Δημήτρης Καρακίτσος: «Ζαχαρίας Σκριπ»
Είναι αληθινά απίστευτο το πώς μια απλή ιστορία (απλοϊκή θα έλεγα, αν δεν εμπεριείχε όλα τα χαρακτηριστικά του φανταστικού παραμυθιού, τα οποία της δίνουν μια υπερβολική οντότητα) μπορεί να λειτουργεί τόσο θετικά στην αναγνωστική διαδικασία, μπορεί να εξυφαίνει έναν ολόκληρο μύθο, ο οποίος θέτει και στόχους κωμωδίας και μπορεί παράλληλα να αφήνει υπόνοιες σύγκρισης και ομοιότητας του περασμένου αιώνα και της σημερινής ιστορίας της πόλης του Βόλου (μια που αυτό είναι το μέρος όπου συμβαίνουν όλα αυτά τα παράλογα και εξωφρενικά). Πράγματι, ο Ζαχαρίας Σκριπ και ο βοηθός του (δημοσιογράφος σε τοπική εφημερίδα) για πάνω από 40 χρόνια, ως άλλοι από μηχανής θεοί (ο Σκριπ βασικότατα, ο βοηθός απλώς αντιλαμβάνεται τις πράξεις του, οι οποίες στόχο έχουν την κατακυρίευση του καλού πάνω στο κακό, σε αυτόν τον αδυσώπητο πόλεμο, που ενυπάρχει από καταβολής του κόσμου) βοηθούν –ο ένας με τις απερίγραπτα μεγάλες δυνατότητές του, ο άλλος με την επικοινωνία του γεγονότος– πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι χωρίς την παρουσία τους θα είχαν πέσει θύματα απερίγραπτης βίας.
Ο Σκριπ είναι μασκοφόρος με μπέρτα, κατέχει υπερφυσικές δυνάμεις, μπορεί να ίπταται, μπορεί να εμφανίζεται παντού και όπου τον έχουν ανάγκη, προκαλεί την μήνιν των τοπικών αρχόντων της πόλης του Βόλου, έχει συμπάθειες αλλά πολύ περισσότερες έχθρες, τέλος είναι ένα σύγχρονο θεϊκό πλάσμα, το αποτύπωμα του οποίου γνωρίζει μόνο ο βοηθός του και κανένας από τους ευεργετηθέντες αλλά και διασωθέντες, είτε από κλοπή την οποία διέπραξε και θα έπρεπε να τιμωρηθεί, είτε από την αυτοκτονία, είτε γυναίκες από το ξύλο που δέχονται από τους άντρες τους, είτε η πόλη ολάκερη από κάποιον αποικιοκράτη που κουβαλιέται με το χαρέμι του, προκειμένου να στρατολογήσει άντρες, που στην ουσία θα πουληθούν ως σκλάβοι στα παζάρια της Ανατολής – κάτι που η δημοτική αρχή βλέπει μάλλον με συμπάθεια, προετοιμάζοντας για τον επισκέπτη μεγάλη, και για την περιοχή αλλά και για τον χρόνο, αυτοκρατορική φιλοξενία.
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, μια τέτοια θεματολογία μόνο με δυο τρόπους θα μπορούσε να εξυφανθεί: είτε ως πολυσέλιδη μυθιστορία, είτε ως μια μικροσκοπική νουβέλα. Ο Καρακίτσος διαλέγει (γιατί αυτή είναι η σχέση του με το γράψιμο) τον δεύτερο. Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο είναι ιδιαίτερα πυκνό, τα νοήματα ξεχειλίζουν, ενώ οι προβληματισμοί που θέτει είναι κάτι παραπάνω από σύγχρονοι. Κατ’ αρχάς, ο ρόλος του Τύπου (και μιλάμε για μια επαρχιακή πόλη). Είναι απλά δραματική η υπόθεση της έννοιας «αλήθεια» (όχι αληθοφάνεια), είναι κυριολεκτικά λάστιχο που τεντώνει ανάλογα με τη χειραγώγηση του κόσμου, τον οποίο και εννοείται υπηρετεί, είναι κάθε άλλο παρά επαγγελματική, είναι πέρα από κάθε αμφιβολία προσαρμοσμένη στο τι θέλει ο λαός που η ίδια ποδηγετεί, τέλος, οι δημοσιογράφοι είναι άτομα με ελαστική συνείδηση, που σπρώχνουν τους αγοραστές των εφημερίδων, τους καταναλωτές εντέλει, εκεί όπου πάει το ρεύμα, εκεί όπου κινείται ο ποταμός. Στη συνέχεια (και παρότι ο συγγραφέας μάς προειδοποιεί ότι όλα μέσα στο βιβλίο είναι φανταστικά), υπάρχει έντονη κριτική για τη σημερινή δημοτική αρχή της πόλης του Βόλου, με τις φανφάρες, τα πολυέξοδα συναπαντήματα, τις ασήμαντες δράσεις του φαίνεσθαι, τέλος το ύφος που τη χαρακτηρίζει (μια μείξη λαϊκισμού και βαρβαρότητας). Και ο τρίτος έντονος προβληματισμός ακούει στο όνομα του Σκριπ, ένας υπερήρωας δηλαδή, ο οποίος (και κανένας άλλος) θα μπορούσε να σώσει μια πόλη με τόσο μεγάλη ιστορία, με ανθρώπους που υπηρέτησαν τα γράμματα και τις τέχνες, που αγωνίστηκαν, που πάλεψαν, που απήργησαν ενάντια σε τοπικούς ηγεμονίσκους για ελευθερία και δημοκρατία, μια πόλη εργατών που αναπτύχθηκε βιομηχανικά μέσα στον χρόνο, έχοντας πλήρη κοινωνική και πολιτική συνείδηση, μια πόλη που με τις φυσικές της ομορφιές, με τους καλόγνωμους ανθρώπους, με τη μοναδική ρυμοτομία, το βουνό και τη θάλασσα, με μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης, με πολυδαίδαλη πολιτική ζωή, με πολιτισμό (από θέατρο, ποίηση, κινηματογράφο, εκδηλώσεις φιλολογικού ενδιαφέροντος), μια πόλη που διαθέτει όλα τα καλά με τα οποία και θα μπορούσε να πορευθεί με επιτυχία, κυριολεκτικώς φθίνει, χαμένη ανάμεσα στον ατομικισμό και τον πάντα εύκολο ωχαδερφισμό.
Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο είναι ιδιαίτερα πυκνό, τα νοήματα ξεχειλίζουν, ενώ οι προβληματισμοί που θέτει είναι κάτι παραπάνω από σύγχρονοι.
Θα αφιερώσω το τρίτο και τελευταίο μέρος τους συγκεκριμένου σημειώματος ειδικά στον συγγραφέα Δημήτρη Καρακίτσο, ο οποίος ως πεζογράφος της νέας γενιάς (θα αναφέρω ενδεικτικά τους συνοδοιπόρους του, Παλαβό, Κυθρεώτη, Τσίρμπα, Παπαϊωάννου, Αστερή κ.ά.) γράφει μινιμαλιστικά, σχεδόν ποιητικά, με πολλαπλές εικόνες, με κρυμμένες λεπτομέρειες, με πεζογραφικά μυστικά τα οποία και πρέπει να ανακαλύψεις, με καίριο λόγο, με πλούσια γνώση της γλώσσας, με αγάπη στον τόπο καταγωγής και διαμονής, τέλος, θα το πω, με ιντερνετική πρακτική. Πράγματι, είναι γεγονός ότι οι νέοι μας πεζογράφοι (οι οποίοι είναι το μέλλον της αφήγησης σε μια χώρα που από τους δόκιμους απογοητεύεται) είναι ολιγογράφοι, σε σημείο που τελειώνοντας κανείς κάποιο βιβλίο τους, ως αναγνώστης, να επιθυμεί περισσότερα πράγματα και άλλες σελίδες, και άλλα νοήματα. Ο Καρακίτσος –που και αυτός ερευνά την ολιγογραφία–, όμως, έχει χαρακτηριστικά που προδίδουν έναν άνθρωπο καταρτισμένο, μορφωμένο κοινωνικά και πολιτικά, που πραγματοποιεί ανατροπές, που διαλέγει θέματα (όπως στους Παλαιστές) που σήμερα δεν ακούγονται πολύ από τους συγγραφείς, που ουσιαστικά κεντά τα έργα του πετυχαίνοντας θαυμαστά αποτελέσματα. Αξίζει τον κόπο να παρακολουθήσει κανείς το μέχρι σήμερα έργο του, προκειμένου να αποκρυπτογραφήσει τα πολύ σκοτεινά, περιθωριακά και άναρχα κείμενά του, προκειμένου να γνωρίσει μια λογοτεχνία, η οποία δεν φείδεται φανταστικών προθέσεων προκειμένου να υπάρξει, προκειμένου να νιώσει ήρωας, στην πιο φθηνή και λαϊκίστικη περίοδο της ζωής της πόλης του Βόλου. Ο Καρακίτσος είναι ένας συγγραφέας ο οποίος όχι απλώς θα γίνει γνωστός στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, αλλά θα αφήσει εποχή με την εντελώς προσωπική ματιά πάνω στα πράγματα, όχι εκείνα που αντιλαμβανόμαστε αλλά εκείνα που αδυνατούμε, όσο και αν προσπαθούμε, να τα καταλάβουμε, εκείνα που η αξία τους είναι πιο σημαντική από την οποιαδήποτε λογοτεχνική έμπνευση. Αφιερώνουμε δε το παρόν κείμενο σε όσους πεισθούν από τα λεγόμενά μας και ακολουθήσουν τον συγγραφέα Δημήτρη Καρακίτσο σε αυτή την πορεία, που ξεκίνησε εδώ και μια δεκαετία, με απώτερο στόχο την αληθινή ψυχαγωγία, μια αίσθηση που μόνο ο λόγος ο μεταμορφωμένος μπορεί να προσφέρει.
Ζαχαρίας Σκριπ
Δημήτρης Καρακίτσος
Ποταμός
80 σελ.
ISBN 978-960-545-132-5
Τιμή €10,00
πηγή : diastixo.gr