Ελένη Λαδιά: «Θεοφόροι και δαιμονοφόροι»

2018-06-07 16:04

Ελένη Λαδιά: «Θεοφόροι και δαιμονοφόροι»

«Και εγένετο φως!»

Για μία ακόμη φορά βρισκόμαστε εμπρός σε μια στιγμή δημιουργίας, που δεν είναι άλλη από αυτήν της γένεσης του νέου βιβλίου της Ελένης Λαδιά, με τον τίτλο Θεοφόροι και Δαιμονοφόροι. Και προϊδεάζοντας τον αναγνώστη της, ως εισαγωγικό απόσπασμα έχει τη ρήση του Επίκτητου, Εγχειρίδιο 17: «Μην ξεχνάς πως είσαι ηθοποιός σ’ ένα δράμα, όπως το θέλει ο συντάκτης του, σύντομο αν το θέλει σύντομο, μακρύ αν το θέλει μακρύ… Για να παίξεις καλά το ρόλο που σου έχει δοθεί, εξαρτάται από εσένα. Η εκλογή του ρόλου αυτού ανήκει σε άλλου εξουσία».

Ταυτόχρονα, η Ελένη Λαδιά για μια ακόμη φορά μάς αποδεικνύει πως από τους Έλληνες φιλοσόφους –στην προκειμένη περίπτωση από τον Επίκτητο– έχουν λεχθεί σχεδόν όλα, και όχι έτσι όπως έχει μείνει στο μυαλό των περισσοτέρων από εμάς στο: «Life’s but a walking shadow; a poor player,/ That struts and frets his hour upon the stage,/ And then is heard no more: it is a tale/ Told by an idiot, full of sound and fury/ signifying nothing» (William Shakespeare, Macbeth, Act V).

Αυτό είναι η εισαγωγή αλλά και τα θεμέλια του νέου της βιβλίου, το οποίο απλώνεται μέσα από δύο διαφορετικούς τρόπους γραφής: Τα δοκιμιακά «στάσιμα» της αφηγήτριας ή αναγνώστριας και την αφηγηματική εξέλιξη του μυθιστορήματος. Μέσα σε αυτά, εμφανίζονται: ανώτερη δύναμη, ειμαρμένη, ηθοποιοί και ρόλοι που θα παιχτούν μέσα στο δράμα. Πώς όμως μπορεί να παιχθεί ένα δράμα χωρίς την κορυφαία του χορού του; Τον ρόλο αυτόν η Ελένη Λαδιά τον αποδίδει στην αναγνώστρια ή αφηγήτρια, η οποία σαν αρμός συνδέει τα κεφάλαια, αμφισβητεί, κρίνει, υποψιάζει και προετοιμάζει τον αναγνώστη του βιβλίου προφητεύοντας ή βλέποντας τα σημάδια που θα δημιουργήσουν τις εξελίξεις.

Ο ρόλος της αφηγήτριας ή αναγνώστριας δεν είναι μόνο αυτός. Θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι ο δημιουργός τους, μέχρι οι ήρωές της να διεκδικήσουν από την πένα της το δικαίωμα του αυτεξούσιου της οντότητάς τους, για να πέσουν και πάλι στα χέρια της, όπου ως δημιουργός και ειμαρμένη θα αποφασίσει για τη μοίρα τους. Και, ασπαζόμενη την άποψη του Ηράκλειτου του Εφέσιου, αναφέρει πως «τον κόσμο δεν τον έπλασε ούτε θεός ούτε άνθρωπος, ήταν και θα είναι ίδιος. Μια φωτιά που αναβοσβήνει με μέτρο». Και μέσα σ’ αυτή τη φωτιά «βαπτίζει» τη ζωή των ηρώων της.

Πώς όμως μπορεί να παιχθεί ένα δράμα χωρίς την κορυφαία του χορού του; Τον ρόλο αυτόν η Ελένη Λαδιά τον αποδίδει στην αναγνώστρια ή αφηγήτρια, η οποία σαν αρμός συνδέει τα κεφάλαια, αμφισβητεί, κρίνει, υποψιάζει και προετοιμάζει τον αναγνώστη του βιβλίου προφητεύοντας ή βλέποντας τα σημάδια που θα δημιουργήσουν τις εξελίξεις.

