Daniel Mendelsohn: «Περιμένοντας τους βαρβάρους» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ
Τα κείμενα του βιβλίου με τον προκλητικό τίτλο για τον Έλληνα αναγνώστη Περιμένοντας τους βαρβάρους, πρωτοδημοσιεύτηκαν στα αμερικανικά περιοδικά NewYorkReviewofBooksκαιNewYorker, με τα οποία συνεργάζεται ο συγγραφέας τους Ντάνιελ Μέντελσον. Είναι κείμενα δημοσιογραφικά και αντικατοπτρίζουν τη στιγμή που γράφτηκαν, όμως σύμφωνα με τη γνώμη του συντάκτη τους, η επιχειρηματολογία τους κρατά ακόμα.
Υπό τον καβαφικό τίτλο του βιβλίου στεγάζονται τέσσερις διαφορετικές, αλλά και συγγενικές, ενότητες μελετημάτων-κριτικών, που σχετίζονται με το πώς φιλόδοξοι σκηνοθέτες και ηθοποιοί αξιοποιούν ελληνικά έργα ή διασκευάζουν ή παραποιούν ή απλώς αυθαιρετούν.
Και ο Μέντελσον, με το μουσικό όνομα, κρούει τη λύρα και ελευθερώνει από τις χορδές της τίτλους ελληνικών και ρωμαϊκών έργων χαμένων, ήχους από την παλαιά ποίηση της ζωής μας, για να μας πει πόσο του λείπουν τα έντεκα χαμένα Κύπρια και η Μικρά Ιλιάδα, αλλά και να χαρεί για ό,τι έχει σωθεί που το μελετά με αγάπη και θαυμασμό, επισημαίνοντας τις παραφωνίες των κινηματογραφικών μεταφορών αλλά και την επίδραση των ελληνικών έργων στα έργα των άλλων.
Ο Μέντελσον αγαπά την ελληνική ιστορία, έχει διαβάσει τον Ηρόδοτο, έχει μελετήσει τις λεπτομέρειες και όταν κοιτάζει την ταινία το μάτι του πέφτει αμέσως στην ενοχλητική, παραποιητική, αναχρονιστική, ανιστορική ή κακόγουστη λεπτομέρεια.
Στην αποτυχημένη απόπειρα κινηματογραφικής μεταφοράς της Τροίας του Πίτερσεν, παραγωγή του 2004, παρατηρεί τη διάσταση του ομηρικού επικού στοιχείου από το χολιγουντιανό, εφόσον ο σκηνοθέτης εξοβέλισε τον ομηρικό ηρωισμό και μας έδωσε, με εξαίρεση τον Πρίαμο του Πίτερ Ο’Τουλ, έναν Αγαμέμνονα που πολεμάει όχι για την τιμή του αλλά για την παγκόσμια εξουσία, έναν Έκτορα που μιλάει σαν τον Στάλιν, έναν Πάτροκλο που τον βαφτίζει «εξάδελφο» του Αχιλλέα, αφαιρεί τις ιδέες του έπους και εμμένει σε μια αισθητική που πάει κόντρα στο είδος που υπηρετεί και έτσι κατασκευάζει ένα «υβρίδιο σύγχρονου κυνισμού και μυθολογικής πλοκής». Κρίνει επίσης αυστηρά και εκείνους που, αγνοώντας τελείως το ομηρικό κείμενο, επήνεσαν την ταινία, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά πως είναι άλλα τα μάτια του λαγού και άλλα της κουκουβάγιας ή επί το ποιητικότερον ο καθείς και τα όπλα του· και ο Μέντελσον διαθέτει τα καταλληλότερα· τα όπλα του Αχιλλέα και τη φιλολογική πανοπλία ολόκληρη.
