Χρυσοξένη Προκοπάκη: «Μια τυχαία Ιφιγένεια»
Μπορεί να είναι ένα όνομα που έχει βαριά ιστορία, όμως όταν το κουβαλά μια σύγχρονη ηρωίδα χρωματίζεται αλλιώς. Η ιστορία της Χρυσοξένης Προκοπάκη είναι για μια Ιφιγένεια του σήμερα, την Ιφιγένεια της διπλανής πόρτας ίσως, που μπορεί να κατοικεί ανάμεσά μας, να ανήκει σε μια συμβατική οικογένεια, που έχει ένα κάποιο παρελθόν και που βρίσκει αβέβαιο το μέλλον.
Το λειτουργικό εύρημα που συναντάμε στο βιβλίο της Προκοπάκη με τίτλο Μια τυχαία Ιφιγένεια είναι το εξής: Η εν λόγω ηρωίδα, αλλά και τα υπόλοιπα βασικά πρόσωπα της ιστορίας, συνδιαλέγονται με τη συγγραφέα που τα δημιούργησε. Θυμίζει Πιραντέλο όλο αυτό, όμως ο σουρεαλισμός εδώ είναι ισορροπημένος και σε σωστή δόση, ώστε ο αναγνώστης νιώθει ότι όλα είναι αληθινά και άμεσα και μπαίνει και ο ίδιος στο «δράμα» των προσώπων, το κατανοεί και το συμμερίζεται, εν τέλει.
Τα πρόσωπα του έργου διεκδικούν την εξέλιξη της ζωής τους, την πορεία τους στον κόσμο, έχουν τη δυνατότητα να «παίζουν» το παιχνίδι της Μοίρας με τον συγγραφέα-δημιουργό τους. Και αυτό το παιχνίδι είναι προκλητικό και αποκαλυπτικό συνάμα, αλλά μας αποδεικνύει πως «ένα παιχνίδι του μυαλού είν’ η ζωή».
Από τη μία ακούμε τη φωνή της συγγραφέως που συναντιέται με τους ήρωές της και από την άλλη έχουμε την αφήγηση της κεντρικής ηρωίδας που είναι άμεση και σφύζει από ζωή. Η Ιφιγένεια τσαντίζεται με τη δημιουργό της, επειδή θεωρεί ότι είναι υπεύθυνη που στα 40 της μένει χωρίς δουλειά. Τα λόγια της σκληρά: «Ποιος σου είπε ότι εγώ ήθελα να υπάρξω; Αν δεν είχες τι να κάνεις στη ζωή σου, ας ασχολιόσουν με το κέντημα, την ορειβασία ή την κηπουρική. Μ’ έκανες πιόνι σου μόνο και μόνο για να γράψεις το βιβλίο σου». Η συγγραφέας αποφασίζει να την αφήσει στην άκρη για λίγο μέχρι να ηρεμήσει και να ασχοληθεί με τους άλλους ήρωές της. Ο αγώνας δρόμου ανάμεσα σε συγγραφέα και ήρωες δεν είναι καθόλου εύκολος. Εδώ μάλλον χαμηλούς τόνους έχει η συγγραφέας μας, τους δίνει περιθώρια, τους ακούει, ίσως περισσότερο απ’ όσο «πρέπει». Ο Ιππόλυτος της αποδίδει το δικό του «κατηγορώ», μουρμουρίζοντας ότι «ήθελε μα δεν τόλμησε» και την κάνει φοβερά ανασφαλή. Η Νίνα είναι ιδιαιτέρως ειρωνική και της δίνει ένα γράμμα να το δώσει στην Ιφιγένεια. Ο Μάνος είναι ο πιο ψύχραιμος, ξέρει καλά την ιστορία του, ξέρει ότι στην ιδιόμορφη οικογένειά του «ο καθένας έμαθε να ζει μόνος του, να πορεύεται μόνος του, να ωριμάζει αργά». Ρωτάει τη συγγραφέα-δημιουργό του πόσους χαρακτήρες θα βάλει στο παιχνίδι. Εκείνη ετοιμάζεται να του πει πως δεν έχει ιδέα, επειδή οι χαρακτήρες την ξαφνιάζουν, εισβάλλουν από μόνοι τους στις σελίδες, την καθοδηγούν εκείνοι. Αλλά ο Μάνος την προλαβαίνει λέγοντάς της: «Στο τέλος έχουμε όλοι μια δικιά μας ιστορία να αρνηθούμε».
