Akira Kurosawa και "Όνειρα" από το Cine-Δράση Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου, 8:15΄μμ, ΤΥΠΕΤ
Όσο και να ψάξει κάποιος σε όλη την διεθνή φιλμογραφία δεν πρόκειται να βρει ταινία σαν τα «Όνειρα» του Ακίρα Κουροσάβα. Γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει.
Πρόκειται για μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, ένα φιλμ μαγικού ρεαλισμού, μωσαϊκό εικόνων και συμβολισμών. Ως θέμα κυριαρχεί η καταστροφή του περιβάλλοντος και η αλόγιστη εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο, η πυρηνική απειλή, η τέχνη, η μιλιταριστική παράδοση, αλλά και υπαρξιακά ερωτήματα όπως ο αρχέγονος φόβος του θανάτου, η επιστροφή στην παιδική ηλικία, οι ανθρώπινες αποτυχίες και επιτεύγματα σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο.
Οκτώ όνειρα, οκτώ διαφορετικές αυτοτελείς ιστορίες, οκτώ σκηνές γεμάτες χρώματα και μουσικές που κρύβουν θλίψη και πόνο, χαλαρά συνδεδεμένες μεταξύ τους και αλληλοσυμπληρούμενες ως προς τη φιλοσοφία τους. Η κάθε μία ιστορία είναι από μόνη της ένα εικαστικό αριστούργημα, ένα ολοκληρωμένο φιλμ, κινηματογραφημένο με ονειρικό τρόπο από έναν σκηνοθέτη που δικαίως επονομάστηκε «αυτοκράτορας» του Ιαπωνικού κινηματογράφου και έγινε γνωστός κυρίως για τις ιστορικές του ταινίες. Στα έπη του, αλλά και τις κοινωνικές δημιουργίες του ξεχωρίζει η βαθιά ουμανιστική ιδεολογία του, την οποία μπορούμε συνοπτικά να περιγράψουμε με το επιμύθιο «αντί να μεταμορφώσουμε την κοινωνία, ας αλλάξουμε πρώτα τον άνθρωπο».
Ο Κουροσάβα πίστευε πως τα όνειρα «εκφράζουν τους βαθύτερους φόβους και τις μεγαλύτερες ελπίδες μας» και σε όλη του τη ζωή ασχολείτο με τη ποίηση που κρύβεται μέσα τους. Το φιλμ βασίζεται σε πραγματικά όνειρα του που, όπως ισχυρίζεται, τα είχε δει επανειλημμένα. Σε κάθε ενότητα, αναλύεται και ένα συγκεκριμένο όνειρο.
Η πρώτη, «Ήλιος με βροχή», αναφέρεται στις παιδικές ανησυχίες, την περιέργεια, την ενοχή, το απαγορευμένο, την εξιλέωση. Η μητέρα προειδοποιεί τον μικρό γιο της να μείνει σπίτι γιατί «όταν έχει ήλιο με βροχή παντρεύονται οι αλεπούδες και θυμώνουν όταν τις βλέπει κανείς». Το παιδί παρακούει την εντολή, πηγαίνει στο δάσος και παρακολουθεί την γαμήλια τελετή των αλεπούδων. Επιστρέφοντας σπίτι έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες. Η μητέρα θυμωμένη τον συμβουλεύει να βρει τις αλεπούδες κάτω από το ουράνιο τόξο και να ζητήσει συγχώρεση.
Στο 2ο όνειρο «Ο ροδακινόκηπος», το μικρό αγόρι αντιμετωπίζει το φόβο της απώλειας και της αποκοπής από τη φύση. Εδώ ο θεατής βλέπει από τις καλύτερες σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου. Κούκλες δίνουν μια παράσταση του Ιαπωνικού θεάτρου Νο, αναπαριστώντας την ανθοφορία. Το αγόρι έχει μια οπτασία και ακολουθώντας την φτάνει σε έναν οπωρώνα με ροδακινιές, τις οποίες έχουν κόψει οι γονείς του. Μέσω της παράστασης πείθεται ότι αποδεχόμενος την έλλειψη του ροδακινόκηπου, όχι απλά γιατί του αρέσουν τα ροδάκινα, αλλά για την ίδια την μαγεία του κήπου, μπορεί να ξαναδεί τις ροδακινιές να ξανανθίζουν. Και όντως ανακαλύπτει μια μικρή ολάνθιστη ροδακινιά.