Με επιστημονικό ερευνητικό μάτι εξετάζει και τον Μέγα Αλέξανδρο, υπερφορτωμένη υπερπαραγωγή του Όλιβερ Στόουν, όπου αποδόθηκαν με τεράστια σχολαστικότητα οι μπούκλες της γενειάδας του Δαρείου, αλλά δεν κατάφερε να κάνει άξιο λόγου τον κατακτητή. Τα θετικά είναι ότι τοποθέτησε τον ήρωα στο ιστορικό πλαίσιο, μνημόνευσε τις ιστορικές πηγές, μπήκε στα της εκστρατείας, ο Αλέξανδρος νίκησε τον Πέρση βασιλιά σε τρεις διαδοχικές εκ παρατάξεως μάχες, στον Γρανικό, στην Ισσό και στα Γαυγάμηλα. Επέδειξε γενναιοδωρία απέναντι στην οικογένεια του ηττημένου βασιλιά, συνέχισε την εκστρατεία του προς τα βάθη της Ανατολής, νυμφεύτηκε τη Ρωξάνη, έχασε τον Ηφαιστίωνα, κατέρρευσε ψυχικά, αντιμετώπισε συνωμοσίες σε βάρος του, ενόχλησε τους στρατιώτες του με τη φιλοπερσική πολιτική του και πέθανε στα τριάντα δύο του χρόνια. Από τις εγκυρότερες πηγές είναι η Αλεξάνδρου Ανάβασις και η Ινδική του Αρριανού. Αλλά ο σκηνοθέτης δεν διέκρινε τη λέξη «πόθος» που επανέρχεται στα κείμενα του Αρριανού και ήταν αυτός η κινητήρια δύναμη που ωθούσε τον μέγα στρατηλάτη σε κάτι μεγαλύτερο από μια απλή κατάκτηση. Ακόμα, η ιστορική ακρίβεια υπονομεύτηκε από τους Μακεδόνες που μιλούσαν με ιρλανδική προφορά και την Ολυμπιάδα (Αντζελίνα Ζολί) που μιλούσε με σλαβική. Η αφήγηση έγινε με προχειρότητα, απουσίασαν το μαντείο στην έρημο Σίβα, η διπλή θυσία στην Τροία, οι Έλληνες, ο Γόρδιος Δεσμός, πολλά σημαντικά εμφανίστηκαν πλημμελώς και άλλα ασήμαντα υπερτονίστηκαν. Και ο ηθοποιός που επελέγη για τον ρόλο αποδείχτηκε ακατάλληλος, μας λέει.
Σειρά έχουν οι 300 και η περσική στρατιά που κατέφθασε στην Ελλάδα για να ζητήσει γη και ύδωρ το 480 π.Χ. Στη στρατιά, όπως φαίνεται στην ταινία, συμπεριλαμβάνονταν φαλακροί γίγαντες με λιμαρισμένα λευκά δόντια, αλυσοδεμένοι (σαν σκύλοι), ο Ξέρξης δίμετρος ανδρόγυνος Βραζιλιάνος με ξυρισμένο κεφάλι, που μαστίγωσε τον Ελλήσποντο «για την απείθειά του». Ο Μέντελσον αγαπά την ελληνική ιστορία, έχει διαβάσει τον Ηρόδοτο, έχει μελετήσει τις λεπτομέρειες και όταν κοιτάζει την ταινία το μάτι του πέφτει αμέσως στην ενοχλητική, παραποιητική, αναχρονιστική, ανιστορική ή κακόγουστη λεπτομέρεια. Δεν πολέμησαν μόνο οι 300 Σπαρτιάτες στις Θερμοπύλες, δεν ήταν τερατώδεις οι Πέρσες, δεν ήταν μποντιμπιλντεράδες οι Έλληνες, δεν ήταν καμπούρης ο Εφιάλτης. Η ταινία εμμένει στην εκδικητική μανία, προσπερνά τις έννοιες και τις αξίες του αγώνα. Φυσικό ήταν να διαμαρτυρηθούν οι Ιρανοί (παραλίγο να δημιουργούσαν και διπλωματικό επεισόδιο) και το κοινό να γιουχάρει. Αυτή, ωστόσο, η ταινία, χωρίς σοβαρό ιστορικό ενδιαφέρον, μάζεψε πολυπληθές κοινό, ανιστόρητο και ανελλήνιστο.
