Αποσπασματικά- «Οι φασκιές» της Ιωάννας Καρατζαφέρη
Είχα τελειώσει την ανάγνωση του βιβλίου Η Ευρώπη και τα δικαιώματα των γυναικών της Άννας Καραμάνου*, αλλά δεν είχα τελειώσει μαζί του. Το είχα αφήσει δίπλα στο λάπτοπ μου ή το έπαιρνα μαζί μου όταν άφηνα το γράψιμο για να διαβάσω, έστω και αν επρόκειτο για κάποιο άλλο έντυπο. Δεν μπορούσα να απαλλαγώ από αυτό, επειδή υπάρχουν τόσες πολλές αναφορές και παραπομπές, δικαιολογούσα τον εαυτό μου, που με προκαλούσαν, όχι μόνο ως γυναίκα ή με την κοινή ονομασία φεμινίστρια, αλλά ως άνθρωπο. Με είχε κατακτήσει, ιδιαίτερα, το Κεφάλαιο 4, με τίτλο «Ελλάδα-Τουρκία: Συγκριτική ανάλυση», που αφορά τις δυο γειτονικές χώρες με πολλές κοινές ιστορικές σελίδες, ενίοτε κατακτητικές ή συμβιώνουσες, φιλικές ή εχθρικές.
Όσο το διάβαζα τόσο έβαζα σε δοκιμασία τον εαυτό μου, όχι μόνο για τις προσωπικές μου αγωνιστικές εμπειρίες μέσα σ’ έναν «κόσμο των ανδρών», μια κοινή έκφραση, αλλά και για τις ιστορικές μου γνώσεις των τελευταίων αγώνων του 18ου, 19ου του 20ου, ακόμα και του 21ου αιώνα που διανύουμε, για την κατακτημένη επί αιώνες Ελλάδα από τους Τούρκους, τον Διαφωτισμό, τη Γαλλική Επανάσταση, την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τις πρώτες γυναίκες, όχι μόνο σε στρατιωτικές κινητοποιήσεις και επιχειρήσεις –ποιος δεν έχει, τουλάχιστον, ακούσει την Μπουμπουλίνα– αλλά και εκείνες που άφησαν έργο πίσω τους, όπως η Καλλιρρόη Παρρέν, (1861- 1940), η οποία εκφράστηκε με τον γραπτό λόγο ως δημοσιογράφος-συγγραφέας και με τον προφορικό ως δασκάλα. Η δράση της για τα δικαιώματα γυναίκας είναι μεγάλη και είναι απίστευτο το γεγονός ότι το 1918 εξορίστηκε (!) στην Ύδρα, για τη συνολική της δράση, αλλά κυρίως για την Εφημερίδα των Κυριών, που ο τίτλος είναι καίριος.
Τα κοινά σημεία που χαρακτηρίζουν τις γυναίκες της Ελλάδας και της Τουρκίας είναι αδιαμφισβήτητα αφού δεν προέρχονται από τη φαντασία της συγγραφέως, αλλά από την πραγματικότητα. Πολλά είναι εμφανή ακόμα και στην τεχνολογική εποχή μας, στα καθεστώτα, στις αμοιβές εργασίας, στις προτιμήσεις και τις διαιρέσεις, τις συγκρίσεις ελαττωμάτων και προτερημάτων, την αποδοχή των γυναικείων επιδόσεων και αποδόσεων.
Αυτό που αποδεικνύεται ως κινητήρια δύναμη είναι, μάλλον, η πολιτικοποίηση του πολίτη της κάθε χώρας και η πλατιά δημοσιοποίηση της διαδικασίας για την επιτυχία των θεμάτων που τίθενται από τις γυναίκες για την επίγεια ζωή τους σαν ισάξιες με το άλλο φύλο.
Στο εσωτερικό κεφάλαιο, «Φεμινιστική δράση για πολιτικά, αστικά και οικονομικά δικαιώματα- 20ος αιώνας», μας πληροφορεί ότι: «Στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων και του Πρώτου Παγκοσμίου, το κίνημα των γυναικών πολιτικοποιήθηκε και κατέκτησε αρκετά από τα δικαιώματα που διεκδικούσε: το 1914 τα πανεπιστήμια δέχτηκαν γυναίκες, το 1915 ιδρύθηκε Πανεπιστήμιο Γυναικών και το 1917 περιορίστηκε με νόμο η πολυγαμία, πράξη βέβαια που ουδέποτε εφαρμόστηκε στην καθημερινή ζωή, ωστόσο ήταν ένα σημαντικό βήμα για τον κόσμο του Ισλάμ. Το 1919 το δικαίωμα της ψήφου έγινε κυρίαρχο και οι γυναίκες διοργάνωσαν εκστρατεία πληροφόρησης […]»
Παρασύρθηκα και παρ’ όλο που αντέγραψα αρκετές αράδες από το βιβλίο δεν έμεινα ικανοποιημένη, αλλά συγχώρησα και πάλι τον εαυτό μου γιατί από το βιβλίο αυτό δεν υπάρχει τίποτα περιττό ή λειψό. Θα πρέπει να διαβαστεί ολόκληρο και να του αποδοθεί ο τίτλος, μια επίτομη εγκυκλοπαίδεια επί του ιδίου θέματος. Αυτό που αποδεικνύεται ως κινητήρια δύναμη είναι, μάλλον, η πολιτικοποίηση του πολίτη της κάθε χώρας και η πλατιά δημοσιοποίηση της διαδικασίας για την επιτυχία των θεμάτων που τίθενται από τις γυναίκες για την επίγεια ζωή τους σαν ισάξιες με το άλλο φύλο.