Στο 3ο όνειρο «Η χιονοθύελλα», ο άνθρωπος βιώνει την ορμή του θανάτου, παρασύρεται από τις προσωπικές του σειρήνες, την επιδίωξη δηλαδή απολαύσεων, παράλληλα όμως βρίσκει τη δύναμη να παλέψει για την επιβίωση. Τέσσερις αλπινιστές αποκλεισμένοι από χιονοθύελλα στο βουνό, είναι καταπτοημένοι, κινούνται με μεγάλη δυσκολία έτοιμοι να εγκαταλείψουν. Αρχίζουν να έχουν ψευδαισθήσεις, ο εκνευρισμός τους οδηγεί σε ξεσπάσματα, διαφωνίες, τσακωμούς. Έχοντας χάσει την αίσθηση του χρόνου, αμφισβητούν την αντικειμενική διάσταση του, όπως αυτή εμφανίζεται στο ρολόι του αρχηγού τους. Ο θάνατος συνδέεται άμεσα με την απόλαυση σε μια οριακή φάση της ζωής. Όταν ο άνθρωπος απολαμβάνει χάνει ή εύχεται να χάσει την αίσθηση του χρόνου.
Τα υπόλοιπα όνειρα θίγουν τα μετά-πολεμικά συλλογικά τραύματα του Ιαπωνικού λαού. Ξεκάθαρος ο αντιπολεμικός ιδεαλισμός του Κουροσάβα αποδίδεται εξαιρετικά ποιητικά στο 4ο και 6ο όνειρα στα «Τούνελ» και «Φούτζι-γιάμα Κόκκινο» αντίστοιχα. Είναι ο Κουροσάβα τραυματισμένος από τον πόλεμο, όπως και όλος ο ιαπωνικός λαός, όπως και κάθε λαός του κόσμου που διεξάγει ή υφίσταται πολέμους. Το τραύμα εμφανίζεται πάντα εκ των υστέρων, προκαλεί ψυχώσεις, απονενοημένες πράξεις, ασυνήθιστα φαινόμενα. Οι λαοί μπαίνουν σε ένα φαύλο κύκλο βίας που δεν έχει τελειωμό. Το βασικό θύμα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Εβραίοι, ως αποτέλεσμα του Ολοκαυτώματος, του δικού τους τραύματος, έγιναν επιθετικοί και εφαρμόζουν στους Παλαιστίνιους τα δεινά που είχαν υποστεί οι ίδιοι. Οι Αμερικάνοι, κορυφαίο παράδειγμα ιμπεριαλιστικής πολεμικής μηχανής, είναι και αυτοί τραυματίες διαρκείας, από τον εγγλέζικο ζυγό, από τους πολέμους αφανισμού των ινδιάνων, από το γεγονός ότι είναι αποικιοκράτες στην ίδια τους την πατρίδα κ.ο.κ.
Στο 5ο όνειρο «Τα κοράκια» ασχολείται με την επιθυμία. Διαλέγοντας να μιλήσει για τον Βαν Γκογκ, περιδιαβαίνοντας μέσα από τους πίνακες του ζωγράφου, σε ένα τεράστιο φαντασμαγορικό σκηνικό αφηγείται, μάλλον τη δική του απραγματοποίητη επιθυμία να γίνει ζωγράφος. Ψάχνει να βρει τι κρύβεται πίσω από την τρέλα των ζωγράφων και κυρίως να γνωρίσει αν ήταν ο φόβος της τρέλας που τον απέτρεψε από την ζωγραφική ή ήταν κάτι άλλο, που πιθανόν να το μάθαινε συναντώντας στο όνειρο, τον ίδιο τον Βαν Γκογκ.