Ο Μέντελσον καταπιάνεται, επίσης, με θέματα που δεν είναι εμφανώς ελληνικά αλλά προδίδουν μια ισόβια ενασχόληση με την αρχαιοελληνική κουλτούρα και λογοτεχνία, όπως είναι τα θεατρικά έργα του Τένεσι Ουίλιαμς Γυάλινος κόσμος και Λεωφορείο ο πόθος, συνεξετάζοντας παραστάσεις, διεισδύοντας στα μυστικά των έργων από τα οποία ανασύρει τις ιδέες για να αναδείξει εκείνο που έπρεπε να προβληθεί. Η περίπτωση Αλμοδοβάρ και οι γυναίκες του είναι ένα ακόμα ενδιαφέρον κεφάλαιο. Μελετά επίσης τον Ευριπίδη, αλλά και τον Αριστοφάνη, με εξαιρετική εμβάθυνση στους Βατράχους, έργο βαθιά πολιτικό πίσω από την κωμική Νέκυια και την ακόμη πιο κωμική αναμέτρηση των δύο ποιητών στον Άδη. Δεν λείπει η Σίλβια Πλαθ, ο Ρεμπό, ο μυθιστοριογράφος Φίλιπ Ροθ, αλλά και το υπερθέαμα Avatar.
Στους συγγραφείς που δεν είναι Έλληνες αλλά έχουν γοητευθεί από την ελληνική γλώσσα και κουλτούρα, αρχαία και σύγχρονη, ανήκει ο Όσκαρ Ουάιλντ που θα μπορούσε να γίνει σπουδαίος φιλόλογος αν δεν είχε προτιμήσει να γίνει «διάσημος». Στο μελέτημα «Ένας καθόλου τέλειος σύζυγος» (σαν αντίστιξη στον Idealhusband του Oscar Wilde), ο Μέντελσον μελετά τον Άδμητο, που δεν μας πείθει για την τελειότητά του απέναντι στην Άλκηστη, στην ομώνυμη τραγωδία(;).
Και φυσικά, σε βιβλίο με καβαφικό τίτλο δεν θα μπορούσε να λείπει ο Καβάφης. Πλήρης, διεξοδική η μελέτη του ποιητή και των χαρακτήρων του. Ανασύρω από τον θησαυρό την παρατήρηση ότι «ένα ποίημα που επαναφέρει στο προσκήνιο, ας πούμε, τις φθινοπωρινές σκέψεις του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού το 1180 λειτουργεί εντελώς διαφορετικά από ό,τι οι μνείες σε πράγματα άγνωστα στην Έρημη χώρα του Τ.Σ. Έλιοτ», διότι ο Καβάφης «ενοίκησε το παρελθόν του, ώστε … να γίνει για τον ίδιο εξίσου παρόν». Ο ενθουσιασμένος με τον Καβάφη Ε.Μ. Φόρστερ, ο Ελληνοαμερικανός Τζέφρι Ευγενίδης, ο Άγγλος Πάτρικ Λη Φέρμορ, η συγγραφέας Μαίρη Ρενό ανανεώνουν το ενδιαφέρον του Μέντελσον για την Ελλάδα, της οποίας δηλώνει εραστής και είναι βαθύτατα συγκινημένος για την έκδοση των κειμένων του στα Ελληνικά.
Το βιβλίο είναι γοητευτικό σε κάθε σελίδα του, πλούσιο, γραμμένο με γαλαντομία πνεύματος και ψυχής.
Περιμένοντας τους βαρβάρους
Από τον Αριστοφάνη στον Avatar
Ντάνιελ Μέντελσον
Μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου
Πατάκης
589 σελ.
ISBN 978-960-16-6354-8
Τιμή: €19,70
πηγή : diastixo.gr