Ελληνική πεζογραφία-Ευτυχία Κοσμαδοπούλου: «Σημαδεμένες» κριτική του Διαμαντή Αξιώτη
Αν δεχθούμε πως σημαδεμένος είναι εκείνος που τον έχουν σημαδέψει, που έχει ένα χαρακτηριστικό σημάδι/ουλή ή που η ζωή τού άφησε δυσεπούλωτα ψυχικά τραύματα, η Ευτυχία Κοσμαδοπούλου, συνοψίζοντας όλα αυτά τα αίτια, δημιουργεί στο πρόσφατο μυθιστόρημά της Σημαδεμένες ένα σύμπαν στο οποίο επιχειρεί να μιλήσει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, για σημαδεμένους ανθρώπους, οι οποίοι είτε αφημένοι στη μοίρα τους αποδέχονται παθητικά το «στίγμα» που φέρουν είτε επαναστατούν δυναμικά ώστε να απαλλαγούν από αυτό.
Το βιβλίο διατρέχουν αλλεπάλληλοι κύκλοι που ο ένας εισχωρεί μέσα στον άλλο, συνδέοντάς τους σε μία κοινή τροχιά με αβέβαια έκβαση: της ευτυχίας ή της καταστροφής.
Βέβαια, υπάρχουν πολλών ειδών σημάδια: Το σημάδι της χάριτος που φέρουν οι χαρισματικοί άνθρωποι, εκείνο της δωρεάς που, χαραγμένο με αθέατο τρόπο στο μέτωπο, πριμοδοτεί ηγέτες, ερευνητές, φιλοσόφους, δημιουργούς. Το άλλο, το μαύρο και απεχθές της κατάρας και της δυστυχίας. Ή εκείνο που από γεννήσεώς μας φέρουμε, στίγμα σε κάποιο σημείο του σώματός μας, που προσπαθούμε με κάθε τρόπο να κρύψουμε –την ντροπή! – από αδιάκριτα βλέμματα. Και πάλι, οι ήρωες της Κοσμαδοπούλου καλύπτουν όλη την γκάμα των περιπτώσεων.
Η ιδιαιτερότητα του μυθιστορήματος εστιάζεται στο ότι οι ήρωές του είναι στην πλειονότητά τους γυναίκες. Τρυφερά πλάσματα, παθητικά και ευάλωτα. Οι άνδρες υπάρχουν και κυκλοφορούν γύρω τους ως διάττοντες αστέρες ή εισχωρούν μέσα τους, άλλοτε για να τις λυτρώσουν και άλλοτε για να τις καταστρέψουν. Γυναίκες νεαρής, ως επί το πλείστον, ηλικίας, στο ξεκίνημα της ζωής τους, στην αβεβαιότητα, στην ευπιστία, στα λάθη τους. Παραδίδονται οικειοθελώς στο απρόσμενο, στο τυχαίο, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, πρόθυμες να αφεθούν και να στιγματιστούν. Να σημαδέψουν, όχι κάποιο σημείο του σώματός τους ως επιλεγμένο tattoo, αλλά την ψυχή τους.
Εκπρόσωπος όλων αυτών, η εικοσιπέντε ετών Ζωή. Η οποία, μετά από μία ερωτική αποτυχία, δραπετεύει από την Αθήνα και εγκαθίσταται στο νησί με το πρόσχημα –ή την ανάγκη;– του μεταπτυχιακού της, που έχει σχέση με τη ζωή τής γυναίκας: την καταπίεση, τους αγώνες της, τους τρόπους που συμπεριφέρεται και της συμπεριφέρονται –κυρίως και πάντα– οι άντρες!
Η Ζωή, ασφαλισμένη στο κουκούλι το οποίο η ίδια δημιούργησε, προστατεύεται –ή έτσι πιστεύει– από τη «δύναμη» και τα «παιχνίδια» των αντρών, επιλέγοντας τη μοναξιά. Πιστεύει ότι δεν υπάρχει για κείνη θέση στον κόσμο των αντρών, αποτρέποντας την εκδοχή να γίνει «η Αναστασία που την πούλησε ο Αντρέας για τη Γερμανίδα, η γυναίκα που ερωτεύτηκε τον Αντώνη, η Σοφία που ο Γιάννης την άφησε, η τάδε Μαρία, Στέλλα, Νίκη....», ατελείωτη η στρατιά που αρχίζει από την Αντιγόνη, τη Μήδεια, την Πηνελόπη, για να φτάσει μέχρι τις μέρες μας. Στο μεταξύ, όσο η Ζωή εισχωρεί στις ζωές των άλλων γυναικών, χάνει ένα κομμάτι από τον εαυτό της.
Η πλέον ενδιαφέρουσα παρουσία είναι αυτή της Πανανής. Γνήσια, αυθεντική, πολύπαθη. Την ξεχωρίζεις από την πρώτη στιγμή, τη συμπονάς, την αγαπάς για να συμπάσχεις μαζί της. Σημαδεμένη, κυριολεκτικά και μεταφορικά, γίνεται η δακτυλοδεικτούμενη της Χώρας. Κρατάει, μη βρίσκοντας άνθρωπο να τα εμπιστευθεί, επτασφράγιστα τα μυστικά που κατέστρεψαν τη ζωή της, παρασέρνοντας μαζί της και τις ζωές των άλλων. Και όταν θα έρθει η ώρα της αποκάλυψης, η λύτρωση, όχι μόνο για την ίδια, θα είναι πανηγυρική. Οι επιμέρους ιστορίες της –πάντα για άντρες–, από τον παντρεμένο Φράγκο που τον έδερνε η γυναίκα του έως τον ένστολο που στα σαράντα του έμεινε άπραγο το όργανό του, είναι ενδιαφέρουσες έως σπαρταριστές.