Στο 7ο όνειρο «Τα βογγητά των δαιμόνων» ασχολείται για τη διαστροφική άγνοια του ανθρώπου απέναντι στον κίνδυνο της πυρηνικής ενέργειας. Η τραγωδία, η κόλαση που προκαλεί είναι όλων των ανθρώπων, αυτών που δεν γνωρίζανε και αυτών που ήξεραν αλλά αγνόησαν τον κίνδυνο χάρη στο κέρδος και την απόλαυση. Άνθρωποι της εξουσίας, δόλιοι και φαντασμένοι, γίνονται δαίμονες, αλλά συνεχίζουν να κορδώνονται, από ευδαιμονία.
Στο 8ο όνειρο: «Το χωριό των νερόμυλων» ο σκηνοθέτης υπενθυμίζει την αξία της ζωής και εξυμνεί τον θάνατο. Ο θεατής μεταφέρεται σε ένα όμορφο χωριό, έναν τόπο γαλήνης και αρμονικής συνύπαρξης, απαλλαγμένον από τους εφιάλτες της σύγχρονης ζωής, την τεχνολογία, τον καταναλωτισμό. Στις όχθες του ποταμού που το διασχίζει υπάρχουν νερόμυλοι. Η φύση και οι ήχοι της, το κελάρυσμα του ποταμού, ο αέρας, τα πουλιά οργιάζουν. Ένας ταξιδιώτης συναντά πρώτα τα παιδιά να εναποθέτουν λουλούδια σε ένα βράχο δίπλα στο ποτάμι, και ύστερα ένα γέρο να μαστορεύει ένα μύλο. Αρχίζει να τον ρωτάει διάφορα και στη συνέχεια παρακολουθεί μια νεκρική πομπή με γιορτινή ατμόσφαιρα. Ο γέροντας που ηγείται της πομπής αναφέρει «...λένε πως η ζωή είναι σκληρή. Όλα αυτά είναι παραμύθια. Είναι καλό να ζεις. Είναι συναρπαστικό». Η τελευταία σκηνή του έργου είναι ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακας, με τα φύκια του ποταμού να χορεύουν στο ρυθμό του κελαρύσματος του νερού.
Ο Kurosawa σκηνοθέτησε τα «Όνειρα» στη βαθιά ωριμότητά του αξιοποιώντας φαντασίες, όνειρα και μύθους για να εκφράσει το απόσταγμα σοφίας που αποκόμισε από την 80χρονη παρουσία του στη γη και κυρίως μια κατάφαση στην ουσία της ζωής. Γιατί πολύ περισσότερο από το κάθε τι ονειρεύεται για εμάς, μας προτρέπει να ονειρευόμαστε με τον πιο αληθινό τρόπο, και παραδίδει στην κινηματογραφική ιστορία οκτώ ποιήματα, που μπορούν να θεωρηθούν απολογισμός ζωής και πνευματική διαθήκη. Κάθε "Όνειρο" είναι μια διαφορετική ιστορία παιγμένη σαν θεατρική παράσταση, απλά και λιτά με σκοπό την αφύπνιση του μυαλού. Η πρόταση που μας προσφέρει, χωρίς καμία διάθεση να μας την επιβάλει, είναι να ζούμε αρμονικά, συμφιλιωμένοι με τη φύση, αντικαταναλωτικοί, σεβόμενοι τα αποθέματα ενέργειας, αντιλαμβανόμενοι πως η ζωή και η φύση έχουν όρια που χρειάζεται να τα σεβόμαστε όλοι. Ο κόσμος, όσο σκληρός και άδικος να είναι, τόσο μπορούμε να τον ονειρευόμαστε και να παλεύουμε να γίνει όμορφος.
Ιαπωνία, 1990. Διάρκεια: 119’. Σκηνοθεσία: Akira Kurosawa, Ishirô Honda (uncredited). Σενάριο: Akira Kurosawa. Πρωταγωνιστούν: Akira Terao, Mitsuko Baishô, Toshie Negish, Martin Scorsese, Mieko Harada, Toshie Negishi, Mutsinori Isaki.
Οι χειμερινές κινηματογραφικές προβολές του Cine-Δράση πραγματοποιούνται κάθε Πέμπτη, 8.15 το βράδυ στην αίθουσα "Ν. Εγγονόπουλος" του πάρκου "Μ. Θεοδωράκης" (ΤΥΠΕΤ), Π. Μπακογιάννη 38-42, Βριλήσσια.