Ελληνική πεζογραφία-Τάκης Θεοδωρόπουλος: «Βερονάλ» κριτική του Χρίστου Παπαγεωργίου
Η μυθοπλαστική βιογραφία του υφηγητή του Πανεπιστημίου Ιωάννη Συκουτρή, η οποία δίδεται από συγγραφική πλευρά σχεδόν αποσπασματικά, είναι το θέμα του βιβλίου του Τάκη Θεοδωρόπουλου Βερονάλ. Πράγματι, ο συγκεκριμένος φιλόλογος, μέγιστος γνώστης της αρχαιότητας, λάτρης επίσης του λόγου ρητόρων, πολιτικών, ποιητών εκείνης της περιόδου αλλά και νεότερων, όπως ο Σικελιανός και ο Παλαμάς, ο οποίος κατηγορήθηκε για συμπάθεια προς τους εθνικοσοσιαλιστές, που κατέκλυζαν την Ευρώπη, και επίσης ως ομοφυλόφιλος, με καλυμμένη ψυχαναγκαστικά αυτή του την τάση, αυτοκτόνησε σε ηλικία τριάντα έξι χρονών, το 1937, χρησιμοποιώντας μεγάλη ποσότητα Βερονάλ –ηρεμιστικό που το πρώτο μισό του 20ού αιώνα έκανε θραύση– εξ ου και ο τίτλος του έργου. Ο Ιωάννης Συκουτρής υπήρξε μια τεράστια προσωπικότητα τόσο σ’ αυτόν καθαυτόν τον τομέα του, της φιλολογίας δηλαδή, όσο και ευρύτερα, πράγμα που ο Θεοδωρόπουλος αναπτύσσει με εξαίρετο τρόπο, δίνοντας όλες τις πτυχές, απ’ το ερωτικό του ξύπνημα έως τον γάμο του, απ’ τη μυρωδιά του θανάτου που χτυπά την πόρτα του έως τις επιστολές του σε πρώην μαθήτριές του, από τη μη αναγόρευσή τους σε καθηγητή έως τις επίμονες αϋπνίες, που τον συνταράσσουν, αν και αυτές είναι η αιτία ολοκλήρωσης –όσο το δυνατόν– του έργου του, του επιστημονικού, απ’ την ταπεινή καταγωγή του στην ανύψωσή του στα αστικά σαλόνια, τέλος απ’ την αδυναμία του να αγαπήσει πραγματικά έως τον πλήρη έρωτά του σε μια και μόνο ορισμένη φορά. Ο Συκουτρής για τον Τάκη Θεοδωρόπουλο, όχι απλώς αξίζει τον τίτλο του τεράστιου –παρά το νεαρό της ηλικίας του–, όχι απλώς είναι μια μεγάλη φιλολογική φωνή, η οποία και θέτει με το διάβημά του επιπλέον ερωτήματα για τη συντηρητική ακαδημαϊκή κοινότητα, παράλληλα και για την κοινωνία, αλλά πολύ περισσότερο, έχοντας ο ίδιος το χάρισμα της έκθεσης και της θεατρικής περιβολής, μη ανεχόμενος δηλαδή το ματαιόδοξο της ύπαρξής, αλλά την ύπαρξη ως εργαλείο αναρρίχησης σε ανώτερα πνευματικά αλλά και οικονομικά πεδία, και παρά τον παράλογο σεξισμό και τον πολιτικό προσανατολισμό του, που δέχτηκε σχεδόν κατηγορούμενος ως φασίστας, ουσιαστικά ανήκει σ’ εκείνη τη χορεία των ξεχωριστών ανθρώπων, οι οποίοι εντάσσονται στην Ιστορία ως τραγικά πρόσωπα που αφήνουν στίγμα, όχι μόνο στην εποχή τους, αλλά και στο μέλλον μιας χώρας με συντηρητικά αντανακλαστικά.
Τέλος και μόνο η έμπνευση, και μόνο η προσπάθεια, και μόνο η σκέψη ενός καταξιωμένου και γνωστού συγγραφέα να φέρει στην επιφάνεια ένα άτομο όπως ο Ιωάννης Συκουτρής, είναι από μόνη της άξια συγχαρητηρίων και θετικών κρίσεων, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι αυτή η απόπειρα πετυχαίνει στον στόχο της, είναι δε επιπλέον απόλυτα αναγνωρίσιμη.
