Αλμπέρ Καμύ: «Σημειωματάρια»
Η παλιά καλή συνήθεια – το Σημειωματάριο, το Ημερολόγιο, κατ’ άλλους, το Επιμύθιο, μας βάζει, με έναν εύσχημο τρόπο, στο εργαστήρι του δημιουργού. Ο Στρατής Τσίρκας με τα Ημερολόγια της τριλογίας Ακυβέρνητες Πολιτείες, ο Ουμπέρτο Έκο με το Επιμύθιο στο Όνομα του Ρόδου, άλλοι πολλοί με τις σημειώσεις τους που τις ονομάζουν Τετράδια. «Τετράδια» ονομάζει και ο Αλμπέρ Καμί τα Σημειωματάρια που έχουμε σήμερα στα χέρια μας. Τετράδια αποκαλούσε και ο Γιώργος Σεφέρης τα Ημερολόγιά του που τελικά εκδόθηκαν με τον τίτλο Μέρες, ενώ ο Διονύσιος Σολωμός ονόμασε Στοχασμούς τις δικές του σημειώσεις. Ενώ, όμως, οι σημειώσεις είναι προσωπικές, όταν οι δημιουργοί τους τις δημοσιεύουν είναι σαν να ανοίγουν τα χαρτιά τους και την καρδιά τους στον αναγνώστη, όπως θα έκανε ένας σκηνοθέτης που θα έστρεφε την κάμερα στα παρασκήνια.
Το βιβλίο που έχουμε στα χέρια μας περιλαμβάνει τρία τετράδια. Το πρώτο περιέχει εγγραφές από τον Μάιο του 1935 έως τον Σεπτέμβριο του 1937, το δεύτερο από τον Σεπτέμβριο του 1937 έως τον Απρίλιο του 1939, και το τρίτο από τον Απρίλιο του 1939 έως τον Φεβρουάριο του 1942. Για να μη δημιουργηθεί σύγχυση ανάμεσα στα Τετράδια Αλμπέρ Καμί, οι εκδότες προτίμησαν για την παρούσα έκδοση τον τίτλο Σημειωματάρια (θυμίζω ότι ο τίτλος «Τετράδια» έχει και μια περαιτέρω σημασία και δεν αφορά πρόχειρες σημειώσεις. Τα Τετράδια του Σινεμά -Cahiers du Cinema, π.χ., είναι ένα περιοδικό με πληροφορίες σχετικές με τον οικείο τίτλο), τίτλος συνήθης στην εποχή του Καμί στη Γαλλία.
Οι Σημειώσεις του παρόντος βιβλίου προέρχονται από τους Ροζέ Γκρενιέ ή Ροζέ Κιγιό, και τον Ρεμόν Γκε-Κροζιέ.
Τα Σημειωματάρια του Καμί παίζουν ρόλο εξίσου σημαντικό με το υπόλοιπο έργο του. Παρακολουθούμε τις σκέψεις του, τις ιδέες του, τις αντιφάσεις του, τις εμμονές του, τις αποδελτιώσεις από τα έργα άλλων. Και είναι πολλοί· είναι όλοι εκείνοι που κέντρισαν τη σκέψη του, προκαλώντας το κριτικό του πνεύμα να αντιδράσει στην απανθρωπιά, στις δεσμεύεις, στις αντιφάσεις και λογικές ανακολουθίες της ζωής, παραμένοντας πάντα σταθερός στις ιδέες του και στις απόψεις του στο πλάι του ανθρώπου που υποφέρει.