Ήρωές της, τρία ορφανά. Ζουν σ’ ένα χωριό με τον πατέρα τους. Ο Λουκάς, ο Ανέστης και η Μαριάννα. Της τελευταίας η γέννηση έφερε έναν θάνατο. Αυτόν της μητέρας της. Σαν να μη χωρούσε άλλη γυναίκα στο σπίτι εκείνο ή σαν η Μαριάννα να έπρεπε να επιφορτιστεί και τον ρόλο της μητέρας για τα αδέλφια της. Ήταν όμως μόνο αυτός ο ρόλος που η αφηγήτρια ή αναγνώστρια, κορυφαία, ειμαρμένη, δημιουργός, επιφύλασσε για τη Μαριάννα; Ή ήταν και μια άλλη υπόγεια και σκοτεινή σχέση, που θα επηρέαζε όχι μόνο τη ζωή των δύο μικρότερων παιδιών της οικογένειας, του Ανέστη και της Μαριάννας, αλλά και τη ζωή όλων αυτών που θα ήθελαν αργότερα να μπουν στη ζωή τους;

Έχουν και τα τρία παιδιά γεννηθεί με το βάρος της ορφάνιας, ενώ η φτώχεια τα ανάγκασε από πολύ μικρά να βοηθούν τον πατέρα τους σε όλες τις δουλειές. Μέχρι που ο μεγαλύτερος, ο Λουκάς, για να απαλλάξει την οικογένεια από το βάρος της δικής του φροντίδας, πηγαίνει στην Αθωνιάδα Σχολή, την εκκλησιαστική ακαδημία του Αγίου Όρους, για να τελειώσει το γυμνάσιο και να γίνει ιεροψάλτης και αγιογράφος, αλλά –το κυριότερο– να μάθει πώς να ενδίδει στο καλό και να πολεμά το κακό στις προκλήσεις της ζωής.

Με την απουσία του Λουκά, ο Ανέστης και η Μαριάννα δένονται ακόμα περισσότερο, ορκιζόμενοι αιώνια παρουσία του ενός στη ζωή του άλλου. Μετά τον θάνατο του πατέρα τους και απομένοντας οι μόνοι κάτοικοι του πατρικού σπιτιού, η σχέση τους διαφοροποιείται, κινούνται και οι δύο με παράξενα, ανέκφραστα συναισθήματα. Περιχαράσσουν όχι μόνο χωροταξικά το σπίτι, αλλά και τη ζωή ο ένας του άλλου. Γίνονται σαν persona non grata ο ένας για τον άλλο, αν και ζουν στο ίδιο σπίτι. Εκείνος μαθηματικός πια κι εκείνη φιλόλογος. Ο Λουκάς ολοκληρώνει τις σπουδές, επιστρέφει στην κανονική ζωή και βιοπορίζεται οδηγώντας ταξί. Γνωρίζει τη Νίκη. Παντρεύονται, ο γάμος είναι αποτυχημένος, χωρίζουν. Ο Ανέστης δεν παντρεύεται ποτέ, έχοντας ωστόσο την Ευρυδίκη πάντα δίπλα του. Και η Μαριάννα παντρεύεται τον Φρίξο, που γνωρίζει κατά τη μετάθεσή της στη Λευκάδα. Όμως η ζωή της και η ψυχή της ήταν αλλού. Ίσως και το κοριτσάκι που δεν έκανε, ίσως και τα συναισθήματα για τον αδελφό της που έκρυψε στο βάθος του μυαλού της, να μην την άφησαν ποτέ –και με ευθύνη του Φρίξου– να γίνει ο σύζυγός της ο μοναδικός σύντροφος/άντρας της ζωής της. Τα έκρυψε όλα βαθιά στο μυαλό της, όπως έκρυψε και το μέρος όπου καταχώνιασε τα γράμματα του αγαπημένου της αδελφού, Ανέστη, προς την Ευρυδίκη. Τα έκρυψε και τα σφράγισε, παίρνοντας μαζί της και τα κλειδιά της μνήμης της…

