται με αρνί, τυρί και γάλα, εκτός και αν τους προκύψει και κανένας άνθρωπος, όπως τώρα. Δεν γνωρίζουν την έννοια της φιλοξενίας ούτε της δικαιοσύνης ούτε του χρήματος. Όταν λοιπόν ο Οδυσσέας ρωτά τον γέρο Σιληνό, πατέρα των Σατύρων: «Πού ’ν’ τα τείχη; Πού ’ν’ οι πύργοι και της πολιτείας τα κάστρα;», Ο Σιληνός του απαντά: «Ξένε, τέτοια εδώ δεν έχει∙ είσαι μες στην ερημιά».
Από το διάλογο προκύπτει ότι το νησί δεν γνωρίζει «το ευλογημένο το στάρι» ούτε «το γλυκό ποτό του Βάκχου», ο τόπος δεν «κατέχει από χορούς» και οι κάτοικοι που είναι ανθρωποφάγοι «το φχαριστιούνται κιόλας».
Ο Κύκλωπας του Ευριπίδη μοιάζει σε πολλά με τον γνωστό σε όλους από την Οδύσσεια Πολύφημο. Είναι ανθρωποφάγος, δεν γνωρίζει από δικαιοσύνη, δεν αναγνωρίζει τον Δία ως εγγυητή της, ούτε του αναγνωρίζει καμία δύναμη πάνω του: «Δεν με φοβερίζει εμένα, ξένε, ο κεραυνός του Δία, / ούτε νιώθω εγώ τον Δία για θεό πάνω από μένα», θα πει στον Οδυσσέα, όταν εκείνος του ζητάει βοήθεια. Όμως, ο Κύκλωπας του Ευριπίδη είναι πιο εξανθρωπισμένος από τον ομηρικό, πίνει, μεθάει, τραγουδάει παράφωνα, είναι ερωτύλος, αλλά μακράν πάσης εννοίας ανθρωπισμού.
Ο Β. Λιαπής, πέραν των ανωτέρω, κάνει μια ενδιαφέρουσα κοινωνική μελέτη του έργου, επισημαίνοντας ότι από τη χώρα του Κύκλωπα απουσιάζει η πόλις, ο οίκος, ο γάμος, η γυναίκα. Υπάρχει μια τύποις αγορά, την οποία αξιοποιεί ο Οδυσσέας για να προσποριστεί τα αναγκαία, με μέσον συναλλαγής όχι το χρήμα, το οποίο, κατά τον Αριστοτέλη, είναι η προϋπόθεση για την ύπαρξη κοινωνίας, αλλά την ανταλλαγή. Ωστόσο, σ’ αυτήν την α-κοινωνία και α-αγορά, ο Οδυσσέας κατέχει ένα ισχυρό όπλο∙ έναν ασκό γεμάτον κρασί. Με αυτό θα διαπραγματευθεί την τροφή, τη δική του και των συντρόφων του. Από αυτό κερνάει τον Σιληνό που, ξετρελαμένος από τη γεύση, είναι έτοιμος να του προσφέρει αρνί, τυρί και γάλα. Πάνω στην ώρα όμως έρχεται ο Κύκλωπας, ο οποίος δεν γνωρίζει από φιλοξενίες και τέτοια, τους συλλαμβάνει όλους και τους κλείνει στη σπηλιά του.
Ο μύθος είναι ο γνωστός αλλά τα επεισόδια είναι κωμικά και μέσα από τον διάλογο προκύπτει ότι ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του είναι αυτοί «που ρήμαξαν την Τροία» για να εκδικηθούν την αρπαγή «της άθλιας Ελένης». Έτσι φυσιολογικά τίθεται το άκομψο ερώτημα: «Και την κυρία σαν βάλατε στο χέρι, τότες όλοι/ την πήρατε με τη σειρά; Βλέπεις αυτή γουστάρει / να δίνεται σε μπόλικους, η άπιστη. Σαν είδε / τις βράκες του λεγάμενου τις παρδαλές στα σκέλια... /έφτυσε τον Μενέλαο τέτοιο καλό ανθρωπάκι», οπότε δράττεται της ευκαιρίας ο Ευριπίδης να επιβεβαιώσει τον αποδιδόμενο σ’ αυτόν μισογυνισμό: «Καλύτερα μου φαίνεται, των γυναικών η φάρα/ ποτέ να μην εφύτρωνε».
Βεβαίως, για τα βάσανα και τις περιπέτειες του Οδυσσέα υπαίτιος είναι ο θεός. Ο Οδυσσέας προσπαθεί να φιλοτιμήσει τον Κύκλωπα να μην τους φάει, ο Σιληνός αντιθέτως τον προκαλεί και μάλιστα του λέει πως αν του φάει τη γλώσσα «θα γίνει διανοούμενος και άφταστος στα λόγια». Ο Κύκλωπας όμως δεν δίνει σημασία σ’ αυτά.
Η μετάφραση χρησιμοποιεί όλα τα μέτρα που εξυπηρετούν την υπόθεση, δίνουν ευελιξία και ρυθμό στο κείμενο και οι διάλογοι είναι ανάλαφροι και καθημερινοί, υπηρετώντας την κωμική φόρμα.
Στη συνέχεια, ο Οδυσσέας διηγείται πώς ο Κύκλωπας τρώει δύο συντρόφους, με όλες τις φρικιαστικές λεπτομέρειες πώς «πετσόκοψε μ’ αχόρταγο πελέκι τον ένα... κι όμορφα όμορφα βαθιά μες στο καζάνι... τον έριξε σφαγμένον» και «Τον άλλο αρπάζοντας απ’ του ποδιού το κότσι, / τον χτύπησε σε κοφτερό λιθάρι∙ τα μυαλά του/ χυθήκαν∙και τις σάρκες του με λαίμαργο λεπίδι / τις λιάνισε, τις έριξε να βράσουν στο καζάνι». Οι άλλοι σύντροφοι κούρνιασαν σαν πουλιά στις άκρες της σπηλιάς, ο Οδυσσέας υπηρετεί τον Κύκλωπα, όμως σαν δολομήτης που είναι τον μεθάει και τον τυφλώνει. Βεβαίως, το έργο τελειώνει πριν ο Ποσειδώνας τιμωρήσει τον Οδυσσέα για το πάθημα του γιου του. Διότι, όπως είπαμε, το τέλος είναι κωμικό. Ακούγεται μόνο η απειλή του Κύκλωπα ότι θα ρίξει βράχο πάνω στο πλοίο του Οδυσσέα. Τέλος, ο χορός των Σατύρων εγκαταλείπει τον Πολύφημο και ακολουθεί τον Οδυσσέα και τον Διόνυσο, του οποίου το δώρο, το αμπέλι, είναι το μόνο έγκυρο συνάλλαγμα και είναι αυτό που καταστρέφει το τέρας.
Η μετάφραση χρησιμοποιεί όλα τα μέτρα που εξυπηρετούν την υπόθεση, δίνουν ευελιξία και ρυθμό στο κείμενο και οι διάλογοι είναι ανάλαφροι και καθημερινοί, υπηρετώντας την κωμική φόρμα.
Τέλος, για όποιον ενδιαφέρεται να δει και το αρχαίο κείμενο, στο εσωτερικό του οπισθόφυλλου ένα λεπτό έντυπο μας προσφέρει τη χαρά του πρωτοτύπου.
Κύκλωψ
Ευριπίδης
Μετάφραση, εισαγωγή, σημειώσεις: Βάιος Λιαπής
Κίχλη
92 σελ.
ISBN 978-618-5004-44-6
Τιμή: €14,00
Πηγή : diastixo.gr