Ο Ιππόλυτος από το παρελθόν που δεν ξέρει γιατί η Ιφιγένεια έφυγε ξαφνικά κάποτε από το Παρίσι, ο γιος τους ο Μάνος που μόνο στο τέλος του βιβλίου γνωρίζει τον πατέρα του, η φίλη της ηρωίδας, η Νίνα, που έχει κρυφό δεσμό με τον γιο της κόρης της, ο Ηλίας, ο αδερφός της, η Μυρτώ, που περνά τη ζωή της με λάθος άνθρωπο, που θέλει πολλά, αλλά τίποτα δεν μπορεί μέχρι που η Μοίρα της βγαίνει μπροστά και την αδειάζει. Όλα αυτά, και οι γονείς της επίσης, είναι τα πρόσωπα που περιστρέφονται γύρω από τη ζωή της Ιφιγένειας. Οι ιστορίες τους ξετυλίγονται σταδιακά και παράλληλα με την κεντρική ιστορία. Αλλά δεν φαίνονται ξεκάρφωτες, δεν αποτελούν φλύαρες παρεκβάσεις, αντίθετα συντείνουν προς το όλον, συμβάλλουν στη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος.
Ένα μυθιστόρημα καλοσχεδιασμένο, που κινείται σε πολλά επίπεδα, που πραγματεύεται τις διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά και τον χρόνο, την ενοχή, το λάθος, τη μοίρα, την απουσία, τη φθορά, τον φόβο και άλλα παράπλευρα θέματα.
Τα πρόσωπα του έργου διεκδικούν την εξέλιξη της ζωής τους, την πορεία τους στον κόσμο, έχουν τη δυνατότητα να «παίζουν» το παιχνίδι της Μοίρας με τον συγγραφέα-δημιουργό τους.
Και αυτό το παιχνίδι είναι προκλητικό και αποκαλυπτικό συνάμα, αλλά μας αποδεικνύει πως «ένα παιχνίδι του μυαλού είν’ η ζωή». Οι ήρωες μπορεί να έχουν μικρούς ή μεγάλους πόνους, αλλά είναι με το μέρος της ζωής. Γι αυτό ζουν έντονα το κάθε τι, η αδράνεια ίσως θα τους έκανε έρμαια, αλλά όχι. Όπως κι η ίδια διατυπώνει, είναι δραστήριοι, έχουν τη δύναμη να παρασέρνουν τη συγγραφέα, να επισκιάζουν τις συγγραφικές προθέσεις. «Η Ιφιγένεια ξέρει να με χειρίζεται» λέει κάπου η συγγραφέας. Και παρακάτω η Ιφιγένεια τη ρωτά: «Τελικά μήπως είσαι εσύ η δική μας μαριονέτα; Mήπως εμείς σε καθοδηγούμε και όχι εσύ εμάς;». Αν και ορίζει τις ζωές τους, συνηθίζει και να τους ασκεί κριτική. Για τη Νίνα πιστεύει ότι είναι επιρρεπής στη φυγή, αλλά και ότι είναι ικανή να τιμωρήσει τη συγγραφέα προκαλώντας της τύψεις.
Είναι γοητευτικό να παρακολουθούμε την αλληλεπίδραση των προσώπων με τη δημιουργό, αλλά και την προσπάθεια που κάνουν αυτά να δώσουν νόημα στη ζωή τους και να υπάρξουν χωρίς να χάσουν τον εαυτό τους! Ή, ίσως, στην προσπάθεια που κάνουν να εγκαθιδρύσουν έναν εαυτό, αλλά και να βρουν τις ισορροπίες τους και την όποια ευτυχία υπερβαίνοντας κάθε εμμονή. «Γιατί οι εμμονές είναι ό,τι επικίνδυνο έχουμε!», αλλά μας δίνουν και την αίσθηση ότι ζούμε στ’ αλήθεια!
Ένα βιβλίο που μας κερδίζει από την αρχή. Με σωστή οικονομία και οργάνωση, με πολλαπλά ευρήματα, ένα μυθιστόρημα καλοσχεδιασμένο, που κινείται σε πολλά επίπεδα, που πραγματεύεται τις διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά και τον χρόνο, την ενοχή, το λάθος, τη μοίρα, την απουσία, τη φθορά, τον φόβο και άλλα παράπλευρα θέματα. Η κεντρική ηρωίδα μάς οδηγεί σε μυστικά σοκάκια, κρυμμένα μυστικά, θίγει βαθιά υπαρξιακά ζητήματα αλλά με τρόπο άμεσο. Η σχέση της με τη γλώσσα, τους ορισμούς και τις ερμηνείες είναι έντονη, όλα αυτά τα στοιχεία ίσως σε μια προσπάθεια ορισμού της ταυτότητας ή έστω μιας ταυτότητας και ενός ήθους που να ταιριάζουν στο πρόσωπο.
Μια τυχαία Ιφιγένεια
Χρυσοξένη Προκοπάκη
Στίξις
176 σελ.
ISBN 978-618-83051-0-6
Τιμή: €11,66
πηγή : diastixo.gr