Η ανάγνωση του βιβλίου για τα δικαιώματα των γυναικών με οδήγησε στον κινηματογράφο για να συναντήσω, οπτικά και ακουστικά, την Ορκισμένη παρθένα. Τα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας σαν τοπία, η τεχνητή λίμνη που επιτρέπει την πλεύση, είναι πανέμορφα, τα κοπάδια, το εσωτερικό των σπιτιών, η συμπεριφορά των ανδρών προς τις γυναίκες, κυρίως τις θυγατέρες, ίσως να θυμίζουν την Ελλάδα του πρώτου ήμισυ του 20ού αιώνα, και αν δεν υπήρχε η παρουσία/ χρήση κινητού τηλεφώνου, θα νόμιζε ο θεατής ότι η ταινία αναφερόταν σ’ εκείνα τα χρόνια. Η μια κόρη κάποιας οικογένειας, που ο δυναμισμός της μπορεί να συναγωνιστεί/ ανταγωνιστεί τον ανδρικό, έστω με τη χρήση ενός κυνηγητικού όπλου, πείθεται από την ανδρική συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες ότι δεν θα μπορέσει ποτέ να αναπτύξει τη δική της προσωπικότητα, να κερδίσει η ίδια τη ζωή της, αφού ο κώδικας ήταν ότι η γυναίκα είναι πάντα δεύτερη. Για να κρύψει το δικό της φύλο, κόβει τα μακριά της μαλλιά και χτενίζεται όπως οι άνδρες, φασκιώνει το στήθος και ντύνεται ανδρικά και τελικά εγκαταλείπει το κλειστό της και περιορισμένο οικογενειακό και τοπικό περιβάλλον για την Ιταλία, όπου η ζει η αδελφή της με την οικογένειά της. Ορκισμένη πως θα μείνει ανέγγιχτη από τα ανδρικά χέρια, τα ίδια που χτυπάνε τις γυναίκες σαν πρώτοι και τις εγγίζουν σαν άνδρες, φασκιώνει το στήθος της και εμφανίζεται σαν άνδρας για να βρει δουλειά, μια θέση στην ανδροκρατούμενη κοινωνία. Η ταινία αφήνει τον θεατή να υποθέσει ή να αποφασίσει αν η φασκιωμένη νέα γυναίκα θα βρει και θα αποδεχτεί το φύλο της όταν το φιλί της μ’ έναν άνδρα έχει κάποια άλλη γεύση και προκαλεί άλλα ρίγη.
Η Ευρώπη και τα δικαιώματα των γυναικών δεν έχουν τέλος. Αντίθετα είναι μια λεωφόρος με πολλά σταυροδρόμια όπως, συμπτωματικά, τα αντίκρισα σε διάφορα μήκη και πλάτη του αραβικού ή ασιατικού κόσμου, όπου οι γυναίκες φασκιώνουν το στήθος τους. Γιατί; Για να μην προκαλούν τους άνδρες να τις βιάσουν ή για να πιάσουν μια δουλειά που θα τους δίνει τη δυνατότητα να αγοράσουν το ψωμί τους για να ζήσουν.
*Το εν λόγω βιβλίο, ένας ολοκληρωμένος τόμος, της συγγραφέως Άννας Καραμάνου δεν εκλαμβάνεται η κορύφωση της γενικότερης δράσης της ως εργαζόμενη, ως πολιτική ακτιβίστρια, ως Γενικής Γραμματέως του Γυναικείου Κινήματος του άλλοτε πλειοψηφικού πολιτικού κόμματος ΠΑΣΟΚ, το οποίο αντιπροσώπευσε στο παρελθόν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά μια αρχή για κάποια άλλη διαδρομή, πολιτική ή ακαδημαϊκή, στη μακρά πορεία των γυναικών σε δράση για τα δικαιώματα των γυναικών στον κόσμο.
Πηγή : diastixo.gr