Αρχίζουμε από τη σελίδα 48 και παίρνουμε στα σοβαρά την οδηγία του προς τους αναγνώστες εκείνους «που θα θεωρήσουν τούτες τις σελίδες αυτό που πραγματικά είναι, δοκίμια δηλαδή, το μόνο πράγμα που θα μπορούσαμε να τους ζητήσουμε είναι να παρακολουθήσουν την πρόοδό τους … θα αντιληφθούν ίσως μια μικρή διαδικασία που αποτελεί την ενότητά τους». Επιστρέφουμε τώρα στην αρχή του βιβλίου, όπου ο Καμί μιλάει για τη φτώχεια της παιδικής του ηλικίας, φανερώνοντας αμέσως τις βαθιές χαρακιές που επιφέρουν στην ψυχή ενός ανθρώπου τα βιώματα των παιδικών χρόνων, εφόσον «Κάποια χρόνια που βιώθηκαν μέσα στην εξαθλίωση αρκούν για να δημιουργήσουν μια ευαισθησία». Σ’ αυτή την ευαισθησία συμπεριλαμβάνει «το περίεργο συναίσθημα που νιώθει ο γιος για τη μητέρα του» (θυμίζω την πρώτη φράση από τον Ξένο: «Η μαμά πέθανε». Η Νατάσα Αβούρη (Διάστιχο, 13 Οκτωβρίου 2017) σχολιάζοντας τη φράση του έργου «Η μαμά πέθανε, σήμερα. Μπορεί και χτες, δεν ξέρω» – «Aujourd’hui, maman est morte. Ou peut-être hier, je ne sais pas», παρατηρεί ότι τα «τέσσερα χτυπήματα της μοίρας» (τέσσερα είναι και τα μέρη της φράσης, όπως ορίζονται από τα σημεία στίξης), «Ο ξένος πυροβολεί τον Άραβα … τέσσερις φορές. Πρέπει, Θέλω, Μπορώ, Είμαι, οι τέσσερις σφαίρες που ρίχνει, ταυτόσημες σχεδόν με τις στακάτες πρώτες νότες της 5ης Συμφωνίας της “Μοίρας” του Μπετόβεν», προσθέτοντας ότι «υπογραμμίζουν, όπως και στην ομώνυμη μουσική σύνθεση, τη “μοιραία” έγχυση των συγκεκαλυμμένων “ΠΡΕΠΕΙ”, “ΘΕΛΩ”, “ΝΙΩΘΩ”, “ΜΠΟΡΩ” του ήρωα σε μια εξίσου “μοιραία” πράξη». Ο αριθμός τέσσερα μοιάζει πλέον μοιραίος.
Η λέξη «θάνατος» επανέρχεται συχνά, άλλοτε απομονωμένη στη σελίδα κι άλλοτε μέσα στο ανάλογο context: «Ο θάνατος που δίνει στο παιχνίδι και στον ηρωισμό το αληθινό τους νόημα», «Από τη στιγμή που δεν αυτοκτονούμε, πρέπει να σωπαίνουμε για τη ζωή», «Να έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου», «Ήλιος και θάνατος», «Τα γατάκια πεθαίνουν το ένα μετά το άλλο», «Γεύση του θανάτου και του ήλιου. Αγάπη για ζωή».
Τα κείμενα είναι άλλοτε εκτεταμένα, άλλοτε μικρά, ακόμα και μερικών λέξεων μόνο. Σημειώματα για κάποιο έργο, απόσπασμα από κάποιο έργο, σχόλιο που θα ήθελε να επεξεργαστεί, κάτι που δεν θα ήθελε να ξεχάσει, κάτι που θα ήθελε να θυμηθεί. Σκηνές και πρόσωπα από τα έργα του: ο Μερσό εδώ, ο Μαρσέλ εκεί, η μαμά, η γιαγιά, ο μουγγός, ο θάνατος της μητέρας (πάλι), η φτωχική γειτονιά –μητέρα. Κι ακόμα λεπτομέρειες από τους τόπους, το Αλγέρι, το Παρίσι, η Πίζα, η Φλωρεντία, το Ντουόμο, ο Τζιότο της Σάντα Κρότσε. Με ενδιαφέρον αναγνωρίζει στα πρόσωπα των πινάκων των Φλωρεντινών ζωγράφων τους ανθρώπους στον δρόμο, επειδή ψάχνει να βρει «την ουσία ενός προσώπου».