Το βιβλίο διατρέχουν αλλεπάλληλοι κύκλοι που ο ένας εισχωρεί μέσα στον άλλο, συνδέοντάς τους σε μία κοινή τροχιά με αβέβαια έκβαση: της ευτυχίας ή της καταστροφής. Ιστορίες πολλών γυναικών από τη μία πλευρά και η σκιαγράφηση ενός τόπου από την άλλη. Οι πολλών γενεών γυναίκες φέρουν στο προσκήνιο τους αέναους ρόλους των γυναικών: μητέρα, κόρη, αδελφή, ερωμένη, αγαπητικιά, ενώ ταυτόχρονα αυτοί ακριβώς οι ρόλοι ανακατεύονται, εμπλέκονται μεταξύ τους και ανατοποθετούνται. Οι σχέσεις των γυναικών αποδεικνύονται βαθύτατα ψυχαναλυτικές, με αντιπαλότητες κάθε είδους, με βαθιά ριζωμένα πατριαρχικά/αντρικά πρότυπα. Μερικές από τις ηρωίδες της αφήγησης είναι βαθιά στερημένες από τρυφερότητα, γι’ αυτό και ενίοτε βγάζουν αρνητικά συναισθήματα. Ανθρώπινα ωστόσο και αποδεκτά, αφού αυτά μπορούν να μετατραπούν σε άλας που θα ευφράνει και θα αφυπνίσει τις ατελείωτες ώρες που είναι υποχρεωμένες να διανύσουν στον έγκλειστο τόπο τους.
Η Κοσμαδοπούλου αποτυπώνει –χαράζει, για την ακρίβεια– τα σημάδια των ηρωίδων της, έτσι ώστε να διαμορφώσει με ευκρίνεια το μυθοπλαστικό της υλικό. Σημαδεύει την ψυχή τους για να μπορεί να τις αναγνωρίσει αργότερα. Για να μας τις συστήσει με σιγουριά και ασφάλεια. Βάζει σημάδι και το πετυχαίνει με ακριβή βολή.
Αυτός ο τόπος δεν είναι άλλος από τη Σύρο. Η συγγραφέας δείχνει να γνωρίζει καλά το νησί, το ίδιο με τη Ζωή, που είναι ο τόπος καταγωγής της μητέρας της. Αυτή η γνώση τής δίνει την ευχέρεια να κινηθεί με άνεση σε πολλά σημεία του νησιού, να περιδιαβεί τη Χώρα, να περιηγηθεί στις παραλίες, στις εξοχές του, καταμετρώντας τα βήματα και τα καμώματα των ηρώων, ώστε να μας συστήσει με ακρίβεια τόσο τον αγαπημένο της γεωγραφικά χώρο όσο και εκείνους που τον κατοικούν. Ζωντανά τα τραπεζώματα, τα γλέντια, οι κραιπάλες με τις ευεργετικές συνέπειές τους. Τα πανηγύρια, τα ήθη, τα έθιμα που εμπλέκονται στην αφήγηση για να τη στηρίξουν και να την κάνουν περισσότερο θελκτική.
Η Κοσμαδοπούλου αποτυπώνει –χαράζει, για την ακρίβεια– τα σημάδια των ηρωίδων της, έτσι ώστε να διαμορφώσει με ευκρίνεια το μυθοπλαστικό της υλικό. Σημαδεύει την ψυχή τους για να μπορεί να τις αναγνωρίσει αργότερα. Για να μας τις συστήσει με σιγουριά και ασφάλεια. Βάζει σημάδι και το πετυχαίνει με ακριβή βολή. Στον κύκλο του σύμπαντός της υπάρχουν πολλές θεματικές ενότητες, όσο και μυστηριακές υποενότητες, απαραίτητες για τη γοητεία των 435 σελίδων του βιβλίου.
Με ιδιαίτερη χαρά συνάντησα, μπλεγμένες στην πλοκή, φράσεις επιφανών δημιουργών ή στίχους αγαπημένων ποιητών: Από το: «Σοβαρά όμως: Κοίτα μην πεθάνεις χωρίς να δοκιμάσεις τι θαύμα είναι να γαμάς από έρωτα», του Γκαμπριέλ Γκαρσία, έως το «Τι λες της ερημιάς και δε σε σκοτεινιάζει;» του Πάνου Κυπαρίσση.
Ατυχής η ιδέα τα πενήντα ένα κεφάλαια του βιβλίου να φέρουν ως τίτλο αντιστοίχως πενήντα μία ηθογραφικές παροιμίες, μεταξύ των οποίων ορισμένες είναι παράταιρες με το περιεχόμενο που ακολουθεί.
Σημαδεμένες
Ευτυχία Κοσμαδοπούλου
Γαβριηλίδης
435 σελ.
ISBN 978-960-576-484-5
Τιμή: €19,08
Πηγή : diastixo.gr