Αρχίζοντας να διαβάζω το τελευταίο βιβλίο της Ελένης Λαδιά, πολλές φορές αναρωτήθηκα: «Άραγε, πόσες φορές θα με μαγέψει;». Στέκει αστείρευτη από έμπνευση αλλά ωστόσο διαφοροποιημένη απέναντι στη ζωή, που την αφήνει να ρέει αβίαστα από το μελάνι της πένας της, αναμεμειγμένο άλλοτε με δάκρυα και άλλοτε με αίμα. Οι ήρωές της, απλοί καθημερινοί άνθρωποι, μάχονται το καλό και το κακό της ζωής τους με τα όπλα του Θεού σαν θεοφόροι και με τα όπλα των δαιμόνων τους σαν δαιμονοφόροι. Ωστόσο, μοιάζει σαν στο Θείο σχέδιο να μην υπάρχει η ευτυχία τους. Οι ζωές τους κυλούν και χάνονται όπως και οι ήρωές της στον χρόνο, αφήνοντας μόνο κομμάτια της ζωής σ’ ένα φθαρμένο χαρτί να ταξιδεύουν μέσα σε ένα φιαλίδιο και να φτάνουν στο άνοιγμα μιας θαλασσινής σπηλιάς, στα χέρια της αφηγήτριας ή αναγνώστριας. Και ο χρόνος ρευστός, κυλά όντας ταυτόχρονα στάσιμος. Κινείται και ρέει σαν δύο αντιφατικές σκάλες που κάνουν το παρόν παρελθόν, ενώ δεν ορίζουν το μέλλον. Η ίδια, πανθ’ ορώσα, στέκει αφ’ υψηλού και εποπτεύει αφηγούμενη τη ζωή τους, μη παρεμβαίνοντας στα κρυφά κομμάτια της.

 Η Ελένη Λαδιά για μια ακόμη φορά εμπνέεται από τον άνθρωπο, τον τοποθετεί στο κέντρο των αφηγήσεών της και τον αφήνει ελεύθερο ανάμεσα στους θεούς και τους δαίμονές του.

Στις συζητήσεις των ηρώων, όπως και στις περιγραφές της, τα θέματα που μας έμαθε να πλουτίζουν και να δίνουν υπόβαθρο και βάθος στο κείμενο και στους χαρακτήρες εξακολουθούν να υπάρχουν, σαν τα στέρεα θεμέλια των μπαλκονιών της, που πάνω σε αυτά τα εκθέτει και τα προβάλλει, με το κάλλος της γλώσσας και την ποιητικότητα της γραφής της να γίνονται τα φουρούσια που τα κοσμούν. Ταυτόχρονα, οι συζητήσεις των ηρώων για την Ορθοδοξία, τον ρόλο της ρωσικής Εκκλησίας, καθώς και οι τοποθετήσεις τους πάνω στα μοντέλα διακυβέρνησης, τη βασιλεία και τη δημοκρατία, εμφανίζονται σαν οι εξελίξεις και η μετέπειτα καλή ή κακή εφαρμογή όλων αυτών στο σήμερα.

ladia articlesΚι ενώ η φιλοσοφία, η μυθολογία και η Ιστορία δεν παύουν να υπάρχουν στις σελίδες της, η ίδια μοιάζει σαν αποκαμωμένη από τη σκληρότητα της ζωής, με αποτέλεσμα να γίνεται μέσα στα κείμενά της ποιοτικότερη από ποτέ. Στέκει με τρυφερότητα και αγάπη προς τους ήρωές της, συμπάσχει και ζει μαζί τους, όπως ορίζει και ο δικός της ρόλος, της συγγραφέως, ή της αναγνώστριας, ή της αφηγήτριας, ή της κορυφαίας του χορού ενός δράματος που λέγεται ζωή, το οποίο αφήνει να εκτυλίσσεται στις σελίδες της. Η Ελένη Λαδιά για μια ακόμη φορά εμπνέεται από τον άνθρωπο, τον τοποθετεί στο κέντρο των αφηγήσεών της και τον αφήνει ελεύθερο ανάμεσα στους θεούς και τους δαίμονές του.

 

Θεοφόροι και δαιμονοφόροι
Ελένη Λαδιά
Αρμός
282 σελ.
ISBN 978-960-615-110-1
Τιμή €15,00
001 patakis eshop

 

 

πηγή : diastixo.gr