Ο ευτυχισμένος θάνατος; «Σήμερα, καταλαβαίνω πως το να ενεργείς, να αγαπάς και να υποφέρεις είναι να ζεις, πραγματικά … να δέχεσαι το πεπρωμένο σου». Αλλού: «δεν είμαι… σίγουρος πως κάθε συναισθηματική πρόβλεψη είναι εσφαλμένη. Είναι απλά παράλογη», «Πρέπει να έχουμε νιώσει έναν έρωτα – έναν μεγάλο έρωτα στη ζωή μας, γιατί αυτό αποτελεί άλλοθι για τις αδικαιολόγητες απελπισίες που μας καταβάλλουν». Και πάλι ο θάνατος. Όσο για τον ευτυχισμένο άνθρωπο, αυτός είναι προϊόν δυστυχίας, περίσκεψης, τραγικότητας. Αυτός που αποδέχεται το πεπρωμένο του.
Μια βασανισμένη ψυχή, που κάτω από τον καυτό ήλιο, πηγή ζωής, θανάτου και στοχασμού, προσπάθησε να συλλάβει τον κόσμο με καθαρή ματιά και σταθερά περιγράμματα, χωρίς αυταπάτες.[…]Ο μεσογειακός Καμί που αποφαίνεται: «Το να γνωρίσεις ολοκληρωτικά τον εαυτό σου σημαίνει να πεθάνεις».
Οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι, ο Νίτσε, ο Γκαίτε, ο Ναπολέων, ο Σαίξπηρ, οι πάπες, οι δούκες, ο Φερδινάνδος της Νεαπόλεως που ταρίχευε τους εχθρούς του για να στολίσει το σαλόνι του, ο Καίσαρας Βοργίας –«ή Καίσαρας ή τίποτα»– ο Ιππόλυτος του Έστε που έβγαλε τα μάτια του αδελφού του, επειδή άρεσαν στη γυναίκα του. Προβληματισμοί και σκέψεις του Καμί που σχολιάζουν σκέψεις των άλλων• η ζωή, ο έρωτας, ο πόλεμος, η τέχνη, η ανατροπή στην τάξη του κόσμου, κατασταλάγματα δικά του από τη μελέτη των άλλων που επεξεργάστηκε και πάνω στα οποία και μέσα από αυτά είδε τον άνθρωπο και τη μοίρα του.
Μια βασανισμένη ψυχή, που κάτω από τον καυτό ήλιο, πηγή ζωής, θανάτου και στοχασμού, προσπάθησε να συλλάβει τον κόσμο με καθαρή ματιά και σταθερά περιγράμματα, χωρίς αυταπάτες. Που κατάφερε στα λίγα χρόνια που έζησε να αφήσει ανεξίτηλο στίγμα. Ο μεσογειακός Καμί που αποφαίνεται: «Το να γνωρίσεις ολοκληρωτικά τον εαυτό σου σημαίνει να πεθάνεις».
Κοιτάζοντας με προσοχή τα κείμενα, βλέπεις τον άνθρωπο πίσω από τα γραπτά: «Όσο πιο σπουδαίος είναι ο άνθρωπος, τόσο η φιλοσοφία του είναι αληθινή»• το είπε για άλλους αλλά ισχύει και για τον ίδιο.
Πολύ ωραίο βιβλίο, που με τη βολική αποσπασματικότητά του δίνει ανάσες στον αναγνώστη, ανάλογα με τα ποσοστά αέρος που μπορεί να εισπνεύσει.
Σημειωματάρια
Βιβλίο πρώτο: Μάιος 1935 - Φεβρουάριος 1942
Αλμπέρ Καμύ
Μετάφραση: Νίκη Καρακίτσου - Dougé, Μαρία Κασαμπάλογου – Roblin
Πατάκης
262 σελ.
ISBN 978-960-16-6455-2
Τιμή: €12,20
πηγή : Σημειωματάρια