Ο Ιωάννης Συκουτρής δεν έλαβε θέση σχετικά με το τεράστιο θέμα που υπήρχε στην εποχή του, δηλαδή με τη γλώσσα, το λεγόμενο «γλωσσικό», και αυτό γιατί από τη μια καταλάβαινε πως η δημοτική είναι αυτή που θα επικρατήσει, απ’ την άλλη όμως αντιλαμβανόταν την εξαίσια θέση της καθαρεύουσας, με βαθιές επιρροές από τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά. Ο Θεοδωρόπουλος αποδέχεται το γεγονός που ένας τέτοιος φωτισμένος άνθρωπος δεν παίρνει το μέρος των μεν ή των δε, για έναν και μοναδικό λόγο: Ο ίδιος σε όλα του τα μυθιστορήματα τοποθετεί ως ήρωες ανθρώπους της αρχαιότητας, με τους οποίους και συνομιλεί αναζητώντας και έτερους αποδέκτες. Άρα, επικροτεί τη στάση του να υιοθετεί έναν μεικτό λόγο στα έργα του, να αντιπαρέρχεται τις όποιες δυσκολίες και να έχει αρχαιοελληνική μέθεξη, η οποία από τότε αλλά και στη συνέχεια, ιδίως από την Αριστερά, θεωρήθηκε ως ιδεαλιστικό παράπτωμα. Ο Θεοδωρόπουλος πάλι δεν υποστέλλει τη σημαία και, αν αυτή τη φορά ασχολείται με έναν άνθρωπο σχεδόν σύγχρονό μας, αυτό το κάνει επειδή ο πρωταγωνιστής του κατέχει ολοκληρωτικά την αρχαιοελληνική παρακαταθήκη, η οποία τόσο απαραίτητη του είναι. Έτσι, συνδέοντας ένα πρόσωπο τραγικό με τις ιδέες του, που είναι η ανάδειξη της αρχαιοελληνικής κουλτούρας, ουσιαστικά πετυχαίνει να αγγίξει ακόμη μια φορά τις προσωπικές του επιλογές.
Έχω την εντύπωση πως, παρότι ο Θεοδωρόπουλος χαρακτηρίζει το κείμενό του ως αφήγημα, αυτό στην πραγματικότητα δεν ισχύει. Έχουμε ίσως ένα πεζογραφικό δοκίμιο, αν αυτός ο όρος ισχύει. Διότι η λογοτεχνική του μετατροπή υποχωρεί μπρος στο βάρος των αποκαλύψεων για τη ζωή και το έργο του Συκουτρή. Διότι ο συγγραφέας, στην προσπάθειά του να σταθεί όσο πιο αντικειμενικός γίνεται απέναντι στον ήρωά του, αφαιρεί χώρο στη λογοτεχνία, χωρίς αυτή να χάσει τη μαγεία της, να γίνει αόρατη, να μην παίζει δεύτερο ρόλο στη διαμεσολάβηση με τον δέκτη. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει τίποτα, το αντίθετο, καθώς ο λόγος κυλάει μέσα από ένα σωρό διαλεκτικές ερωταποκρίσεις, η ανάγνωση γίνεται συναρπαστική, όλα παίρνουν χαρακτήρα όμοιο με το προφίλ του ήρωα, δηλαδή σκοτεινό, τα πάντα δρομολογούνται για να δικαιολογήσουν και να εξυπηρετήσουν αυτόν τον σκοπό. Ο συγγραφέας μάς προειδοποιεί ότι στο γραπτό του έβαλε και φαντασία, εμείς το δεχόμαστε χωρίς υστεροβουλίες, χωρίς μεμψιμοιρίες, χωρίς εγκλωβισμούς. Τέλος και μόνο η έμπνευση, και μόνο η προσπάθεια, και μόνο η σκέψη ενός καταξιωμένου και γνωστού συγγραφέα να φέρει στην επιφάνεια ένα άτομο όπως ο Ιωάννης Συκουτρής, είναι από μόνη της άξια συγχαρητηρίων και θετικών κρίσεων, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι αυτή η απόπειρα πετυχαίνει στον στόχο της, είναι δε επιπλέον απόλυτα αναγνωρίσιμη.
Βερονάλ
Τάκης Θεοδωρόπουλος
Μεταίχμιο
176 σελ.
ISBN 978-618-03-0351-3
Τιμή € 12,20
Πηγή : diastixo.gr